Οσο θα ήτο λάθος η τυχόν συναισθηματική προσέγγιση των Ελληνοτουρκικών, άλλο τόσο εσφαλμένη θ’ απέβαινε η παραγνώριση του συσσωρευμένου φόρτου που επιβαρύνει επικίνδυνα τις σχέσεις των δυο χωρών. Οπως και η επιπόλαιη απλοποίηση προβλημάτων και συνακόλουθων κρίσεων που αναπαράγονται και τα συνοδεύουν. Ιδιαίτερα καθώς: Αφενός χάσκουν ανοικτά γεωπολιτικά τραύματα. Με μονομερή τουρκική οπωσδήποτε υπαιτιότητα. Και αφετέρου παραμένουν έωλες εκκρεμότητες. Κι αυτά δεν είναι καθόλου σοφό ούτε να επικαλύπτονται από περιστασιακούς δείκτες καλών προθέσεων ούτε και να υποτιμώνται χάριν απλώς ομαλών σχέσεων και τυπικής διαβεβαιώσεως «καλών διαθέσεων».

Αυτό θα ισοδυναμούσε περίπου με στρουθοκαμηλισμό. Κρύβοντας δηλαδή το κεφάλι στην άμμο των διπλωματικών κανόνων και των στερεότυπων περί «καλής γειτονίας». Οταν μάλιστα είναι βέβαιο πως: Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα συναντηθούμε με αυτούς τους «ανοικτούς λογαριασμούς». Τους οποίους φροντίζει συνεχώς να υπενθυμίζει (και ν’ αναβαθμίζει) με κάθε τρόπο η άλλη πλευρά. Και οι οποίοι σε δεδομένη στιγμή θ’ απαιτήσουν οριστικό ξεκαθάρισμα. Που μπορεί ν’ αποβεί: Είτε αμοιβαίως θετικό. Είτε μοιραίο. Αυτό ακριβώς είναι τελικά το μείζον (αμφιπλεύρως) διακύβευμα.

Γιατί σ’ αυτό στοχεύουν και αυτό υπηρετούν οι μεθοδικές αεροναυτικές επελάσεις, δίκην πειρατικών εισδύσεων πέριξ και πέραν των εθνικών ορίων. Να δημιουργήσουν δηλαδή «προηγούμενο». Ως αιχμή ενός αυτόδηλου σχεδιασμού. Που σε βάθος χρόνου μπορεί να δημιουργήσει ανεπιθύμητες καταστάσεις.

Για να μη σκιαμαχούμε όμως, πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιηθεί πως ό,τι και να συμβαίνει οι δυο χώρες είναι καταδικασμένες να ζουν στην ίδια γεωγραφία. Και να μοιράζονται κοινά σύνορα κι εν πολλοίς κοινά προβλήματα σε πολλά επίπεδα. Οπόταν και κάπου πρέπει ακριβώς να πρυτανεύσει ό,τι αποκαλείται κοινή λογική. Η οποία δεν είναι αφηρημένη έννοια. Αντιθέτως είναι περιεκτική αντίληψη και ουσιώδης πρακτική. Που στην προκειμένη περίπτωση:

1. Αποκτά όλως ιδιαίτερη βαρύτητα εάν μεταφρασθεί σε προσήλωση στους κανόνες της διεθνούς νομιμότητος ως το αμοιβαίως αποδεκτό πλαίσιο καλών σχέσεων.

2. Αποβαίνει εφαλτήριο θετικής υπερβάσεως προβλημάτων που επισημαίνονται και αδιεξόδων που ανακύπτουν.

Κι αυτό με τη σειρά του σημαίνει (και προϋποθέτει) εγκατάλειψη συνδρόμων μεγαλοϊδεατισμού και προσπέλαση έωλων συνειρμών εθνικιστικής μεγαλαυχίας. Που μεταφράζονται τελικά σε βλέψεις και στρατηγικές περιφερειακής ηγεμονίας. Οπως δυστυχώς (και όχι περιστασιακώς) διατυπώνονται από τον Ερντογάν ως ο πυρήνας της πολιτικής του. Που συνάπτεται προς συγκεκριμένες στοχοθεσίες, οι οποίες περνούν μέσα και από αναθεώρηση διεθνών συνθηκών και άσκηση κηδεμονίας στην ευρύτερη βαλκανική ζώνη. Οπου η Αγκυρα παρεισδύει και θεωρεί ως «εν δυνάμει ζωτικό χώρο» τις περιοχές όπου υπάρχουν «οθωμανικοί θύλακοι»! Από Αλβανία έως Κόσοβο. Και από Βοσνία έως FYROM! Με τη Θράκη ως μέρος του νεο-οθωμανικού εφαλτηρίου, όπως οι έκδηλες προθέσεις του Ερντογάν και των περί αυτόν το προάγουν συστηματικά.

Εάν σ’ αυτά προστεθούν και τα της (ημικατακτημένης ήδη και συστηματικώς τουρκοποιούμενης) Κύπρου, τότε ολοκληρώνεται η μεγάλη εικόνα που διέπει τις προθέσεις (και τις ορέξεις) της Αγκυρας. Να μην αυταπατώμεθα. Και μακάρι αυτά ν’ αναστραφούν με πειθώ κι εκλογίκευση.