Πριν από τρία ακριβώς χρόνια, στις 25 Ιανουαρίου 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές που ο ίδιος προκάλεσε, μη συναινώντας στην εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας από την προηγούμενη Βουλή και, επί της ουσίας, ακυρώνοντας τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου –και τις θυσίες της ελληνικής κοινωνίας που προϋπέθεταν οι στόχοι της. Για να κερδηθούν οι εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ, κόμμα ακραιφνώς αντιμνημονιακό, καλλιέργησε ένα κλίμα ακραίας πόλωσης, βάφτισε τους αντιπάλους του γερμανοτσολιάδες, ναιναίκους, μερκελιστές και σοϊμπλικούς, απαξίωσε ως «διαπλεκόμενη δημοσιογραφία» τη δημόσια κριτική που θεωρούσε αβάσιμα και κοροϊδία τα συνθήματά του και, γενικώς, έταξε έναν μεταμνημονιακό παράδεισο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα είχε υποσχεθεί να σκίσει τα Μνημόνια με έναν νόμο και ένα άρθρο, «νέα σεισάχθεια» στα κόκκινα δάνεια, κατώτερο μισθό 751 ευρώ, αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ, αποκατάσταση και αυξήσεις σε χαμηλοσυνταξιούχους, δωρεάν ρεύμα σε 300.000 νοικοκυριά. Δεν κατάφερε να υλοποιήσει καμία από αυτές τις υποσχέσεις του. Πολιτεύτηκε, όμως, στην κόψη, παρέα με τους ΑΝΕΛ, το κόμμα του ακροδεξιού (κατά τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ) επίσης αντιμνημονιακού Πάνου Καμμένου και, με τη βοήθεια του τέως asset Γιάνη Βαρουφάκη και αρκετών άλλων, έπειτα από έξι μήνες, έκαναν ένα απολύτως διχαστικό δημοψήφισμα, από το οποίο έμειναν στη χώρα κεφαλαιακοί έλεγχοι, ανυπολόγιστη οικονομική ζημία και ένα τρίτο Μνημόνιο το οποίο διαχειρίστηκαν τα ίδια κόμματα για να κάνουν τα αντίθετα των όσων καταστατικά επαγγέλθηκαν.

Τρία χρόνια μετά, ζούμε σε ένα δηλητηριώδες πεδίο. Η κυβέρνηση, που πλέον πολιτεύεται μνημονιακότερα των Μνημονίων, με πελατειακού χαρακτήρα παροχές από το κρατικό λάφυρο σε στοχευμένες κοινωνικές ομάδες, αφού έχει διαλύσει τη μεσαία τάξη, ψάχνει τρόπους για να ξαναδιχάσει το κοινωνικό σώμα. Ενόψει μιας επερχόμενης εκλογικής περιόδου, χρειάζεται μια νέα αποσταθεροποίηση. Χρειάζεται νέο φανατισμό και υπερχείλιση ανορθολογισμού, έστω κι αν αυτός πλέον εκκινεί από τα ακροδεξιά, έχει περιεχόμενο την ταυτότητα (που έρχεται στην επιφάνεια μέσω των χειρισμών του Μακεδονικού) και δομείται μέσα σε μια φοβική, εσωστρεφή Ελλάδα. Ενας νέος εθνικός φανατισμός γίνεται εργαλείο για τις επιδιώξεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Μέσα σε αυτή τη δηλητηριώδη συνθήκη, ας θυμόμαστε ότι ο στόχος είναι πάντα ο ίδιος, κι αυτός καθορίζει τις πολιτικές προτεραιότητες: η τιμωρία, η απομόνωση όσων έπαιξαν, και συνεχίζουν να παίζουν, τυχοδιωκτικά με τη χώρα. Με τις ζωές μας, τις αξίες μας, τις κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης, τη δυτική δημοκρατία. Δεν ξεχνώ.