Οταν ένα κόμμα εξαφανίζεται δεν μπορεί να φταίνε μόνο οι άλλοι. Τη δημαγωγία, τη γλώσσα του σώματος, την ακατάσχετη ψευδολογία και την ξεδιάντροπη και κυνική χειραγώγηση της κοινής γνώμης την υπέστη και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Ηταν η εποχή του εθνικολαϊκισμού, μια μεγάλη ντροπή, αναμφισβήτητα, για τον λαό μας. Οι τραμπούκοι του Τσίπρα και του Καμμένου βάδισαν προς την εξουσία χρησιμοποιώντας, σε πρωτοφανή έκταση, τη βία και τη δημαγωγία. Ολα αυτά έχουν λεχθεί, έχουν αποδειχθεί, έχουν γίνει αντικείμενο αυτοκριτικής από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες και ας ελπίσουμε ότι ήταν μια ευκαιρία, που δεν αξιοποιήθηκε όπως στο παρελθόν σε άλλες χώρες από το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα της χώρας μας.

Υπάρχει όμως πρόβλημα ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορεί ένα κόμμα του 40% να βρεθεί με μονοψήφια απήχηση χωρίς να έχει κάνει και το ίδιο λάθη. Γιατί η ΝΔ δεν έχασε το σύνολο των δυνάμεών της; Γιατί στο ΠΑΣΟΚ είχαν ωριμάσει εξελίξεις και αλλαγές που δεν έγιναν. Κατά περίεργο τρόπο, οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ υπήρξαν πιο ευάλωτοι στη δημαγωγία του εθνικοσοσιαλισμού, επειδή ήταν περισσότερο συνδεδεμένοι με λαϊκά αιτήματα και την ανάγκη θεσμικών αλλαγών. Το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη υπέκυψε στον εκβιασμό της συντεχνίας των πανεπιστημιακών δασκάλων και διατήρησε την απαγόρευση της δημιουργίας ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης από ιδιώτες. Το ΠΑΣΟΚ ήταν αυτό που άφησε έρμαιο τον δημόσιο τομέα στους εκβιασμούς μιας ομάδας συνδικαλιστών, που μπορούσαν, μετά από δυναμωμένα συμβούλιά τους, να κηρύξουν απεργίες και καταλήψεις χώρων εργασίας. Ο ιδεολογικός έρπων φασισμός της αυτοδικίας κατέλαβε τον δημόσιο χώρο επί ΠΑΣΟΚ. Σήμερα ακραιφνείς εκπρόσωποί του είναι στις φυλακές ή πολύ κοντά στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Καμαρώστε τους!

Πριν από 20 χρόνια είχα γράψει ότι πρέπει να προηγείται στις συνεδριακές διαδικασίες του ΠΑΣΟΚ η συζήτηση για την πολιτική. Η ηγεσία θα έπρεπε να εκλέγεται έμμεσα σε δύο γύρους και με απλή αναλογική στον πρώτο γύρο. Δεν είναι λογικό να εκλέγουμε πρώτα αρχηγό και μετά να μαθαίνουμε τι πολιτική έχει στο κεφάλι του και σκοπεύει να εφαρμόσει. Συγχαρητήρια στην επιτροπή Αλιβιζάτου, που κατάφερε με τα δύο debate από τηλεοράσεως να δώσει στον κάθε πολίτη τη δυνατότητα να κρίνει πρόσωπα και ιδέες στην αναμέτρηση για την εκλογή αρχηγού μιας ενιαίας Δημοκρατικής παράταξης. Η ποιότητα της αναμέτρησης δεν βαρύνει προφανώς αυτόν αλλά τους ίδιους τους συμμετέχοντες. Διαφώνησαν στα εξής τρία σημεία, που νομίζω ότι είναι απαραίτητα για να βγάλει κανείς συμπεράσματα:

1. Αν ο ένας ή η μία αρχηγός θα προΐσταται ενιαίας κοινοβουλευτικής ομάδας ή αν θα διατηρούν οι κομματικές ηγεσίες, στο ΠΑΣΟΚ και Το Ποτάμι, την τελευταία λέξη για τη διατήρηση της κοινοβουλευτικής τους ομάδας.

2. Αν είναι υπέρ ή κατά της απλής αναλογικής.

3. Ποιες είναι οι προοπτικές τους για μια συμμαχική πολιτική με το πρώτο κόμμα, αν τυχόν χρειαστεί η ΝΔ τους λίγους βουλευτές που θα εκλέξει η νέα παράταξη ως τέταρτο κόμμα και τους ακόμα περισσότερους που θα εκλέξει ως τρίτο, για να διαμορφώσει μια ενιαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με την οποία θα μπορεί να κυβερνήσει.

Και στα τρία διαφώνησαν. Είπαν δηλαδή στον πολίτη που τους κοιτούσε ότι δεν υπάρχει κανείς λόγος, σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου που υφίστανται σήμερα, να μην ψηφίσει ΝΔ, που είναι η μόνη πολιτική δύναμη που έχει το σθένος και τα πολιτικά χαρακτηριστικά που θα της επιτρέψουν να συντρίψει τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το άρθρο αυτό γράφεται με την εμπειρία μόνο της πρώτης συζήτησης. Είμαι βέβαιος ότι το δεύτερο debate θα χειροτερέψει την ασάφεια. Να μην παραπονιούνται λοιπόν οι φίλοι τους όταν στην ερώτηση «ποιον προτιμάς;» πολλοί πολίτες απαντούν: «Κανέναν».