Το είπε προχθές ο Πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο. «Καρφώνοντας» όχι μόνο την αντιπολίτευση στο σύνολό της, αλλά και την κοινή γνώμη. Ολους εμάς δηλαδή που δεν θεωρούμε την πετρελαιοκηλίδα εικαστικό δρώμενο στα νερά του Σαρωνικού. Και μετρήσαμε τον χρόνο από τότε που πρωτακούσαμε για κάποιο πλοίο που βυθιζόταν σε ακτή της Σαλαμίνας μέχρι το πρώτο «τζα!» που έκανε στις κάμερες ο αρμόδιος υπουργός. Είπε λοιπόν ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του ενδιαφέρονται για την ουσία της υπόθεσης και όχι για την επικοινωνία. Του διέφυγε ίσως ότι αυτήν τη δήλωση την έκανε μπροστά στις κάμερες, αφού η εισήγησή του έγινε σε ζωντανή μετάδοση. Μιλάμε για τη μαγιά του επικοινωνιακού εντυπωσιασμού. Αλλά πες ότι δεν τις αντιλήφθηκε. Ούτε τις κάλεσε. Να, δεν είχαν τι να κάνουν οι καμέραμεν και είπαν «Δεν πάμε στη Βουλή μήπως παίζει κάτι;».

Ο κύριος Τσίπρας φαίνεται ότι μπερδεύει κάτι πολύ βασικό. Την επικοινωνία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ κυβέρνησης και πολιτών με τα επικοινωνιακά τρικ που συγκροτούν ένα αφήγημα. (Αυτό, παλιά, το λέγαμε και προπαγάνδα). Ενας πρωθυπουργός οφείλει να δίνει το «παρών» σε μια κρίση, ακόμη κι αν δεν έχει κάτι να πει. Δεν είναι λαϊκισμός, όπως είπε το περιβάλλον του, να βρεθεί στις ακτές που ρυπάνθηκαν αφού δεν μπορεί να κάνει κάτι συγκεκριμένο και αποτελεσματικό.

Δεν περιμένει κανείς από αυτόν να ρίξει βουτιά και να σπρώχνει με τα χέρια την πετρελαιοκηλίδα στο ανοιχτό πέλαγος. Υστερα από τριάντα δύο μήνες στην εξουσία ας μάθει επιτέλους ότι σε μια καταστροφή η παρουσία του πρωθυπουργού είναι παραμυθία για τους πολίτες. Εκτός και αν, εθισμένος στα παραμύθια, δεν μπορεί να διακρίνει τη διαφορά.