Το χθεσινό δελτίο Τύπου είχε τίτλο «Προσκεκλημένη του διάσημου αμερικανού σκηνοθέτη Robert Wilson, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού». Ε, ναι, λοιπόν, ο Ρόμπερτ Γουίλσον κάλεσε τη Λυδία Κονιόρδου να παίξει σε έργο του. Σκηνοθέτης και ηθοποιός έχουν παρελθόν. Η Κονιόρδου έπαιξε το 2012 στην «Οδύσσειά» του, που ανέβηκε στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού. Αρα τι να κάνει; Πώς θα μπορούσε να μην αποδεχθεί αυτήν την επαγγελματική πρόταση; Αφήστε που είναι και μοναδική ευκαιρία να «αφηγηθεί στα ελληνικά αποσπάσματα από τη Βίβλο και την Αποκάλυψη του Ιωάννη, προβάλλοντας τη συμβολή του ελληνικού πνεύματοςκαι της ελληνικής γλώσσας στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού». Οπότε –επειδή, πιθανότατα, της υπουργικής της φύσης υπερτερεί η καλλιτεχνική –είπε το «ναι». Ετσι, «θα συμμετέχει τιμητικά και αφιλοκερδώςστο επετειακό έργο του αφιερωμένο στα 500 χρόνια από τη θυροκόλληση των 95 Θέσεων του Μαρτίνου Λούθηρου στην είσοδο του Καθεδρικού της Βυτεμβέργης». Οι βερολινέζοι φαν της, λοιπόν, μπορούν να τη δουν σε ανοιχτές πρόβες κι έξι παραστάσεις. Διάφοροι ντόπιοι κακεντρεχείς, πάλι, έσπευσαν να επισημάνουν ότι ενώ το ζήτημα της επένδυσης στο Ελληνικό παραμένει ανοιχτό, εκείνη θα λείπει ταξίδι για δικές της δουλειές.

Αλεξιπτωτίστρια

Αδικα, όμως, την κακολογούν. Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνει κάτι παρόμοιο. Πρόσφατα ταξίδεψε στο Πεκίνο. Για να προωθήσει ανταλλαγές στον χώρο του αρχαίου δράματος, να συμμετάσχει στα εγκαίνια της Μπιενάλε και παρεμπιπτόντως να συναντηθεί και με τον κινέζο ομόλογό της. Και δεν είχε πετάξει μόνη, τη συνόδευε και η γενική γραμματέας του υπουργείου Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη – γνωστή και ως προϊσταμένη του ΚΑΣ. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, θα ήταν λάθος να επιρρίψει την ευθύνη για την καθυστέρηση στην ίδια την Κονιόρδου. Κάποιοι, γνώστες όσων συμβαίνουν στους διαδρόμους του υπουργείου της, αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση, δείχνουν ως υπεύθυνη τη Βλαζάκη. Εξού κι ο Μητσοτάκης ζήτησε ευθέως την αποπομπή της την προηγούμενη εβδομάδα. Από την άλλη, βέβαια, τα εμπόδια στην επένδυση ξεφυτρώνουν από παντού. Αρα, μεταξύ μας, παρά τους τσιπρικούς όρκους πίστης στην επιχειρηματικότητα και τις διαρροές πως το Μαξίμου εργάζεται νυχθημερόν να λύσει το θέμα του Ελληνικού, η ευθύνη, ουσιαστικά, βαραίνει τον στενό κυβερνητικό πυρήνα. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι σε ένα ζήτημα που οι ίδιοι κατέστησαν εμβληματικό διατηρούν ως υπουργό μια αλεξιπτωτίστρια, που μοιάζει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τη θεατρική της καριέρα;