Σκηνή πρώτη. 27 Αυγούστου 2015, ο Παναθηναϊκός φέρνει ισοπαλία στο γήπεδό του με μια απίθανη ομάδα που λέγεται Γκαμπάλα και αποκλείεται από τους ομίλους του Europa League. Θρήνος στους βάζελους, παίκτες, διοίκηση και οπαδούς. Ολοι με σκυμμένο το κεφάλι. Και υπάρχει ένας παίκτης, μόνο ένας, που τολμά και βγαίνει από τα αποδυτήρια για να ζητήσει συγγνώμη από τον κόσμο που δεν λέει να φύγει από τη Λεωφόρο.

Σκηνή δεύτερη. 20 Οκτωβρίου 2016, ο Παναθηναϊκός παίζει με τη Σταντάρ Λιέγης εκτός έδρας, φέρνει ισοπαλία, οι προβολείς πέφτουν όμως σ’ έναν παίκτη που αγωνίστηκε σχεδόν όλο το παιχνίδι με μια γάζα στο στόμα. Είχε δεχθεί από νωρίς μια αγκωνιά από ένα αντίπαλο και του είχαν σπάσει δύο δόντια, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Μόνο δηλώσεις δεν έκανε στο τέλος, δεν μπορούσε, ό,τι είχε να πει στους δημοσιογράφους το είπε με χειρονομίες.

Ο σύγχρονος αθλητισμός είναι φυσικά σούπερ επαγγελματικός, ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση είναι λέξεις που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, τα πάντα τα καθορίζει σε έναν μεγάλο βαθμό το χρήμα, αλλά να, υπάρχει και η άλλη πλευρά, βλέπεις κάτι παίκτες που ταυτίζονται και παθιάζονται με την ομάδα τους, που πέφτουν στη φωτιά χωρίς να τους νοιάζει αν θα τραυματιστούν, κι όταν έρθει η ώρα του αποχωρισμού δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους. Για να μείνουμε στους Πράσινους, έχει μείνει αξέχαστη η σκηνή της βράβευσης ενός δακρυσμένου Μάικλ Μπατίστ στο ΟΑΚΑ, στο ημίχρονο του αγώνα με τη νέα του ομάδα, τη Φενέρμπαχτσε. Με λυγμούς αποχαιρέτησε και ο Ζέκα προχθές το βράδυ την ομάδα του στο Κορωπί.

Τι παθαίνουν αυτά τα παιδιά; Το πώς μεγάλωσαν έχει σημασία ή το πώς συνδέθηκαν με έναν τόπο και με κάποιους ανθρώπους σε μια στιγμή της ζωής τους; Ο Ζέκα ξεκίνησε ως ballboy στη μικρή πορτογαλική ομάδα Κάζα Πία, με αμοιβή 2,5 ευρώ κι ένα σάντουιτς. Οταν είπε σ’ έναν προπονητή πως ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, εκείνος του αντιπρότεινε να γίνει πυροσβέστης. Δεν τον άκουσε. Σε ηλικία 23 ετών αποκτήθηκε χωρίς τυμπανοκρουσίες από τον Παναθηναϊκό. Κι όχι μόνο έμεινε έξι χρόνια, όχι μόνο φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού, αλλά πήρε και την ελληνική υπηκοότητα. Την Κυριακή έπαιξε παθιασμένα με την Εθνική κόντρα στο Βέλγιο, έβαλε κι ένα απίθανο γκολ.

Δεν απευθύνονται αποκλειστικά στο φίλαθλο κοινό αυτές οι ιστορίες. Ούτε αφορούν τίποτα ήρωες, ο Ζέκα έχει κάνει κι άσχημα παιχνίδια, έχει φερθεί κι αψυχολόγητα. Αλλά δεν προσπαθούσε να κρυφτεί και ζητούσε πάντα συγγνώμη. Δεν βεντέτιζε. Ηταν πάντα ευγενής, σεμνός και απλός. Δεν θα τον θυμόμαστε επειδή ήταν σπουδαίος παίκτης. Αλλά επειδή ήταν αυθεντικός. Κι επειδή δεν τον μέθυσαν οι προβολείς.