Αρκεί να σταθεί κανείς στο μείγμα –εκεί βρίσκεται το ενδιαφέρον σε μια πρωθυπουργική ομιλία που γίνεται στο Υπουργικό Συμβούλιο μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες.

Ξεφλουδίζοντας για παράδειγμα την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στους υπουργούς του, εντοπίζει κανείς στην αρχή μια καταγγελία κατά των μέσων ενημέρωσης που παρουσιάζουν την περιβαλλοντική καταστροφή στον Σαρωνικό ως περιβαλλοντική καταστροφή και τον υπουργό Κουρουμπλή ως υπόλογο γι’ αυτήν. Ακολουθεί ακόμη μια καταγγελία για «τα οκτάστηλα δήθεν έγκυρων μέσων» σχετικά με το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων στην οικονομία το 2018. Και μόνο στο τέλος, εκεί όπου ο Πρωθυπουργός προτρέπει τους υπουργούς του να αυτοβελτιωθούν, βγαίνει ο Τύπος από το πρωθυπουργικό στόχαστρο.

Οχι ότι δεν θα μπορούσε να παραμείνει. Οι «αρρυθμίες» που διαπιστώθηκαν, ας πούμε, θα μπορούσαν να είναι προϊόν της ψυχολογικής πίεσης που ασκείται από την κριτική και τον έλεγχο. Η ομολογημένη έλλειψη συντονισμού θα μπορούσε να οφείλεται στην «προκατειλημμένη αντικυβερνητική προπαγάνδα» των εφημερίδων. Και ο Κουρουμπλής να προέτρεψε τους πολίτες να κολυμπούν αγκαλιά με το μαζούτ επειδή τον ρώτησε η δημοσιογράφος –χωρίς την ερώτηση δεν θα υπήρχε και η απάντηση.

Η άλλη ερώτηση είναι εάν μια δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει σε συνθήκες συστημικού τραμπισμού, στην τοξικότητα ενός περιβάλλοντος όπου η εξουσία θα επιτίθεται στον Τύπο ακόμη και από τις συνεδριάσεις των θεσμικών της οργάνων. Εντάξει, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι Ντόναλντ Τραμπ. Αλίμονο όμως εάν η διαφορά είναι πως ο ένας πυροβολεί από την αίθουσα συνεδριάσεων και ο άλλος από το twitter. Κι έπειτα η διαφορά να σβήνει σε μια τρομακτική ομοιότητα.