Είναι η φιλάνθρωπος κυρία που ή χώρισε ή χήρεψε ή και τα δύο. Η κυρία που κάθεται πάνω στις οφσόρ και βαριέται. Πόσο να ψωνίσεις, πόσο να κουτσομπολέψεις, όσα μανικιούρ κι αν κάνεις, τα νύχια είναι δέκα, δεν γίνονται δεκαεφτά επειδή ο άντρας σου έχει λεφτά.

Μια κυρία που βαριέται, πρώτα εκνευρίζεται και μετά οργίζεται. Και ξεσπάει τα νεύρα της στην οικιακή βοηθό. Στον κηπουρό που δεν φύτεψε αρκετές μπιγκόνιες. Στις μπιγκόνιες αυτές καθαυτές. Στο ολόλευκο σκυλάκι που αγόρασε από το εκτροφείο πανάκριβο για να το βασανίζει και να περνάει ευχάριστα η ώρα.

Η Μαντάμ Λουσού λοιπόν, αφού ξεφτιλίσει την υπηρέτρια, βρίσει τον κηπουρό, κλωτσήσει την μπιγκόνια και δείρει το σκυλί, συνειδητοποιεί πως εξακολουθεί να βαριέται. Και τότε γίνεται φιλάνθρωπος.

Αλλά όχι η πρώτη τυχούσα φιλάνθρωπος. Το ζητούμενο άλλωστε είναι να γίνεις ΠΙΟ πολύ από τις άλλες. ΠΙΟ πολλά τέια, ΠΙΟ πολλά ντεφιλέ με τις ΠΙΟ πρωτοκλασάτες χήρες βοηθείας τώρα και στην πόλη σας, κυρίες και κύριοι.

Κι όλα αυτά όχι γιατί σ’ έπιασε βαρύς νταλκάς για τους συνανθρώπους σου, αλλά για να τερματίσεις πρώτη στην ξεπερασούρα της χλιδής. Αξιολάτρευτα γλυκούλι το οξύμωρο της υπόθεσης: φοράς μπιζού 50.000 και δίνεις 50 ευρώ σε φιλανθρωπίες.

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, μου έρχονται στο μυαλό οι Χήρες Βοηθείας. Αυτές που έχουν συνδέσει τη «φιλανθρωπία» με τις γιορτές. Διότι, όπως όλοι γνωρίζουμε, οι άνθρωποι πεινάνε, κρυώνουν, υποφέρουν, είναι σε απελπισία, πηδάνε από μπαλκόνια μόνο τις μέρες των εορτών. Από Χριστούγεννα μέχρι σκάρτα των Φώτων. Ολο τον υπόλοιπο χρόνο, ο λαός ευημερεί.

Από την άλλη πλευρά της στερεοτυπικής φιλανθρωπίας, βρίσκονται τα συντρόφια που σου τη βγαίνουν απ’ αριστερά. Δεν κάνει να βοηθάς, αυτό είναι δουλειά του κράτους. Δεν θα αναπληρώσεις εσύ τα δικά του κενά, δεν θα δώσεις εσύ πατερίτσες σε ένα ανάπηρο κοινωνικό σύστημα.

Ναι. Μάλιστα. Σύμφωνοι. Οντως αυτό είναι δουλειά του κράτους. Ομως τι γίνεται όταν το κράτος που περιμένεις να σε βοηθήσει είναι αυτό που σε βούλιαξε; Τότε, πώς λύνεται η εξίσωση:

Εχουμε ένα παιδί.

Εχουμε έναν ψόφο.

Το παιδί χρειάζεται μπουφάν.

Το παιδί δεν έχει μπουφάν.

Το παιδί κρυώνει.

Τι κάνεις τότε εσύ;

Εχεις τρεις λύσεις λογικά:

1. Ως Χήρα Βοηθείας δίνεις ένα μπουφάν στο παιδί, αλλά από μακριά, έτσι με σιχασιά, μην ξεχνιόμαστε.

2. Αν είσαι ο ινστρούχτορας ο σωστός, ο πρόστυχος, δεν δίνεις μπουφάν στο παιδί. Του εξηγείς τον λόγο, του λες πως το κράτος όφειλε να το έχει ήδη προμηθεύσει. Κι αν πεθάνει, πέθανε.

3. Αφήνεις τις μαλακίες και δίνεις ένα μπουφάν στο παιδί.

Ετσι Ή αλλιώς, μετά τις γιορτές, οι συνάνθρωποί μας πέφτουν στα αζήτητα. Του χρόνου πάλι με το καλό θα μιλάμε για ευθύνες του κράτους και φιλανθρωπίες του κώλου. Οι κυρίες θα είναι κυρίες, οι οφσόρ θα είναι οφσόρ, οι θεωρητικοί θα θεωρητικολογούν, τα παιδιά θα παγώνουν. Τα ίδια και τα ίδια. Και τα ίδια, και τα ίδια, και τα ίδια. Πώς περάσατε στις γιορτές Μιχαλάκη, να εδώ οικογενειακά.

Κι όσο για το «δεν είναι δική μας δουλειά, είναι του κράτους», λυπούμαι, αλλά εάν περιμένουμε από το συγκεκριμένο κράτος, θα πεθάνουμε όλοι μαζί. Οπότε ας ξεχαρμανιάζουν οι λουσούδες κι ας ουρλιάζουν οι παλαιάς κοπής κουμουνιστές. Βοηθάμε, τέρμα. Βοηθάμε. Οπως μπορούμε, όσο μπορούμε, με ό,τι μπορούμε. Κι ας μας κρίνει ο Θεός, ο Μαρξ.

Ή έστω η Κοκό.