Ολοι έχουμε να διηγηθούμε μια ιστορία με ταξιτζή. Με συνωμοσίες που έμαθε από ρώσο πράκτορα, απόκρυφες επιστημονικές ανακαλύψεις, κρατικά μυστικά που του είπε σύζυγος υπουργού σε one night stand, ερωτικές παρεκτροπές όλων των σελέμπριτις. Αυτά είναι τα γραφικά. Τα απαράδεκτα είναι τα ταξί – μπουζουξίδικα ή κοτέτσια, οι τσαμπουκάδες, οι παραβάσεις του ΚΟΚ, οι διαδρομές κατά βούληση που ακόμη και αν αφορούσαν τη μειοψηφία έκαναν τον αυτοκινητιστή «ταρίφα». Σωστοί επαγγελματίες υπήρχαν πάντα, βέβαια, και τα τελευταία χρόνια είναι όλο και περισσότεροι καθώς μπήκαν στη δουλειά νέοι άνθρωποι. Το 2011, στο δόξα πατρί της κρίσης, ο Νίκος Δρανδάκης δημιούργησε την taxi beat που χώρεσε στην οθόνη του κινητού μας μία τεράστια πιάτσα ταξί, έδωσε την ευκαιρία στον πελάτη να αξιολογεί τον οδηγό και, κυρίως, έγινε αφορμή, λόγω ανταγωνισμού, να αναβαθμιστεί όλος ο κλάδος. Εξι χρόνια αργότερα πούλησε την εταιρεία του όσο περίπου πουλήθηκε η κρατική ΤΡΑΙΝΟΣΕ.

Ο Δρανδάκης θα ήταν παράδειγμα προς μίμηση για μια κυβέρνηση που διαχειρίζεται μια οικονομική κρίση. Στην κυβέρνηση Τσίπρα είναι καρφί στο μάτι του Θύμιου Λυμπερόπουλου, πρόεδρου της ΣΑΤΑ και πρώην φανατικού νεοδημοκράτη. Και ο Πρωθυπουργός, που δεν έχει δεχθεί ποτέ εκπροσώπους δημοσιογραφικών ενώσεων, τον υποδέχθηκε και προσφέρθηκε με κατάθεση νομοσχεδίου να βγάλει το καρφί (δεν ξέρω μην του τραγούδησε και το «Βρε Μανώλη Τραμπαρίφα»). Με αύξηση του ορίου ηλικίας των οχημάτων –που σημαίνει περισσότερη ρύπανση και λιγότερη ασφάλεια –και περιοριστικούς όρους στη λειτουργία του Beat. Από αυτήν την απροσχημάτιστη και προσβλητική ψηφοθηρία που ξανακάνει τον ταξιτζή «ταρίφα» και τον συνδικαλισμό «συνδικαλίλα» θα έπρεπε οι ίδιοι οι συμπαθείς αυτοκινητιστές να προστατέψουν το επάγγελμά τους.