Κάτι πρωτότυπο και ταυτόχρονα παράξενο λαμβάνει χώρα αυτή την εποχή στην πολιτική ζωή του τόπου. Αναζητείται αρχηγός κόμματος χωρίς να υπάρχει κόμμα. Αυτό συμβαίνει στην ευρεία περιοχή της καλούμενης Κεντροαριστεράς στην οποία συνυπάρχουν πέντε-έξι μικρά κόμματα, άλλοτε συγκλίνοντας στις δηλώσεις τους και άλλοτε αποκλίνοντας.

Το παράξενο αυτό δεν θα ήταν τόσο παράξενο αν η ιδεολογία και τα προγράμματα των κομμάτων αυτών συνέπιπταν σε μεγάλη έκταση. Ομως, πέραν της αντίθεσής τους προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία, και της γενικής ρητορικής τους περί δημοκρατίας και δικαιοσύνης, δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς πιστεύει και τι ακριβώς προτείνει καθένα από τα κόμματα αυτά για την επίλυση ή, έστω, την αντιμετώπιση των πολλών και δύσκολων προβλημάτων της χώρας μας. Π.χ. τι προτείνουν τα κόμματα αυτά για το εκπαιδευτικό σύστημα, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τα κλειστά επαγγέλματα, για τους κηφήνες του συνδικαλισμού, για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, για την φορολογική πολιτική κ.λπ.;

Μεγαλύτερες απορίες δημιουργεί η επαναλαμβανόμενη δήλωση της κας Γεννηματά ότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να διαλυθεί, πράγμα που σημαίνει ότι και τα άλλα κόμματα δεν θα διαλυθούν. Ετσι, θα έχουμε κόμματα μέσα στο υπό δημιουργία κόμμα ή φορέα.

Αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, ο σχεδιαζόμενος νέος φορέας της Κεντροαριστεράς έχει ελάχιστες πιθανότητες αίσιας κατάληξης. Το πολύ πολύ, ο νέος φορέας να αποσπάσει μερικούς από τους παλιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που δελεάστηκαν από τις ολοφάνερα ψευδείς υποσχέσεις του κ. Τσίπρα, αλλά δυστυχώς γι’ αυτούς δεν κατέστη δυνατόν να διορισθούν ή να τακτοποιηθούν γενικώς. Ισως να προσελκύσει και ορισμένα αποδημήσαντα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, των οποίων η επιστροφή εκτιμώ ότι θα είναι καταστροφική για τον νέο φορέα. Ταυτόχρονα, όμως, θα στείλει πολλούς εν δυνάμει ψηφοφόρους των κεντροαριστερών κομμάτων στη Νέα Δημοκρατία, διότι αυτή θα είναι το μόνο κόμμα που έχει κάτι συγκεκριμένο να προτείνει με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. Εν ολίγοις, η Κεντροαριστερά ως συνασπισμός μικρών κομμάτων ή ως ένας φορέας με πολλούς αρχηγούς ή διεκδικητές της ηγεσίας δεν αποτελεί ούτε σημαντική ούτε βιώσιμη πολιτική δύναμη.

Η σωστή διαδικασία θα ήταν δημιουργία του νέου φορέα με ταυτόχρονη αυτοδιάλυση των κομμάτων που τον δημιούργησαν και στη συνέχεια εκλογή προέδρου. Τώρα, βέβαια, είναι αργά γι’ αυτό. Η λύση που απομένει για να καταστεί ο νέος φορέας μια υπολογίσιμη δύναμη, που να μπορεί να διεκδικήσει εξουσία, είναι η αυτοδιάλυση των κομμάτων μετά την εκλογή προέδρου και η εκπόνηση λεπτομερούς και σαφούς κυβερνητικού προγράμματος. Ο όρος «Κεντροαριστερά» έχει ευρύτατα όρια και συνεπώς ο χαρακτηρισμός ενός κόμματος ως κεντροαριστερού δεν αποτελεί ταυτότητα. Μόνο η διατύπωση ενός συγκεκριμένου προγράμματος μπορεί να δώσει ταυτότητα στο υπό δημιουργία κόμμα.

Πριν από καιρό, ένας από τους υποψήφιους αρχηγούς του νέου φορέα μού έλεγε ότι δεν θα αποτελεί έκπληξη αν η ΔΗΣΥ είναι δεύτερο κόμμα στις επόμενες εκλογές. Κατ’ επέκταση, η πρόβλεψη αυτή πρέπει να ισχύει και τον νέο φορέα. Παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει, η πρόβλεψη έχει πιθανότητες πραγματοποίησης μόνον αν ο υπό ίδρυση φορέας είναι ένα κόμμα με έναν αρχηγό και με συγκεκριμένο, λεπτομερές και πειστικό πρόγραμμα.

Ο Θεόδωρος Π. Λιανός είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών