Η στυγερή δολοφονία του δικηγόρου Μιχάλη Ζαφειρόπουλου είναι κορυφαία πράξη μιας βαθμιαίας και συστηματικής υποβάθμισης της ασφάλειας στην πρωτεύουσα και στη χώρα. Είναι το αποτέλεσμα της γενικής πεποίθησης που εμπεδώθηκε ως αξίωμα της κοινοτοπίας της Μεταπολίτευσης, ότι την ασφάλεια τη ζητούν οπαδοί αυταρχισμών, ακραίοι της Δεξιάς, προσκυνημένοι «στο σύστημα». Σε τι χρησιμεύει, λοιπόν, η Αστυνομία; Εξάπτει φαντασιώσεις, τροφοδοτεί συνθήματα («Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», αλλά και «Μπάτσοι, ναζί, Χρυσή Αυγή, όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί»), συγκρούεται με διάφορες «συλλογικότητες» χούλιγκαν –ιδεολογικές ή ποδοσφαιρικές. Δεν υπάρχει πιο εξευτελιστικός συμβολισμός του κράτους από την εικόνα των ΜΑΤ στις παρυφές των Εξαρχείων να είναι υποχρεωμένα να υφίστανται βροχή μολότοφ, μαζί με γηπεδικού τύπου προσβολές, για το επάγγελμά τους και την υπόστασή τους…

Η στυγερή δολοφονία του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου έχει, προφανώς, φυσικούς αυτουργούς. Εχει, όμως, και ηθικούς αυτουργούς. Τους φορείς ενός πλειοψηφικού ρεύματος μέσα στην κοινωνία που ανέχεται την παραβατικότητα, αρκεί να είναι «δική μας», «επαναστατική», «αντισυστημική». Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης η παραβατικότητα αυτή οδήγησε στη δολοφονική δράση τής επί δεκαετίες ασύλληπτης αριστερής τρομοκρατίας, υπό τις επιδοκιμασίες μάλιστα της προοδευτικής κοινωνίας μας, η οποία εμπιστευόταν περισσότερο από ένα θεσμικώς θωρακισμένο σύγχρονο κράτος τους αυτόκλητους «Ρομπέν των Δασών». Η δημοσίευση των κειμένων των δολοφόνων στην «Ελευθεροτυπία», μαζί με τη νομιμοποιητική ορολογία που επικράτησε (επαναστάτες, προκήρυξη, εκτέλεση και εκτελεστές), έδωσε στα μάτια των πολλών τη διάσταση μιας ηθικής υπεροχής σε μικροαστούς με προσωπικά μικροσυμφέρονται συχνά ταυτισμένα με επαναστατικές αυταπάτες που δρούσαν στο ημίφως. Οι ελάχιστοι πολίτες, ανάμεσά τους συγγενείς θυμάτων της 17 Νοέμβρη, που έφτιαξαν την κίνηση «Ώς εδώ», για να διεκδικήσει την απομυθοποίηση της τρομοκρατίας, αντιμετωπίστηκαν ως πράκτορες ξένων δυνάμεων, εχθροί του λαού, αποσυνάγωγοι. Το σύνθημα «Σκατά στον τάφο του Μπακογιάννη», που κόσμησε την Αθήνα αμέσως μετά την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη, από υποστηρικτές της, έσβησε από τις υπηρεσίες του Δήμου –αλλά μένει ανεξίτηλο στη μνήμη όσων πιστεύουν στην πληγωμένη δημοκρατία. Οσων, δηλαδή, βρέθηκαν απέναντι στους δολοφόνους.

Η στυγερή δολοφονία του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου έγινε πλάι σε μια περιοχή – σύμβολο της παραβατικότητας. Τα Εξάρχεια, προέκταση στην ουσία της αντίληψης που κυριαρχεί στα πανεπιστήμια (τις προάλλες μπάχαλοι έδειραν σε αίθουσα της πρώην ΑΣΟΕΕ πρόσωπο με αναπηρία, που συμμετείχε σε εκδήλωση για τη σχέση πανεπιστημίου και αγοράς εργασίας), είναι μια γειτονιά όμηρος συμμοριών –που μάλιστα, συχνά, επικαλούνται κάποια υψηλή ιδεολογία. Είναι γνωστό ότι στην ευρύτερη επικράτεια η Αστυνομία δεν μπορεί να παρέμβει. Η περιουσία πολλών είναι σε ομηρεία από αυθαίρετες καταλήψεις, ανάμεσά τους και το κτίριο του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ, στην οδό Ζαΐμη. Πολλοί ιδιοκτήτες δεν τολμούν καν να τη διεκδικήσουν.

Η στυγερή δολοφονία του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου είναι ακόμα μία απόδειξη μιας χώρας αφημένης στο έλεος κάθε είδους συμμοριών. Μπορεί να αλλάξει; Υπό έναν όρο: ότι μια κυβέρνηση, όχι αυτή, θα αναδιοργανώσει απ’ την αρχή τις υπηρεσίες ασφάλειας. Και, έστω αν γίνει αντιδημοφιλής, θα κάνει σαφές ότι κράτος χωρίς τη δυνατότητα επιβολής του νόμου στην επικράτειά του θα είναι πάντα όμηρος ενός αναδιατασσόμενου παρακράτους.