Η νέα χρονιά ξημέρωσε με μια κουβέντα: πότε θα γίνουν εκλογές.

Εύλογη απορία.

Η κυβέρνηση φαίνεται ξέπνοη, οι αντοχές της εξαντλημένες, το πολιτικό κεφάλαιο σπαταλημένο, ακόμη και τα συνταγματικά περιθώρια περιορίζονται –το πολύ είκοσι μήνες και κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί να τραβήξει τόσο!

Δεν είναι μόνο (όλες) οι δημοσκοπήσεις που διαπιστώνουν την αποδρομή. Είναι επίσης ότι οι κυβερνητικοί δεν έχουν κερδίσει ούτε μια εκλογική αναμέτρηση σε σωματείο, σύλλογο ή ομοσπονδία την τελευταία διετία.

Ούτε μια! Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα οι (όποιες) δυνάμεις τους έχουν υποστεί πανωλεθρία.

Η κοινωνική πλειοψηφία φαίνεται να περνάει μαζικά στην αντιπολίτευση και η πολιτική αλλαγή να συντελείται ήδη στην κοινωνία.

Με όποιον τρόπο κι αν το δεις, η κυβέρνηση δεν έχει πολλά χαρτιά στο μανίκι.

Η καθημερινότητα, η εικόνα της, άρα κι οι πολιτικοί συσχετισμοί, δύσκολα θα μεταβληθούν ριζικά στον ορατό ορίζοντα. Κι όσα συζητούνται ως δήθεν «κρυφά χαρτιά» θυμίζουν περισσότερο ευσεβείς ψευδαισθήσεις παρά ρεαλιστικό σχεδιασμό. Αλλα λόγια να αγαπιόμαστε, σε απλά ελληνικά.

Αυτή είναι μια σχετικά ακριβής καταγραφή της κατάστασης –δεν νομίζω ότι μπορεί να αμφισβητηθεί με στοιχειώδη σοβαρότητα…

Από εκεί και πέρα αρχίζει η εικοτολογία. «Μπορεί να συμβεί ετούτο…», «μπορεί να γίνει το άλλο…», «υπολογίζουν σε αυτό…», «ποντάρουν σε εκείνο…».

Προφανώς όλα μπορεί να συμβούν. Αλλά σπανίως συμβαίνουν.

Η εικόνα αυτή όμως δεν είναι παρά μια πλευρά της πραγματικότητας. Διότι τη στιγμή που η κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή αντιλαμβανόμαστε δυο άλλες σοβαρές παραμέτρους.

Πρώτον ότι θα προσπαθήσουν να εξαντλήσουν και το τελευταίο περιθώριο παραμονής στην εξουσία. Προσμένοντας «ίσως, κάποιο θάμα!».

Δεύτερον ότι θα το προσπαθήσουν με όποιο κόστος, μέθοδο και μεθόδευση. Ανενδοίαστα. Χωρίς όρια και κανόνες.

Με άλλα λόγια, η «προφανής δυσαρμονία» με το λαϊκό φρόνημα (για να χρησιμοποιήσω έναν παλαιότερο συνταγματικό όρο…) δεν θα επιλυθεί απαραιτήτως σε συνθήκες ομαλότητας.

Φυσικά, τα πράγματα θα πάρουν αναπόφευκτα τον δρόμο τους. Αργά ή γρήγορα, εύκολα ή δύσκολα, όλα θα κριθούν μια Κυριακή. Αλλά εν τω μεταξύ το κόστος μπορεί να αποδειχθεί ανυπολόγιστο.

Και γι’ αυτό, ευχόμενος για τη νέα χρονιά, θα ήθελα να προσθέσω ότι περισσότερο ίσως από την ημερομηνία των εκλογών με ενδιαφέρει και ίσως με φοβίζει τι θα μεσολαβήσει έως τις εκλογές.

Σε τι κατάσταση δηλαδή θα παραδοθεί η χώρα στους επόμενους. Αν η έκταση των ερειπίων, υλικών και ηθικών, και η ένταση των δηλώσεων, θα επιτρέψουν την ταχεία ανόρθωσή της.

Διότι μια κυβέρνηση μπορεί να πέσει –κάποια στιγμή όλες οι κυβερνήσεις πέφτουν…

Το ζητούμενο όμως είναι να μην πέσει μαζί της και η χώρα.