Δεδομένο 1: Απαρχή αποδομήσεως της δημοκρατίας, η αναρχία. Οπως (και όσο) και αν αυτή εκδηλώνεται. Και χειρότερη εκδοχή της: η ανοχή της! Είτε σ’ επίπεδο κυβερνώντων. Είτε κι επί επιπέδου πολιτών. Οι πρώτοι περισσότερον, ως θεσμικοί διαχειριστές. Αρα και φύλακες. Οι δεύτεροι όχι πολύ λιγότερο. Καθώς οι πρώτοι δεν είναι παρά το αποτέλεσμα επιλογών των δεύτερων. Κι άλλωστε στο τέλος αυτοί «πληρώνουν το μάρμαρο». Γιατί ασφαλώς η αποδόμηση των δημοκρατικών πυλώνων, αποβαίνει αποσάθρωση των αναγκαίων κανόνων ομαλού εθνικού βίου. Και (αυτονοήτως) αφετηρία δεινών.

Δεδομένο 2: Ουσία του δημοκρατικού γίγνεσθαι, είναι η ευθύνη. Ως συνειδητή συμμετοχή. Κατ’ ακρίβειαν: Συνειδητή σύμπραξη. Με ό,τι αυτή σημαίνει. Και ό,τι αυτή συνεπάγεται. Και για τους θεσμικούς οικονόμους της πολιτείας. Ως εντεταλμένους. Και για τους πολίτες. Ως φύσει εντολοδόχους. Κι αυτό μεταφράζεται σε κοινή αντίληψη των πολιτειακών κανόνων. Αν πρόκειται δηλαδή να υπάρχει ευνομούμενη πολιτεία. Κι επομένως διασφάλιση του –κατ’ Αριστοτέλην –«κοινού συμφέροντος».

Οπόταν: Εάν η ευθύνη είτε απουσιάζει, είτε είναι ανεπαρκής, απλώς η δημοκρατία εκπίπτει! Και αποβαίνει τελικά ρητορικό κέλυφος. Που επικαλύπτει το κενό στην καλύτερη περίπτωση, και τις ασύδοτες πρακτικές στην χειρότερη. Ως κακοήθης νεοπλασία εν υποτροπή. Κι αυτό ακριβώς είναι που ο διαχρονικός Αριστοτέλης προσδιορίζει (επιεικώς) ως «παρέκβαση». Ενώ η πλατωνική ευστοχία αποφαίνεται πως: «Η γαρ άγαν ελευθερία, έοικεν ουχ εις άλλο τι, ή εις άγαν δουλείαν μεταβάλλειν και ιδιώτη και πόλει».

«Αγαν ελευθερία» ως αβασάνιστη αντίληψη, ασύδοτη συμπεριφορά και αλόγιστη πρακτική. Που: Είτε παρακάμπτει κανόνες. Είτε περιφρονεί νόμους. Είτε καταργεί θεσμούς. Εν ονόματι της ελευθερίας, όπως την νοούν (και την ερμηνεύουν) κάποιες καχεκτικές μειοψηφίες. Κυρίως όμως «επαναστατικώ (δήθεν) δικαίω»! Με αυτό το «δίκαιο» να προσδιορίζεται από σύνδρομα ομάδων και η «επανάσταση» ν’ αποβαίνει αιχμή ενός ατάσθαλου ετσιθελισμού. Που όταν δεν επενεργεί με όρους φονικών μεθοδεύσεων (ως τρομοκρατία) εκδηλώνεται με παράπλευρες δράσεις, οι οποίες κινούνται στα όρια αμφιβόλου νομιμότητος και παρένθετης παρανομίας! Και το εν προκειμένω χειρότερο: Η περίεργη ανοχή! Και η άνευρη αντίδραση. Που όταν δεν αμνηστεύει, οπωσδήποτε σιτίζει την εκνομία! Και παρέχει περιθώρια (εάν όχι κάλυψη) αποθρασύνοντας τους φορείς τέτοιων ιδεοληπτικών στρεβλώσεων και κακέκτυπων φαντασιώσεων. Γι’ ανατροπές, που δεν έχουν ούτε σαφές περιεχόμενο, ούτε και ιδεολογικό ειρμό.

Η αλήθεια: Ολοι –και πρωταρχικά όσοι εντίμως συλλογίζονται –ξέρουν ότι έτσι ακριβώς είναι. Αυτό συμβαίνει. Και αυτό εισπράττεται, όποτε η ενεργητική αναρχία (ως άγαν ασυδοσία) εφορμά υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα. Αυτοϊκανοποιούμενη με δικές της μεθέξεις, ανεξαρτήτως κόστους για όλους τους άλλους. Και τελικά το ίδιο το κράτος, που σε κάποιες εκδοχές του, εν πολλοίς καταργείται! Αφού υφίσταται την παρανομία, χωρίς να μπορεί (κι ενίοτε να θέλει) να εμπεδώσει τη νομιμότητα. Εμπεδούμενο τελικά (ως οφείλει) και το ίδιο. Σε περιβάλλον νομιμότητος και κλίμα σταθερότητος.

Οπως και πρόσφατα σ’ αυτές τις στήλες σημειώναμε: Αυτό δεν σημαίνει, ούτε πολιτική καταστολών ούτε και άσκηση βίας. Η οποία τελικά θα σίτιζε την ιδεοληπτική κακοβουλία. Και θα προσχηματοδοτούσε ασύδοτες επιλογές και ασύμμετρες ενέργειες. Το φρόνημα των πολιτών, είναι απολύτως ελεύθερο. Και οι προτιμησιακές ιδεολογικο-πολιτικές αντιλήψεις, όχι απλώς ανεκτές, αλλά κυριαρχικό στοιχείο του δημοκρατικού γίγνεσθαι. Ετσι που να καθιστά κάθε πολίτη κυρίαρχο. Σημαίνει όμως και αυτονόητα όρια. Οπως αυτά προσδιορίζονται από τις δημοκρατικές διαδικασίες. Ως θεματοφύλακες αξιακών αντιλήψεων και πρακτικών.