Δεν είμαι από «αριστερή οικογένεια». Είμαι από μια οικογένεια – ιδεολογικό ημι-σκούμπριο: ο πατέρας ήταν κομμουνιστής και η μάνα μου βασιλόφρων. Επομένως και κατά συνέπεια, αφού η οικογενειακή καταγωγή (κατά κάποιους) οφείλει να επηρεάζει την δική μας ιδεολογία, τότε πρέπει εγώ να ψηφίζω κάτι ανάμεσα στους δύο γεννήτορες, άρα Κέντρο, δηλαδή Βασίλη Λεβέντη.

Καταρχήν δεν μπορεί ιδεολογικά να χλευάζεις το τρίπτυχο πατρίδα – θρησκεία – οικογένεια και μετά να επικαλείσαι την οικογένεια. (Ή, και την πατρίδα, αν χρειαστεί, που είναι συχνά «το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων», όπως είδαμε, πάλι, πρόσφατα). Δεν μπορεί να ειρωνεύεσαι μια ζωή την αστική οικογένεια ως θεσμό και μετά να λες είμαι κομμουνιστής γιατί ο πατέρας μου ήταν στον ΕΛΑΣ –αυτό συνιστά μικροαστική παρέκκλιση, κραυγαλέα αντίφαση, και εξυπακούει την έννοια της οικογενειακής ευθύνης. Ασε που έτσι δικαιώνεις εκείνους που συνελάμβαναν κάποιους, ένθεν κακείθεν, επειδή ο μπαμπάς τους ήταν έτσι ή αλλιώς, ή ο μπατζανάκης τους είπε μια κουβέντα στο καφενείο. Επειδή ο αδερφός τους πολεμούσε με τον Εθνικό Στρατό, ή με τον ΔΣΕ. Αρα είχαν δίκιο που τους συνελάμβαναν, και απ’ τις δυο μεριές: εφόσον αν ο μπαμπάς, ή ο αδερφός είναι έτσι, τότε αναλόγως προκύπτει και το παιδί ή ο ομογάλακτος, ως μηχανιστική αναπαραγωγή. Σαν την κλωνοποίηση της Ντόλι, του γνωστού προβάτου.

Αλλά και τι γίνεται αν ο μπαμπάς ήταν κομμουνιστής και μετεστράφη, ή δεξιός που αποφάσισε να επιβάλει τον κομμουνισμό; Τι απ’ τα δύο οφείλει να κάνει το τέκνο; Να είναι με το πριν του πατρός ή το μετά; Στην Μακρόνησο το 93% έγιναν δηλωσίες. Κι έπειτα; Ξέρουμε τι τράβηξαν; Και τι οφείλουν να πράξουν τα παιδιά; Αλλοι υπήρξαν γιοι δωσιλόγων, έτεροι γιοι ανθρώπων που πάλευαν να αυτονομηθεί η Μακεδονία και η Θράκη. Τι οφείλουν να πιστεύουν οι επίγονοι; Να ταυτιστούν με το ιδεολόγημα του μπαμπά, ανεξαρτήτως με την δική τους, προσωπική άποψη; Κάποιοι είναι εγγονοί των φιλο-ναζιστών που πήγαν να κάνουν κίνημα κατά του Ιωάννη Μεταξά (3 Ιουνίου 1940: Σκυλακάκης, Κοτζιάς, Γκοτζαμάνης, Τουρκοβασίλης, κ.λπ.) και συνελήφθησαν. Με ποιον οφείλουν να είναι τα εγγόνια; Με τον παππού, με τον Μεταξά, με τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, με τον Σκαρίμπα που έλεγε «Ανάρχα και Θεοί πείθονται», ή απλώς με τον Ολυμπιακό;

Σήμερα φάγαμε κουκιά, κι αύριο κουκόζουμο; Ή, θα ακολουθήσουμε την σοφή άποψη των αρχαίων που υποστήριζαν το «Σκέπτεσθαι εξ ιδίων»; Να σκέφτεσαι, δηλαδή, μόνο με το δικό σου το μυαλό; Εκτός κι αν βγαίνουμε πανομοιότυποι από ιδεολογικές βιοτεχνίες, κι επειδή ο σημερινός μπαμπάς μπορεί να είναι υπέρ του Σώρρα, και θα ψήφιζε Σώρρα, οφείλει να κάνει το ίδιο και ο γιος, στο μέλλον, προς δόξαν της ηρωικής οικογένειας. Αν συνέβαινε και συνεχιζόταν αυτό στην Ιστορία, τότε σε τι βάθος θα μπορούσε να φτάσει; Γιατί εγώ, τώρα, να μην είμαι οπαδός του Τρικούπη, ή του Αγροτικού Κόμματος και του Ιωάννη Σοφιανόπουλου (ποιος είν’ αυτός;), εν έτει 2017;

Μιλάμε για αταβισμό του αίματος; Και γιατί αυτή η εμμονή με τον Εμφύλιο και την Κατοχή; Τι θα πει «ο μπαμπάς μου ήταν κομμουνιστής, ή εθνικόφρων, άρα είμαι κι εγώ το ίδιο»; Και πού ξέρουμε τι ακριβώς συνέβη τότε, ποια ήταν η συγκυρία και τι ακριβώς έκανε ο καθείς; Βέβαια όλοι οι πατεράδες είχαν δίκιο και κανείς δεν έσφαξε στον Εμφύλιο, παρότι είχαμε διπλάσιους σκοτωμένους Ελληνες απ’ ό,τι στην Κατοχή. Ολοι ήταν αθώοι και μόνοι κάποιοι άλλοι έκαναν αγριότητες. Πάντως ο δικός μου ο πατέρας (Θεός σχωρέστον) ήταν κομμουνιστής και της τρίτης δημοτικού. Απ’ όσο θυμάμαι αν του έλεγες το όνομα Μαρξ θα νόμιζε ότι ήταν μάρκα τσατσάρας και ταλαιπωρήθηκε, ο δυστυχής, ώς το 1968 που έφυγε –ο αδερφός του πολέμησε με τον Εθνικό Στρατό. Και οι δύο όπου και να ήταν, αυτό συνέβη κατά λάθος. Δεν ξέρανε, δεν είχαν ιδέα. Αγράμματοι άνθρωποι –ζήσανε μια τραγωδία. Ηταν τραγικοί οι ίδιοι. Για ποια ιδεολογία μπορούμε να μιλάμε; Κι εγώ δεν οφείλω να τα αντιμετωπίζω κριτικά όλα αυτά; Ή, πρέπει να κάνω την Ντόλι; Και γιατί να μην είμαι υπέρ της μάνας μου που ήταν βασιλόφρων επειδή ο παππούς μου διώχθηκε απ’ τους βενιζελικούς; Τρέχα γύρευε.

Αλλοι βγήκαν αριστεροί από χουντική οικογένεια, κι άλλοι χουνταίοι με πατέρα αρχειομαρξιστή. Ετσι είναι. Η δήθεν τιμητική αναφορά στους γονείς και η εμμονή στον Εμφύλιο και το ότι μας κυνηγάνε οι χαφιέδες ακόμα είναι ναρκισσιστικός αυτο-οικτιρμός. Και σαν να λέμε: τιμώ τον πατέρα μου για έναν λόγο, επειδή έβγαλε έναν τόσο σπουδαίο γιο. Ο οποίος επιπλέον ψάχνει και για ηρωικό παρελθόν, με την λογική: και εγώ ως γιος ήρωα (τρόπος του λέγειν) κάτι πρέπει να έχω πάρει απ’ τον επαναστάτη, ή αντεπαναστάτη γεννήτορα. Πρόκειται απλώς για μικροαστικό ναρκισσισμό. Κάτι σαν τους νεο-αστούς που εφευρίσκουν αριστοκρατικό οικογενειακό δέντρο με τίτλους Κατεπάνω, ή Μέγα Λογοθέτη στο Βυζάντιο. Είναι το ίδιο ακριβώς, ανεστραμμένο –αν και το είπε έγκαιρα ο Ουάιλντ: δυστυχώς το πνεύμα δεν είναι μεταδοτικό.

Ο καθείς μας έχει έναν πατέρα και μια μάνα. Τους τιμούμε ό,τι και να ήταν. Με όποιους και να ήταν. Δεν ήταν πρώτα ιδεολόγοι, αλλά, ελπίζω, πρώτα άνθρωποι. (Η ύπαρξη προηγείται της ιδεολογίας). Τους αγαπούμε. Και, προσωπικά, αν μου επιτρέπεται, δεν τους οφείλω ιδεολογικώς τίποτε. Ούτε μου το ζήτησαν ποτέ. Κι εξάλλου ένας ελεύθερος πολίτης οφείλει πνευματικά, ως μυαλό, ως σκέψη, και μάλιστα σε ιλιγγιωδώς διαφορετικές συνθήκες από εκείνους, να είναι απόλυτα αυτoφυής, αυτογενής και αυτοπάτωρ. Χωρίς ζώδιο. Να σκέπτεται εξ ιδίων. Κάτι, όμως, που είναι επίπονο, τολμηρό και ιδιαίτερα δύσκολο. Ενας άγρυπνος αγώνας διά βίου. Βάσανο. Αλλά έχει έξοχον θήραμα: την κατά το μάλλον εσωτερική (τουλάχιστον) ελευθερία.

Βέβαια το να είσαι Ντόλι και να βελάζεις εντός κρύπτης είναι κι αυτό μια ελεύθερη, εμφυλιοπολεμική επιλογή. Συνήθως κοντόφθαλμα συμφέρουσα.