Ποιος είναι πιο στερεοτυπικός Ιταλός; Ο θορυβώδης Ματέο Ρέντσι ή ο αθόρυβος Πάολο Τζεντιλόνι; Απαντά κανείς εύκολα εάν επιστρατεύσει ως μοναδικό κριτήριο τα ντεσιμπέλ του καθενός: ο Ρέντσι, ας πούμε, έχει υπερβεί πολλές φορές τα όρια της ηχορύπανσης ακόμη και τα πολιτικά ήθη της Ιταλίας.

Η ζωή όμως είναι πιο σύνθετη από τους θορύβους της. Ο Τζεντιλόνι, από την άλλη, δεν είναι μόνο γόνος της παλιάς ιταλικής αριστοκρατίας. Είναι και ένας κόμης που στα νιάτα του διέτρεξε σχεδόν όλο το φάσμα της Ακρας Αριστεράς: από το φοιτητικό κίνημα του «Μάη» Μάριο Καπάνα και την Προλεταριακή Δημοκρατία ώς το μαοϊκό Κίνημα των Εργαζομένων για τον Σοσιαλισμό και το Κόμμα της Προλεταριακής Ενότητας για τον Κομμουνισμό.

Αυτό δεν κάνει τον διάδοχο του Ματέο Ρέντσι στην πρωθυπουργία Λουκίνο Βισκόντι της πολιτικής –αν μη τι άλλο, ο «κόκκινος κόμης» του ιταλικού σινεμά είχε ταλέντο, ενώ ο ήσυχος Τζεντιλόνι έγινε πρωθυπουργός χάρις στην αυτοχειρία του προκατόχου του με το συνταγματικό δημοψήφισμα. Ο Ρέντσι τότε έχασε την κάλπη και μαζί και την εξουσία. Ο Τζεντιλόνι έγινε ο εκλεκτός του σε μια χώρα που κανείς δεν ήθελε τις εκλογές.

Θα ήταν λάθος να επιμείνει κανείς στα στερεότυπα. Σήμερα στην Κέρκυρα δεν συναντώνται δυο παλιοί κομμουνιστές, ο Πάολο Τζεντιλόνι και ο Αλέξης Τσίπρας, που αποφάσισαν να κάνουν διακρατικές μπίζνες. Από τη μία πλευρά του τραπεζιού του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Ιταλίας θα κάθεται κάποιος που κάνει τη δουλειά ήσυχα και χωρίς αγκυλώσεις. Κάποιος που ήξερε από τη νιότη του πως δεν θα γινόταν άλλος από αυτό που έγινε.