Τη στιγμή που το γεωπολιτικό παιχνίδι και η σύγκρουση συμφερόντων στα Βαλκάνια αναζωπυρώνονται. Οταν ΗΠΑ και Ρωσία διασταυρώνουν τα ξίφη τους και αυξάνουν τις πιέσεις τους, οι μεν για ένταξη των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οι δε για να εμποδίσουν αυτή την εξέλιξη.

Τη στιγμή που η Τουρκία εξαιτίας των δυσεπίλυτων προβλημάτων στα νοτιοανατολικά της σύνορα μεταφέρει την πίεση στα δυτικά αυξάνοντας την επιθετικότητά της και επαναφέροντας ανοιχτά θέμα ανατροπής της Συνθήκης της Λωζάννης και διεκδίκησης των ελληνικών νησιών του Αιγαίου.

Τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ενωση αναζητώντας νέους δρόμους ομφαλοσκοπεί και λόγω των εξελίξεων στη Γερμανία, καθυστερώντας δραματικά να πάρει αποφάσεις και πολύ περισσότερο πρωτοβουλίες.

Μια θετική εξέλιξη πράγματι στο εσωτερικό της FYROM έδωσε το έναυσμα στην ελληνική πλευρά να επιχειρήσει να «κλείσει» το μακεδονικό ζήτημα. Χωρίς να μετρά την πραγματική δυνατότητα της νέας κυβέρνησης στα Σκόπια. Παραβλέποντας το αποτύπωμα μιας ολόκληρης διαδρομής ενός προβλήματος που πέρασε από σαράντα κύματα στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Χωρίς καμία ουσιαστική προετοιμασία σε επίπεδο εθνικής ηγεσίας. Επιχείρησε να μετατρέψει ένα πραγματικό εθνικό θέμα σε εσωτερικό πρόβλημα και να κερδίσει αμφίβολης χρησιμότητας εντυπώσεις. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο η διγλωσσία στην κυβέρνηση που ασφαλώς δεν της επιτρέπει να πάρει αποφάσεις εθνικά κρίσιμες. Ούτε η αντιπαράθεση των «μακεδονομάχων» βουλευτών της ΝΔ απέναντι στη «μητσοτακική» ρήση περί του πότε θα ξεχαστεί το όνομα. Δυστυχώς η κυβέρνηση αναλώθηκε σε ένα εσωτερικό παιχνίδι με αμφίβολη εξέλιξη, αγνοώντας τον κίνδυνο εθνικής ήττας. Είτε αυτή προέλθει από μια πέραν των δεδομένων θέσεων της χώρας υποχώρηση είτε από ακόμη μία διεθνή έκθεση της αδυναμίας μας να θέτουμε και να πετυχαίνουμε κρίσιμους εθνικούς στόχους.

Είναι φανερό ότι η χώρα βιώνει κρίση εθνικής ηγεσίας. Πολιτεύεται απερίσκεπτα στη λογική τού «βλέποντας και κάνοντας» χωρίς σχεδιασμό, χωρίς στόχους, χωρίς συντεταγμένα βήματα. Χωρίς πυξίδα σε μια περιοχή που προωθούνται νέοι στρατηγικοί διακανονισμοί. Και το κυριότερο, χωρίς εθνική ενότητα. Γιατί αυτή προϋποθέτει εθνική συνεννόηση. Κι αυτή με τη σειρά της είναι εντελώς ξένη με την κρατούσα διχαστική λογική που πρυτανεύει στην κυβέρνηση και ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα.

Ο Κώστας Σκανδαλίδης είναι βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και πρώην υπουργός