Ο Μαζάουερ έχει επιμεληθεί μια ενδιαφέρουσα συλλογή από κείμενα με τίτλο «μετά τον πόλεμο». Κείμενα επιστημόνων ευρύτατου ιδεολογικού φάσματος για την περίοδο 1943 – 1960 στην Ελλάδα. Συχνά ξεχωρίζει κανείς τα πραγματολογικά στοιχεία από την ιδεολογική τους αναγωγή. Εντοπίζει τον ιδιότυπο εκλεκτικισμό (επιλέγεται αυτή ή την άλλη πληροφορία για να οργανωθεί αυτό ή το αντίθετο συμπέρασμα). Εν πάση περιπτώσει, καταλαβαίνω την τεχνοτροπία μιας τέτοιας ιστορικής σύνθεσης, διαφωνώ με κάποιες θέσεις, συμφωνώ με άλλες. Η Ιστορία είναι και βίωμα και εμμονή και μορφή ηθικής κατασκευής. Εκείνο που με δυσκολεύει είναι η εξαιρετικά παρωχημένη συζήτηση, μακριά από την επιστημονική έρευνα και τεκμηρίωση που εκτυλίσσεται και ζαρώνει το αντικείμενό της. Το πείραμα του υπαρκτού Σοσιαλισμού μπλέχτηκε άτσαλα στη συζήτηση, με αφορμή την (ορθή) άρνηση συμμετοχής του υπουργείου Δικαιοσύνης στο (αποτυχημένο εν τέλει) συνέδριο της εσθονικής Προεδρίας, με θέμα τα «εγκλήματα των καθεστώτων». Μπορεί κανείς να επιχειρηματολογήσει για την εξισωτική ανοησία και τον χοντροκομμένο αναθεωρητισμό που διατρέχει πολλές απόψεις και από το γεγονός ότι την περίοδο του αντιφασιστικού πολέμου ο Ρούζβελτ και ο Τσόρτσιλ διάλεξαν σύμμαχο έναντι του Χίτλερ. Μπορεί επίσης να εξετάσει τις διαφορετικές «πραγματώσεις» σε κάθε χώρα, αλλά φοβάμαι ότι μια τέτοια γραμμή επιχειρηματολογίας αναπαράγει τους όρους με τους οποίους επιτίθενται οι απλουστεύσεις και αναπτύσσεται ο εμπαθής διάλογος. Πολύ περισσότερο όταν το Ολοκαύτωμα, ιεράρχησε αμετάκλητα τον ναζισμό ως το Μείζον Κακό. Γιατί το ερώτημα δεν είναι μόνο τα περιεχόμενα των αρχείων μυστικών υπηρεσιών, ερευνητικών κέντρων κ.λπ. για να τεκμηριωθεί αυτή ή η αντίθετη άποψη, αλλά η επιστημονική ψυχραιμία που τα χειρίζεται.

Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται σύγκρουση πάνω στην Ιστορία. Ευαγγελικά, Ορεστειακά, Δηλιγιαννικοί, τρικουπικοί, βασιλόφρονες, βενιζελικοί, Μεταξάς αλλά και ο διωκτικός κάθε αριστερής σκέψης, Μετεμφύλιος, ο Ανένδοτος, η χούντα, κ.ο.κ. Ομως άλλο η έρευνα, άλλο η εμπάθεια. Καταλαβαίνω τον πληγωμένο (πολλοί απόγονοι οικογενειών υπέφεραν στον Εμφύλιο και Μετεμφύλιο και καταστράφηκαν) αλλά η Ιστορία είναι επιστήμη. Και η συνεδριακή συνθήκη ή είναι επιστημονική ή είναι μορφή πολιτικής εκδίκησης.

Διαφορετική εμπλοκή είχαν οι χώρες της Βαλτικής με τον Στάλιν αλλά και τον ναζισμό (μεγάλη συμμετοχή στα ναζιστικά ένοπλα σώματα), διαφορετική η Ελλάδα, ώστε να την εσωτερικεύει ακατέργαστα, όπως συμβαίνει αυτές τις μέρες. Θυμίζω πάλι ότι ο ελληνικός εμφύλιος στρατιωτικά τελείωσε το 1949, πολιτικά και θεσμικά στο διάστημα 1974 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Χιλιάδες νεκροί, εξορισμένοι, πεταμένοι έξω από την κοινωνική ζωή, παιδιά αποσυνάγωγα, πολιτική κόλαση δεκαετιών. Θυμίζω ότι απώλεσε η χώρα τον ανθό της. Και θυμίζω ότι φωνές ιστορικής γεφύρωσης, υπέρβασης και πολιτικού εξορθολογισμού, π.χ. ο Καρτάλης, ο Σοφιανόπουλος, το πείραμα της ΕΔΑ, μεγάλες μεταδικτατορικές υπερβάσεις όπως του Καραμανλή και του Φλωράκη, μεγάλες ανασυνθέσεις όπως του Α. Παπανδρέου, η (δυστυχώς) ημίφωτη πολιτική ευρυχωρία που αποπειράθηκαν ο Κύρκος, ο Πεσματζόγλου, ο Ηλιού, ο Παύλος Μπακογιάννης κ.λπ. έμειναν εκκρεμείς και μετέωρες. Η πολιτικάντικη παρανάγνωση της Ιστορίας απλώς ενταφιάζει αυτό που ως λαός και πολιτική σκηνή ανακόλουθα αποπειραθήκαμε.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής