Η βρετανική κυβέρνηση δεν θέλει πλέον ένα σκληρό Brexit. Ζητεί μάλιστα να υπάρξει μια μεταβατική περίοδος που θα ξεκινά τον Μάρτιο του 2019 και θα διαρκέσει τουλάχιστον δύο χρόνια κατά την οποία θα διατηρεί τα εμπορικά δικαιώματα συμμετοχής στην ΕΕ παρόλο που δεν θα είναι μέλος. Την περίοδο αυτή θα εξακολουθεί να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό της Ενωσης, να τηρεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες και να επιτρέπει την ελεύθερη μετακίνηση πολιτών. Με άλλα λόγια, τουλάχιστον μέχρι το 2021 θα εξακολουθήσει να είναι μέλος της ΕΕ χωρίς δικαιώματα ψήφου.

Η κυβέρνηση της Τερίζα Μέι ελπίζει ότι στο διάστημα αυτό θα μπορέσει να διαπραγματευτεί μια νέα εμπορική συμφωνία με την ΕΕ. Ομως ο χρόνος είναι λίγος. Και οι πιθανότητες μιας πλήρους ρήξης, χωρίς ένα «μαξιλάρι» για την απορρόφηση των κραδασμών, είναι πάντα μεγάλες. Εκτός αυτού, οι επόμενες εκλογές πρέπει να έχουν γίνει μέχρι τον Ιούνιο του 2022, πράγμα που σημαίνει ότι η Βρετανία θα προσπαθήσει να επεκτείνει τη μεταβατική περίοδο και πέραν του 2021.

Τα καλά νέα για τη Βρετανία είναι ότι η ΕΕ κινείται σιγά σιγά προς μια δομή δύο κύκλων. Για να ευδοκιμήσει η ευρωζώνη πρέπει να συγκροτήσει μια πολιτική ένωση. Αυτό θα οδηγήσει χώρες που δεν ανήκουν στο ευρώ όπως η Δανία, η Πολωνία και η Σουηδία να δημιουργήσουν έναν δακτύλιο οικονομικής συνεργασίας εκτός ευρωζώνης. Οι χώρες αυτές θα συμμετέχουν στην ενιαία αγορά αλλά όχι και στη νομισματική ή πολιτική ένωση.

Μια Ευρώπη δύο κύκλων θα είναι κάτι πολύ διαφορετικό από το μοντέλο δύο ταχυτήτων που ισχύει σήμερα. Με βάση το μοντέλο αυτό, κάθε χώρα πορεύεται θεωρητικά προς μια «όλο και πιο σφιχτή ένωση», ακολουθώντας απλώς διαφορετικούς ρυθμούς. Στο σενάριο των δύο κύκλων, αντίθετα, η Βρετανία θα μπορέσει να ενταχθεί στον εξωτερικό κύκλο μαζί με τη Νορβηγία και ίσως την Ελβετία.

Τα κακά νέα είναι ότι μια μεταβατική διευθέτηση για το Ηνωμένο Βασίλειο ίσως να μη γίνει αποδεκτή ούτε από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ούτε από τους βρετανούς ψηφοφόρους. Οι στρατευμένοι φεντεραλιστές στην ΕΕ θέλουν την αποβολή της Βρετανίας όσο το δυνατόν πιο γρήγορα ώστε να μη δίνει παράδειγμα σε χώρες όπως η Δανία, η Πολωνία και η Σουηδία που αντιδρούν στη βαθύτερη ενοποίηση.

Οι φεντεραλιστές μισούν την ιδέα των δύο κύκλων. Αυτό που θέλουν είναι να αναγκαστούν όλα τα μέλη της ΕΕ να υιοθετήσουν το ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία και να δεσμευτούν ότι θα εργαστούν για μια πλήρη πολιτική και δημοσιονομική ένωση. Και πιστεύουν –ορθώς –ότι η επίτευξη αυτού του στόχου θα είναι ευκολότερη με τη Βρετανία έξω από την εικόνα.

Μια μεταβατική περίοδος δεν αποτελεί όμως πανάκεια ούτε για το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι Βρετανοί έχουν αρχίσει ήδη να συνειδητοποιούν το οικονομικό κόστος του Brexit, καθώς ξένες επιχειρήσεις μεταφέρουν τις οικονομικές τους δραστηριότητες εκτός βρετανικού εδάφους. Επιπλέον, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει τη μεταβατική περίοδο για να αλλάξει τους δικούς της κανόνες. Αυτό σημαίνει ότι οι ξένες επιχειρήσεις με έδρα τη Βρετανία θα υποστούν τόσο τη βρετανική όσο και την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία.

Η υπόσχεση μιας μακράς μεταβατικής περιόδου θα κάνει όμως πιο δύσκολη και τη μεταστροφή της κοινής γνώμης που απαιτείται για να ματαιωθεί το Brexit όσο είναι καιρός. Μετά τις 28 Μαρτίου του 2019, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα ανήκει πλέον στην ΕΕ όπου η ανάπτυξη είναι ήδη μεγαλύτερη. Αν ποτέ θελήσει να επανενταχθεί θα πρέπει να δεχθεί πολύ λιγότερο ελκυστικούς όρους από αυτούς που ισχύουν σήμερα. Ισως μάλιστα να αναγκαστεί να ενταχθεί και στη ζώνη του ευρώ.

Ακόμη και το 48% των βρετανών ψηφοφόρων που ψήφισαν Remain μπορεί να απορρίψουν τόσο εξευτελιστικούς όρους. Η Βρετανία μπορεί έτσι να παγιδευτεί σε μια ενδιάμεση κατάσταση όπως αυτή της Νορβηγίας –αλλά χωρίς τον πετρελαϊκό πλούτο και την κοινωνική συνοχή της τελευταίας. Οπως το έθεσε ο εκπρόσωπος του Εργατικού Κόμματος για θέματα εμπορίου, μια ημι-μόνιμη μεταβατική περίοδος που θα βασίζεται στο νορβηγικό μοντέλο θα μετατρέψει τη Βρετανία σε «υποτελές κράτος». Θα πληρώνει μεγάλα ποσά για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, θα τηρεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες αλλά δεν θα έχει λόγο για τον τρόπο που δαπανώνται αυτά τα ποσά ή συντάσσονται αυτοί οι νόμοι.

Το νορβηγικό μοντέλο δεν θα ικανοποιήσει έτσι ούτε τους ηλικιωμένους ευρωφοβικούς Βρετανούς που ζουν στην επαρχία ούτε τους νεαρούς κατοίκους των πόλεων που θέλουν να διατηρήσουν τα δικαιώματα της συμμετοχής στην ΕΕ. Μπροστά σε μια τόσο καταθλιπτική προοπτική οι ψηφοφόροι μπορεί να αλλάξουν γνώμη για το Brexit πριν καλά καλά το καταλάβουν οι ηγέτες τους. Για να συμβεί όμως μια τέτοια μεταστροφή, η χώρα θα πρέπει να ζήσει μια πολιτική ή οικονομική κρίση που θα συνταράξει την κοινή γνώμη και θα τη βγάλει από τη μοιρολατρία στην οποία έχει βυθιστεί. Προτού τα πράγματα αρχίσουν να βελτιώνονται για τη Βρετανία το πιθανότερο είναι ότι θα επιδεινωθούν πολύ.

Ο Ανατόλι Καλέτσκι είναι πρώην αρθρογράφος των «Times», των «New York Times» και των «Financial Times» και συγγραφέας του βιβλίου «Καπιταλισμός 4.0, η γέννηση μιας νέας οικονομίας»