Η πολιτική οικολογία άνθησε μετά τη δεκαετία του 1970, αυτονομημένη από τα ιρασιοναλιστικά κινήματα της αντικουλτούρας, της δεκαετίας του 1960. Απέκτησε κινηματική διάσταση αντιτασσόμενη, κατ’ αρχάς, στην πυρηνική ενέργεια, ακόμα και για ειρηνικούς σκοπούς. Χάρη στον Ντανιέλ Κον Μπεντίτ και στο πολιτικό ένστικτό του, άκμασε τη δεκαετία του 1980 στη Γερμανία, επηρεάζοντας καθοριστικά την πολιτική ατζέντα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τα κόμματα της Αριστεράς διεκδίκησαν μερίδιο των οικολογικών παρεμβάσεων, έπρεπε να είναι στη μόδα. Ο Συνασπισμός, π.χ., για να μείνουμε στα ελληνικά πράγματα, κάποια στιγμή πρόσθεσε στον τίτλο του και το πρόσημο της οικολογίας, το ΚΚΕ εσωτερικού Α-Α (οι «Μπανιάδες») μετατράπηκε σε ΑΚΟΑ (Ανανεωτική Κομμουνιστική Οικολογική Αριστερά). Μόνο το ΚΚΕ επέμεινε στη σοβιετικής κοπής πίστη στην πρόοδο, γι’ αυτό και οι κνίτες έτρωγαν μαρούλια με ραδιενέργεια μετά το ατύχημα του Τσερνόμπιλ.

Ο ακτιβισμός ήταν, ανέκαθεν, ο τρόπος παρέμβασης του λεγόμενου οικολογικού κινήματος, εντός και εκτός κομμάτων. Συνήθως, ατελέσφορος. Θυμάμαι, π.χ., το 2007, μετά τις πυρκαγιές στην Πάρνηθα και στην Πελοπόννησο, είχαν διοργανωθεί συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα από διαμαρτυρόμενους με μαύρα ρούχα. Επαναστατική γυμναστική και οικολογικό lifestyle ταυτόχρονα, που συσσωρεύει περιφερειακές ψήφους στο όνομα του εναλλακτισμού –αλλά, πρωτίστως, απολίτικη οικολογία και ασφαλώς, ουδεμία πρόταση ούτε για τα δάση ούτε για τίποτα. Με τον ίδιο απολίτικο τρόπο επιδιωκόταν η στράτευση υπέρ της οικολογίας σε οποιαδήποτε επενδυτική δραστηριότητα προϋπέθετε την τεχνολογία –ό,τι δεν ήταν δηλαδή αγροτική παραγωγή, μεταποίηση, τουρισμός χαμηλής κλίμακας, καφενεία και εστιατόρια. Ετσι το οικολογικό κίνημα αποδέχτηκε τις βίαιες κινητοποιήσεις κατά της επένδυσης στις Σκουριές, που δίχασαν βαθύτατα την τοπική κοινωνία.

Αυτό, όμως, είναι κατά βάσιν η οικολογία. Η «Σιωπηλή άνοιξη», το οικολογικό μανιφέστο της Ρέιτσελ Κάρσον από το 1962, ένα αφοριστικό κείμενο εναντίον της προόδου, συνεχίζει να δίνει τον τόνο. Αν το παντρέψεις με την αντικαπιταλιστική, την αντιεπενδυτική δηλαδή ρητορική της Αριστεράς, τον κρατισμό (με τη μορφή επιδοτούμενων ΜΚΟ) και τον κυβερνητισμό (τη γλύκα, δηλαδή, προσωπικοτήτων όπως ο Γιάννης Τσιρώνης από την επαφή με την υπουργική καρέκλα), είναι ευνόητη η κοινωνιολογίζουσα διάθεση των ελλήνων οικολόγων και η αδιαφορία έστω για ακτιβισμό μπροστά στην οικολογική καταστροφή του Αργοσαρωνικού.

Πού είναι οι οικολόγοι; Νέμονται ό,τι κατέκτησαν: την κοινωνική τους επιφάνεια, τη δουλειά τους, την εξουσία τους, τα λεφτά τους. Πάλεψαν καιρό για να τα καταφέρουν.