Η εκλογή του γάλλου προέδρου, η ολοκλήρωση του γερμανικού εκλογικού κύκλου και ο ετήσιος λόγος του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έκαναν να τριτώσει το καλό και να αυξηθεί η βεβαιότητα: η Ευρώπη επιτέλους κινείται.

Το «όραμα» Μακρόν εκδηλώνεται τακτικά, πήρε ωστόσο μια επίσημη, σχεδόν ιερατική μορφή στην πρόσφατη ομιλία της Πνύκας. Κλειδί για τον γάλλο πρόεδρο, που δεν έγινε διόλου αντιληπτό από τον έλληνα οικοδεσπότη του, είναι η αναδιατύπωση της έννοιας της «κυριαρχίας», που φεύγει πλέον από το εθνικό επίπεδο και αποτελεί το κεντρικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Λόγω του είδους των προκλήσεων αλλά, εμμέσως, και των μαθημάτων από την κρίση, η «σωστή κλίμακα είναι η Ευρώπη». Οχι μόνο κοινά σχέδια, αλλά κοινή κυριαρχία, δηλαδή πολιτική κοινότητα. Που φυσικό είναι να απαιτεί και νέους θεσμούς, γι’ αυτό ο γάλλος πρόεδρος προτείνει Κοινοβούλιο και ειδικό προϋπολογισμό της ζώνης του ευρώ. Στα μάτια του, η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων είναι μια «Ευρώπη του ευρώ» με μεγάλη πολιτική και οικονομική ενοποίηση και η «Ευρώπη των άλλων» με υπερεθνική πάντα αντίληψη της κυριαρχίας σε επιλεγμένους τομείς.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής δεν υπογράφει ακριβώς αυτό το όραμα, αλλά το σχέδιό του δεν απέχει πολύ. Δεν διαφοροποιεί θεσμικά τόσο έντονα τη ζώνη του ευρώ, αλλά σαφώς θέλει να την ενδυναμώσει και να την εξαπλώσει, αφού την καθιστά, μαζί με τη ζώνη Σένγκεν, πεδίο επιθυμητής συμμετοχής όλων των κρατών – μελών της Ενωσης (προβλέπει μάλιστα ειδικό εργαλείο ενσωμάτωσης όσων είναι σήμερα εκτός). Τα δε κοινά σχέδια, τα οποία ανήγγειλε στον λόγο του, έχουν πρωτόγνωρα ευρύ και, κυρίως, κοινωνικό χαρακτήρα (Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας, Ευρωπαϊκή Κοινωνική Ενωση, Κοινή Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας, διευρωπαϊκές εκλογικές λίστες) που ουσιαστικά παραπέμπουν σε μια οιονεί πολιτική ενοποίηση. Πόσω μάλλον που και στις θεσμικές του προτάσεις μπορεί να μην προτείνει, όπως ο Μακρόν, νέα όργανα, αλλά σαφώς επιδιώκει την ευκολότερη λήψη κοινών αποφάσεων και κοινής εκπροσώπησης της Ενωσης: επέκταση της ενισχυμένης πλειοψηφίας στη θέση της ομοφωνίας (ιδίως, για πρώτη φορά, σε θέματα φορολογίας), πολιτικοποίηση της θέσης του υπουργού Οικονομικών (που θα είναι συγχρόνως και αντιπρόεδρος της Επιτροπής) και ενοποίηση των δύο προεδρικών θώκων (Επιτροπής και Συμβουλίου). Μπορεί να μη μιλά για «πανευρωπαϊκή διαβούλευση» όπως ο Μακρόν (ο οποίος πάντως ουδόλως την εννοεί ως δημοψηφισματική διαδικασία), ωθεί όμως έτσι σε μια βαθιά πολιτικοποίηση, που μπορεί να φτάσει ώς ένα είδος «απευθείας» εκλογής του μοναδικού προέδρου.

Μακρόν και Γιούνκερ γνωρίζουν ότι όλα αυτά δεν θα έχουν καμία τύχη χωρίς τη Γερμανία –και γι’ αυτό αφενός έχουν καταστήσει κοινωνό τη χώρα της κυρίας Μέρκελ και αφετέρου αναμένουν την επανεκλογή της. Τόσο η καγκελάριος όσο και ο υπουργός Οικονομικών της έχουν ήδη εκφράσει κάτι παραπάνω από συμπάθεια για πολλές από αυτές τις ιδέες (όπως για το ευρωπαϊκό ΔΝΤ και τον υπουργό Οικονομικών), που ούτως ή άλλως συμπορεύονται με την πάγια γερμανική λογική κυριαρχίας (και πειθαρχίας) σε ευρωπαϊκό και όχι σε εθνικό επίπεδο. Και όλα αυτά δεν αργούν: ο Γιούνκερ δεν άντεξε στην πρόκληση να τοποθετήσει το λανσάρισμα της «νέας» Ευρώπης ακριβώς πάνω στην υλοποίηση του Brexit. Και, ας ελπίσουμε, και της ελληνικής κανονικότητας.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος