Πριν από τις τελευταίες αμερικανικές εκλογές, όσοι υποβάθμιζαν τη σημασία της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, είτε από τα δεξιά είτε από τα αριστερά, χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες. Σ’ αυτούς που εξέφραζαν τη βεβαιότητα ότι μετά την εκλογή του θα έκανε kolotumba και σ’ εκείνους που έλεγαν πως έτσι κι αλλιώς στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν κυβερνά ο πρόεδρος, αλλά τα συμφέροντα, οι πολυεθνικές και οι Εβραίοι.

Διαψεύστηκαν και τα δύο στρατόπεδα. Πιστός στις προεκλογικές του υποσχέσεις, και πάντα ενεργώντας «για το καλό» όπως βεβαίωσε ο Πρωθυπουργός μας, ο Τραμπ πέρασε μια φορολογική μεταρρύθμιση που ευνοεί το πιο πλούσιο 1% των Αμερικανών και πέταξε στο καλάθι κάθε προοπτική για ειρήνευση στη Μέση Ανατολή υπογράφοντας τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ. Κι αυτά, μόλις την τελευταία εβδομάδα.

Η αλήθεια είναι πως δεν πρόκειται απλώς για έναν απρόβλεπτο και βαθύτατα αντιδραστικό πρόεδρο. Η Αμερική, και ο πλανήτης ολόκληρος, παρακολουθεί καθημερινά με ανησυχία τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου που στην καλύτερη περίπτωση πάσχει από μια ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας (κάτι πολύ σοβαρότερο από τον ναρκισσισμό). Για να το πούμε ωμά, έγραφε πρόσφατα η γνωστή αμερικανίδα συγγραφέας και αρθρογράφος του «New York Review of Books» Ελίζαμπεθ Ντρου: αυτό που φοβόμαστε είναι ότι ένας πνευματικά διαταραγμένος πρόεδρος μπορεί να οδηγήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν πυρηνικό πόλεμο.

Η σεναριολογία του «What if» αφήνει συνήθως ελεύθερη τη φαντασία να καλπάσει. Αντίθετα όμως με τις μυριάδες υποθέσεις που θα μπορούσε να διατυπωθούν για το τι θα είχε συμβεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε κερδίσει την εξουσία, τα πράγματα εδώ είναι συγκεκριμένα. Αν τον Νοέμβριο του 2016 είχε εκλεγεί πρόεδρος η Χίλαρι Κλίντον, δεν θα είχαν αποχωρήσει οι ΗΠΑ από τη συμφωνία για το κλίμα, δεν θα είχαν ψηφιστεί τόσο άδικα φορολογικά μέτρα, δεν θα είχε ανάψει φωτιά στη Μέση Ανατολή και δεν θα είχε φτάσει σε τόσο επικίνδυνο σημείο η αντιπαράθεση με τη Βόρεια Κορέα. Θα είχε στενοχωρηθεί βέβαια ο Πάνος Καμμένος, αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα σε αυτή τη ζωή.

Η Χίλαρι έχασε επειδή πολλοί από τους δυνάμει ψηφοφόρους της τη βρήκαν υπερβολικά λίγη, υπερβολικά άχρωμη ή υπερβολικά δεξιά, επειδή ο αντίπαλός της αποδείχθηκε μετρ στα fake news και επειδή οι ρωσικές παρεμβάσεις –τις οποίες ερευνά εντατικά αυτές τις ημέρες ο ειδικός ανακριτής Ρόμπερτ Μιούλερ –φαίνεται να έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο σε μερικά swing states. Θα αποβούν διδακτικά άραγε όλα αυτά για όσους εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στην πολιτική; Ή μήπως είναι ήδη πολύ αργά;

Ακόμη κι αν αποφευχθεί η καταστροφή, η αμερικανική πολιτική ζωή έχει ήδη δηλητηριαστεί. Ετσι γίνεται: οι εμπρηστές έρχονται και παρέρχονται, αλλά το στίγμα τους παραμένει. Κι αυτό δεν αφορά φυσικά μόνο την Αμερική.