Αν οι δημοσκοπήσεις και το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης καθρεφτίζουν τα αισθήματα και την πολιτική αγωγή της πλειοψηφίας, φοβάμαι ότι έχουμε καθηλωθεί σε ένα σκοταδιστικό και κακόγουστο αυτο-εξωτισμό. Η κυβέρνηση, αναθέτοντας ένα σοβαρό ζήτημα εξωτερικής πολιτικής (τη συνταγματική στρέβλωση της γειτονικής χώρας πολύ περισσότερο από το όνομα) στις μάζες –από λαϊκισμό, ερασιτεχνισμό και για να διαρρήξει τη συνοχή της αντιπολίτευσης –βρέθηκε μπροστά στη διάρρηξη της δικής της συνοχής, καθώς και σε πλήθη οργισμένων Βαλκάνιων που κραδαίνουν γαλανόλευκες με την κάλυψη της ελληνικής δεξιάς και της πατριδολατρικής αριστεράς. Φαίνεται σαν να υπάρχει συνέχεια μεταξύ των Αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος και των πατριωτών της Αριστοτέλους: το φρόνημα είναι παρόμοιο.

Εχθροί υπάρχουν· κακοί σκοποί υπάρχουν· υπάρχει όμως απόσταση μεταξύ των εχθρικών βλέψεων και της υλοποίησής τους. Υιοθετώντας τον ρόλο του επιθετικού θύματος –μέσω του οποίου απομακρυνόμαστε από τον πολιτικό πολιτισμό κι από την ίδια την πραγματικότητα –εκδηλώνουμε, πολίτες και ηγεσίες (στην πραγματικότητα, λαός χωρίς ηγεσίες) νοσηρές αντιφάσεις: τρέφουμε ιστορικό μίσος για τους Τούρκους οι οποίοι εμφανώς μας προκαλούν τρόμο (κάτι που, μαζί με την ασθενική ελληνική διπλωματία, ενθαρρύνει την τουρκική επιθετικότητα: «Μπου!»), αλλά, ταυτοχρόνως, επιδεικνύουμε πόσο νιώθουμε Ανατολίτες· είμαστε, σε αδιευκρίνιστο ποσοστό, αντιευρωπαϊστές, καταλογίζοντας στην Ευρώπη έλλειψη ταλέντου ζωής και μηχανορραφίες εναντίον μας (θεωρούμε τον εαυτό μας αντικείμενο φθόνου). Είμαστε αντιαμερικανοί για τους γνωστούς λόγους και αντισημίτες, επειδή «οι Εβραίοι σταύρωσαν τον Ιησού» κι επειδή τους υποστηρίζουν οι ΗΠΑ. (O φίλος του εχθρού μου είναι εχθρός μου). Και, κάθε τόσο, αφυπνίζεται αντιβαλκανικό πνεύμα μολονότι αποτελούμε μέρος των ταλαίπωρων Βαλκανίων. Ποιους θέλουμε, επιτέλους, για φίλους μας; Ούτε ο παράγοντας της χριστιανικής ορθοδοξίας φαίνεται να παίζει ρόλο στην εγγύτητά μας με χώρες και λαούς: υπάρχουν αποσχιστικές εκκλησίες στο εσωτερικό της Ορθοδοξίας.

Αντί να επιδιώξουμε συνεργασία με όσους περισσότερους μπορούμε, είμαστε έτοιμοι για ρήξεις· για αυτοσχέδια διπλωματία πεζοδρομίου. Υπό αυτή την έννοια, ένδειξη της ομαδικής παραφροσύνης δεν είναι μόνο τα πατριωτικά συλλαλητήρια με τις παραδοσιακές ενδυμασίες στη σκιά του καλπάζοντος Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και τα αντιπατριωτικά συλλαλητήρια· η αχαλίνωτη παρόρμηση της επίδειξης ιδεολογίας, η διαρκής υπογράμμιση του εσωτερικού μας διχασμού. Ελληνικός εξαιρετισμός: ένα έθνος που βρίσκεται σε πόλεμο με τον εαυτό του.

Έτσι, τον ρόλο του κράτους αναλαμβάνει πρόθυμα η μάζα οξύνοντας προβλήματα που, σε φυσιολογικές συνθήκες, λύνονται σε τραπέζια νηφάλιων διαπραγματεύσεων και δημιουργώντας άλλα που δεν λύνονται πουθενά. Οι λαϊκιστές, κολακεύοντας τα ένστικτα και καταργώντας τους θεσμούς, ανασύρουν από τη συλλογική μνήμη τούς Βαλκανικούς πολέμους, τα τσαρούχια, τον Γιώργο Θαλάσση, τους προσκόπους, τους αλκίμους και το αναγνωστικό της πρώτης δημοτικού της δεκαετίας του 1960: πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, συν εθνική ανασφάλεια και συμπλέγματα ανωτεροκατωτερότητας. Από κοινωνική-ανθρωπολογική άποψη οι αντιδράσεις μας στο ενδεχόμενο να ονομαστεί ένα γειτονικό μικροκράτος «Μακεδονία» (ή «Άνω Μακεδονία»: όπως λέμε Άνω Βασιλικά Φαρσάλων, Άνω Τούμπα κ.τ.λ.), αποκαλύπτουν έλλειμμα εαυτού και ταυτότητας· κι από πολιτική άποψη αποκαλύπτουν τη δημαγωγία και τη σχεδόν ανυπαρξία της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς· την ασυμβατότητα του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού με αμφότερες τις ηγεμονικές κουλτούρες στην Ελλάδα.

Ο «σοφός λαός» φαντάζεται συνωμοσίες –και πράγματι, συνωμοσίες υπάρχουν. Αλλά δεν θα αποτραπούν ούτε με την καταστολή της αντίθετης γνώμης στο εσωτερικό -μαθαίνω ότι η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Μακεδονίας μαίνεται εναντίον της stand-up comedian Λίλας Σταμπούλογλου η οποία σατίρισε τους διαδηλωτές Μακεδόνες· ελπίζω ότι η κ. Σταμπούλογλου δεν θα ζητήσει συγνώμη –ούτε με το να κάνουμε σαματά για να τον ακούσουν στο εξωτερικό. Η μοναδική ωφέλιμη συμπεριφορά είναι να συμβάλουμε ώστε οι βαλκανικές χώρες να συνδεθούν με την Ευρώπη και να προοδεύσουν. Αν προοδεύσουν δεν θα σκαλίζουν για να βρουν ρίζες στη δική μας μυθολογία.

Η βεβιασμένη μας ανάγκη για εθνική δικαίωση, εκτός του αντανακλά ασυμφιλίωτες εσωτερικές συγκρούσεις, αποτελεί τη λυσσαλέα αντίδραση στην ιστοριογραφική σχολή που ενέχει στοιχεία εθνικής άρνησης, δηλαδή το αντίθετο άκρο της πατριδολατρίας και της εθνικιστικής παραμυθίας. Δεν έχουμε βρει το ιδανικό σημείο όπου να αφηγούμαστε τα αληθινά γεγονότα –έστω, προσεγγιστικά –διασφαλίζοντας μια κοινά αποδεκτή ταυτότητα και αποτρέποντας φαινόμενα αυτο-απόρριψης. Έτσι, παραδιδόμαστε σε ψέματα και παρανοειδείς φοβίες· σε ιδεοληψίες εθνικοτοπικής υπεροχής. Κι αντί να ενισχύσουμε την ταυτότητά μας με παιδεία, γνώση της ιστορίας, άνοιγμα προς τον κόσμο, ενισχύουμε την προγονολατρία η οποία επιζεί φαρσικά, σαν φαντασίωση και υπόλειμμα της βασιλοχουντικής δεξιάς. Όσο για την αριστερά, έχει βάλει τα δυνατά της να εξαλείψει την κλασική παιδεία και την παιδεία γενικά, ενώ, ταυτοχρόνως, καλλιεργεί μύθους περί αδελφότητας των λαών έναντι του διεθνούς κεφαλαίου. Κοντολογίς, ταλαντευόμαστε από την μια ψευδαίσθηση στην άλλη και βαδίζουμε με ηθικές διχοτομίες: δεν δεχόμαστε ούτε αποχρώσεις, ούτε τη γνώμη του άλλου. Αν παρακολουθήσουμε την κριτική των γνωμών έχουν πάντοτε ηθικό περιεχόμενο· όλα εμπίπτουν σε ηθικές κατηγορίες, ακριβώς όπως και στην αμερικανική πολιτική την οποία περιφρονούμε. Εξού και η συμμετοχή της Εκκλησίας στη λήψη πολιτικών αποφάσεων (με τη συνεργασία των ΜΜΕ που της δίνει βήμα) και, περιέργως, στη διπλωματία.

Οι δυνάμει εχθροί δεν αντιμετωπίζονται ούτε με εμβατηριώδη διάθεση, ούτε με την ισχνή κουλτούρα του σκυλάδικου. Για να μη φοβόμαστε τις διεκδικήσεις των άλλων υπάρχει μόνο ένας τρόπος· να γίνουμε εύπορη και δυνατή χώρα που να μετράει στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη –αρχίζοντας από την ανάπτυξη της Βόρειας Ελλάδας. Όμως, γι’ αυτό προϋποτίθεται συναίνεση, εργασία, διοχέτευση της ενέργειας από τα συλλαλητήρια και τις εκδρομές με πούλμαν σε πιο δημιουργικές δραστηριότητες· εν τέλει, χρειαζόμαστε κάτι για να υπερηφανευόμαστε εκτός από ένδοξους προγόνους, εύκρατο κλίμα και την ποδοσφαιρική μας ομάδα.

Στο ζήτημα της Μακεδονίας, τα σταλινικά ψοφίμια (τον χαρακτηρισμό ξεστόμισε ο Κον-Μπεντίτ), που λένε όχι σε όλα, έχουν, για μια φορά δίκιο. Με τον τρόπο τους κι από τη στρεβλή τους γωνία.