Για μια ακόμη φορά η δημόσια σφαίρα στη χώρα μας βομβαρδίζεται από την αποκάλυψη ενός «σκανδάλου» (κάτι που βιώσαμε πάμπολλες φορές στον μακρύ μεταπολιτευτικό χρόνο). Ετσι, η υπόθεση της πολυεθνικής φαρμακευτικής εταιρείας Novartis (σε ό,τι αφορά το «ελληνικό της σκέλος») μπορεί όντως να συνιστά μια πολύ σοβαρή ιστορία ή μπορεί να συνιστά μια ακόμη «εικονική σταυροφορία κάθαρσης» (που θα χρησιμοποιηθεί κατάλληλα για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού της χώρας).

Και επειδή υποστηρίζεται ήδη από δημόσια πρόσωπα ότι το επιβαρυντικό αποδεικτικό υλικό που υφίσταται εναντίον των πολιτικών προσώπων στηρίζεται σε τρεις «προστατευόμενους μάρτυρες», θα ήθελα να διατυπώσω τις ακόλουθες παρατηρήσεις για το ζήτημα αυτό.

Ο θεσμός της προστασίας κάποιων «κρίσιμων μαρτύρων» είναι ένας διεθνής δικονομικός θεσμός. Στην Ελλάδα εισήχθη για πρώτη φορά με το άρθρο 9 του νόμου 2928/2001 που αφορούσε «την προστασία του πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληματικών οργανώσεων». Γιατί έγινε αυτή η επιλογή;

Γατί κρίθηκε –και ορθά –ότι στις περιπτώσεις της οργανωμένης και βαριάς εγκληματικότητας μοναδική ίσως δυνατότητα ανακάλυψης των δραστών τέτοιων εγκλημάτων (και το σημειώνω αυτό) εμφανίζεται η «εκ των έσω πληροφόρηση» των διωκτικών οργάνων (εννοείται προφανώς από κάποιους σημαντικούς κρίκους της εγκληματικής αλυσίδας, όπως συμβαίνει λ.χ. στην οργανωμένη εγκληματική δραστηριότητα της σωματεμπορίας).

Μέσα στο πλαίσιο τούτο είναι δυνατό οι μάρτυρες να καταθέτουν με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων τα οποία θα αλλοιώνουν τη φωνή ή τη «φυσιογνωμική τους υπόσταση». Επίσης είναι δυνατό να καταθέτουν με τη μη αναγραφή του ονόματος ή του τόπου κατοικίας τους κ.λπ.

Βεβαίως στην ακροαματική διαδικασία το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να διατάξει την αποκάλυψη της ταυτότητας του μάρτυρα.

Ομως το πιο κρίσιμο μέγεθος –το οποίο είναι αναγκαίο να κατανοήσουν κάποιοι «ασύδοτοι» κυβερνητικοί κύκλοι –είναι το ακόλουθο:

Αν δεν αποκαλυφθεί η ταυτότητα των προστατευόμενων μαρτύρων, τότε η κατάθεσή τους δεν είναι αρκετή για την καταδίκη ενός κατηγορουμένου (εφόσον δεν υφίστανται και επιπρόσθετες αποδείξεις)!

Επιπλέον με τον νόμο 4254/2014 οι παραπάνω ρυθμίσεις επεκτάθηκαν και στα εγκλήματα της δωροδοκίας ή δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων (ή ακόμη και στο έγκλημα της δωροληψίας ενός απλού υπαλλήλου)!

Ενόψει όλων αυτών, έχω τη γνώμη ότι η ενεργοποίηση του ανωτέρω θεσμού των προστατευόμενων μαρτύρων στην ανωτέρω υπόθεση της Novartis δεν ήταν ενδεικνυόμενη, επειδή ακριβώς μπορεί ευχερώς να οδηγήσει στη «σπίλωση» πολιτικών αντιπάλων ή και πρώην πρωθυπουργών (οι οποίοι δεν θα έχουν τη δυνατότητα να εξετάσουν τους μάρτυρες «βλέποντάς τους στα μάτια»)!

Το συμπέρασμα; Η υπόθεση τούτη πρέπει να διερευνηθεί οπωσδήποτε, όχι όμως με δικονομικούς θεσμούς που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος!

Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Kalfelis@law.auth.gr