Συναντάω όλο και περισσότερους συμπολίτες που με ρωτούν: «Μα πώς το κάναμε αυτό;», «Μα πώς τους (τον) πιστέψαμε;» κ.ο.κ. Η απάντηση για το πώς είναι δυνατόν ένας λαός που πολιτικολογεί συνεχώς να κάνει τόσο σοβαρά λάθη εκτίμησης της πολιτικής κατάστασης και λανθασμένες επιλογές είναι, κατά την άποψή μου, η έλλειψη στοιχειώδους παιδείας, η άγνοια γύρω από τους κανόνες του ορθολογισμού, η εύπιστη προσήλωση σε ανθρώπους ή σχήματα θαυματουργά. Δεν πρόκειται για μια ακόμη επίθεση κατά της δημόσιας εκπαίδευσης. Εξάλλου, το ότι το ζεύγος Τσίπρα – Μπαζιάνα στέλνει τα παιδιά του σε ένα από τα πιο ονομαστά ιδιωτικά σχολεία της Αθήνας συνιστά από μόνο του ομολογία συνθηκολόγησης, που δεν μπορεί καν να κατακριθεί. Γιατί πώς είναι δυνατόν, επειδή εσύ την έχεις ψωνίσει με τη δημόσια εκπαίδευση, να υποχρεώσεις τα παιδιά σου να συναντήσουν τη γνώση σε χοιροτροφεία όπου διδάσκουν αλλοπρόσαλλοι εκπαιδευτικοί, ημιμαθείς και ακατέργαστοι, που δεν εκφράζουν παρά μια έσχατη μειοψηφία του ελληνικού λαού;

Ολα τα στοιχεία της παρακμής της δημόσιας εκπαίδευσης, της περίφημης δωρεάν παιδείας, που ήταν το αποτέλεσμα των αγώνων της γενιάς μας, είναι παρόντα. Αλλά υπάρχουν και σχετικές ειδήσεις για το θέμα, που μας έρχονται από τα βάθη των αιώνων. Τι να ήταν άραγε ο από μηχανής θεός που έδινε λύση και στις πιο εξωφρενικές τραγωδίες; Και γιατί «Αθηνά και χείρα κίνει»; Και αυτό το Ελληνες αεί παίδες, πώς μας το κολλήσανε;

Το 1981, μετά την εκλογή του Μιτεράν στη Γαλλία εντάθηκαν οι προσπάθειες να εκλείψουν οι αιτίες και οι ρίζες της δυσπιστίας μεταξύ του γερμανικού και του γαλλικού λαού. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η αρχική ιδέα για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακος και Χάλυβα ήταν η εξάλειψη της αιτίας που οδήγησε κυρίως στον Πρώτο αλλά εν μέρει και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δηλαδή η αντιζηλία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας γύρω από τη χαλυβουργία.

Πολλά από τα προγράμματα αυτά είχαν στόχο τη νεολαία. Τότε η Επιτροπή πρότεινε ένα πρόγραμμα ανταλλαγής περιορισμένου χρόνου φοιτητών μεταξύ των διαφόρων χωρών-μελών (ήμαστε μόνο 10). Ελα όμως που στην ίδια εποχή οι Εγγλέζοι είχαν εκλέξει ως Πρωθυπουργό τη φοβερή και τρομερή Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία θεωρούσε οποιαδήποτε ανταλλαγή φοιτητών ένα είδος φοιτητικό τουρισμό (κάπως ο κ. Γαβρόγλου σήμερα). Σύντομα το πρόγραμμα αυτό, που είχε ονομαστεί Erasmus, σε αναφορά στον παλαιό ανθρωπιστή ολλανδό φιλόσοφο που είχε εφεύρει και επιβάλει την ερασμιακή προφορά των αρχαίων ελληνικών, έγινε το υπ’ αριθμόν ένα πολιτικό θέμα της Κοινότητας.

Τα κόμματα της Αριστεράς και οι αντίστοιχες δυνάμεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριζαν με πάθος το Erasmus ενώ οι δεξιές κυβερνήσεις το πολεμούσαν. Η απόφαση απαιτούσε ομοφωνία αλλά η πίεση των πανεπιστημιακών φορέων και των φοιτητικών ενώσεων σε όλες τις χώρες υπέρ του σχεδίου ήταν ισχυρότατη. Ετσι εκάμφθη η αντίσταση της Θάτσερ, αφού την εγκατέλειψαν διάφορες μετριοπαθείς κυβερνήσεις και έτσι το πρόγραμμα Erasmusέγινε πραγματικότητα.

Ιδιαίτερη συμπεριφορά υπήρχε στην Ελλάδα. Οι οργανώσεις των πανεπιστημιακών και άλλων εκπαιδευτικών (από τότε) θεωρούσαν το Erasmus απόπειρα συνεννόησης με την πολυεθνική βιομηχανία και είχαν την υποστήριξη της ΚΝΕ, της ανύπαρκτης και διεφθαρμένης ΠΑΣΠ του κυβερνώντος κόμματος ΠΑΣΟΚ, που ήταν από τότε ουρά της Αριστεράς. Ο Ανδρέας Παπανδρέου κάλυπτε τα νώτα του διαπιστώνοντας ότι η αριστερή νομενκλατούρα των πανεπιστημίων ήταν ομοφώνως εναντίον του σχεδίου, που θα συνιστούσε γι’ αυτούς και ένα είδος αξιολόγηση. Επρεπε λοιπόν να βγάλω μόνος μου τα κάστανα από τη φωτιά. Πέτυχα στην κρατική ΕΡΤ μία συζήτηση με έναν εκπρόσωπο της ΕΦΕΕ που είχε απορρίψει κάθε ιδέα εφαρμογής του Erasmus. Ο εκπρόσωπος των φοιτητών όμως είχε απαιτήσει ανάμεσα σε εμένα και αυτόν να υπάρχει ένα πανό από κόντρα πλακέ ώστε να αποκλειστεί κάθε ιδέα διαλόγου.