«Θέλουμε διαζύγιο» είπε εκείνη. «Ναι, θέλουμε» είπε κι εκείνος, με τα μάτια στο πάτωμα. «Γιατί;» ρώτησε με ανθρώπινη και όχι επαγγελματική απορία η δικηγόρος τους «δεν τα πάτε καλά;». «Οχι, είμαστε πολύ καλά μεταξύ μας». «Τότε;». «Υπάρχει άλλη». «Αλλά παρ’ όλ’ αυτά τα πάτε καλά; Μπράβο σας». Δεν άργησα να καταλάβω πως αυτή η «άλλη» ήταν μια… ΔΟΥ. Ο πραγματικός αυτός διάλογος εκτυλίχθηκε πριν από αρκετά χρόνια. Από τότε, έχει αποτελέσει πολλές φορές την απαρχή μιας ιδιαίτερης «νομικής» συμβουλής, προκειμένου να αποφευχθεί η μέγγενη της φίλης Εφορίας, τουλάχιστον για τον έναν εκ των δύο συζύγων.

Η διαδικασία είναι απλή και μειωμένου κόστους. Το ζευγάρι προσέρχεται σε κοινό δικηγόρο, του παρέχει έναν μικρό αριθμό απαιτούμενων και ευκόλως προσβάσιμων εγγράφων (ληξιαρχική πράξη γάμου, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και τελευταίο εκκαθαριστικό, για την πιστοποίηση της κατοικίας του ζευγαριού) κι εκείνος καταθέτει την αίτηση συναινετικού διαζυγίου στο δικαστήριο. Μόνη προϋπόθεση να έχουν περάσει τουλάχιστον 6 μήνες από την ημερομηνία του γάμου και να έχει συνταχθεί ένα ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο θα ορίζει τις λεπτομέρειες του χωρισμού –διατροφή και επιμέλεια τέκνου εάν υπάρχει. Περίπου 6 μήνες μετά ορίζεται μια δικάσιμος στην οποία συνήθως δεν εμφανίζεται κανείς και η υπόθεση «ματαιώνεται». Ο στόχος, όμως, έχει επιτευχθεί: Για το Τμήμα Μητρώου της εκάστοτε ΔΟΥ και προκειμένου να εμφανιστεί κάποιος στο σύστημα ως «διαζευγμένος» και να μπορεί να κάνει ξεχωριστή φορολογική δήλωση αρκεί η αίτηση διαζυγίου. Στη μικρή πιθανότητα ελέγχου της περίπτωσης έκδοσης απόφασης διαζυγίου, η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση και…όλα καλά!

Τι κερδίζει, όμως, το εικονικά χωρισμένο ζεύγος; Πρωταρχικώς, η λύση αυτή προτιμάται ιδιαίτερα όταν ένας εκ των δύο συζύγων είναι σε κατάσταση υπερχρέωσης. Η ξεχωριστή φορολογική δήλωση δίνει την δυνατότητα στον φορολογικά ενήμερο σύζυγο να μην φαίνεται κι αυτός «κόκκινος» στο σύστημα της Εφορίας. Να μπορεί, σε περίπτωση π.χ. επιστροφής φόρου, να τον λάβει κανονικά και να μην καταλήξει κι αυτός στην ενδεχόμενα μαύρη χοάνη του προσαυξημένου χρέους του φορολογικώς «ανέντιμου» πρώην (πλέον) συζύγου.

Η… «δημιουργική ασάφεια» του νόμου, όμως, παρέχει στους ενδιαφερόμενους σε αυτούς τους χαλεπούς οικονομικά καιρούς και άλλες δυνατότητες. Αν κάποιος εμφανίζεται στην Εφορία «μόνος κι έρημος» και χωρίς εισόδημα, δικαιούται κοινωνικού επιδόματος αλληλεγγύης, κοινωνικού τιμολογίου ρεύματος, υποτροφία και δωμάτιο στη φοιτητική εστία για το παιδί του, δικαιούται, όμως και να μπει στον νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και να προστατεύσει την πρώτη κατοικία του. Αν το δάνειο, δηλαδή, είναι στο όνομα του ενός μόνο συζύγου, η αίτηση και το όποιο κούρεμα του δανείου πιθανότητα να απορριφθούν, αν προκύπτει εισόδημα του συζύγου. Αν όμως, ο αιτών, δεν έχει χάσει μόνο τη δουλειά του αλλά και την οικονομική στήριξη του συζύγου, τότε οι πιθανότητες ευδοκίμησης αυξάνονται γεωμετρικώς.

Εσχάτως, λοιπόν, έχει δημιουργηθεί μία νέα κατηγορία νοικοκυριών, εκείνη των χωρισμένων αχώριστων. Πριν από περίπου 40 χρόνια, τα δικαστήρια έβγαζαν ένα διαζύγιο για κάθε 17 γάμους. Είναι δεδομένο πως αν πάμε ακόμα πιο πίσω, το ποσοστό συρρικνώνεται στα όρια του ανύπαρκτου. Πλέον μπορεί τα διαζύγια να αγγίζουν περίπου το 30% των γάμων, τα 2/10, όμως, είναι εικονικά. Βασικότερος λόγος (50%) για τα πραγματικά διαζύγια παραμένει η απιστία. Στα εικονικά, όμως, το ποσοστό αυτό φτάνει στο 100%. Ολα γίνονται για τα μάτια μιας άλλης… της «πλανεύτρας» Εφορίας.

Η Σοφία Νικολάου είναι δικηγόρος στον Αρειο Πάγο, www.sofianikolaou.com