Η ποινική υπόθεση της νεαρής κοπέλας «Ηριάννας» άγγιξε πολλούς (και εννοώ ειλικρινά). Ταυτόχρονα ενεργοποίησε και τα παρακμιακά αντανακλαστικά των αναρχικών που προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές σε κεντρικά καταστήματα των Αθηνών (δήθεν για να υπερασπιστούν την «Ηριάννα» και χωρίς η έννομη τάξη να αντιδρά καθόλου). Τέλος, για την υπόθεση αυτή αντέδρασε και ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής μάλλον επιλεκτικά (γιατί σε άλλες υποθέσεις δεν υπερασπίστηκε ουδόλως τη νομιμότητα, όπως στη σκοτεινή υπόθεση των εξωθεσμικών συνομιλιών του κ. Καμμένου με καταδικασμένο για εμπορία ναρκωτικών).

Επί της ουσίας τώρα. Υπενθυμίζω απλώς ότι η «Ηριάννα» καταδικάστηκε σε 13 χρόνια κάθειρξη για αδίκημα συνδεόμενο με τη λειτουργία της (αναρχικής) οργάνωσης Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς. Πολλοί λένε ότι η καταδικαστική κρίση στηρίχθηκε αποκλειστικά στην ανεύρεση βιολογικού υλικού σε έναν γεμιστήρα όπλου (το οποίο ταυτοποιήθηκε με το δείγμα DNA που η ίδια εθελουσίως είχε δώσει στις αρμόδιες Αρχές ). Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελα να διατυπώσω τις ακόλουθες γενικές παρατηρήσεις.

Kύλησε πολύς καιρός από το 1986, όταν πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε στην Αγγλία η εξέταση DNA για την ανακάλυψη του απεχθούς δολοφόνου δύο νεαρών κοριτσιών, της Dawn Ashworth και της Lynda Mann.

Ετσι σήμερα γίνεται δεκτό το ακόλουθο μέγεθος:

Η σύγκριση ληφθέντος DNA από έναν κατηγορούμενο και η ταυτοποίησή του με «εύρημα» από τον τόπο του εγκλήματος αποδεικνύει απλώς ένα πράγμα: ότι ο κατηγορούμενος βρισκόταν στον χώρο του εγκλήματος! Σε καμία περίπτωση, δεν είναι δυνατό να κηρυχθεί η ενοχή ενός ανθρώπου (με βάση μόνο την εξέταση του DNA). Αυτό έγινε πρόσφατα δεκτό και στην υπόθεση των Σκουριών της Χαλκιδικής (άρθρο 200 Α ΚΠΔ).

Αν, επομένως, η πρωτόδικη καταδίκη της «Ηριάννας» είχε στηριχθεί μόνο στην ανάλυση DNA (χωρίς να υφίστανται επιπρόσθετες αποδείξεις), τότε σίγουρα υπάρχει τεράστιο δικονομικό πρόβλημα σε αυτή την υπόθεση. Ομως κανείς δεν γνωρίζει όλο το αποδεικτικό υλικό της προκείμενης δικογραφίας και καλό θα ήταν να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να κάνει αυτόνομα τη δουλειά της!

Δυστυχώς ο υπουργός Δικαιοσύνης υπερέβη εξωφρενικά την εξουσία του και λίγο – πολύ «παρήγγειλε» στους δικαστές του Πενταμελούς Εφετείου που θα αποφασίσουν –στο μέλλον –για την αναστολή της ποινής της «Ηριάννας» να την αφήσουν ελεύθερη!

Το συμπέρασμα; Ο Καντ έλεγε «πράττε έτσι ώστε να χρησιμοποιείς την ανθρωπότητα, τόσο στο πρόσωπό σου όσο και στο πρόσωπο κάθε άλλου ανθρώπου, πάντα ως σκοπό και ποτέ ως μέσο».

Υπό αυτή την έννοια, η προστασία της ανθρώπινης αξίας –άρα και της «Ηριάννας» –έχει μεγάλη σημασία στις δυτικές δημοκρατίες. Ομως την «τύχη» ενός κατηγορουμένου την αποφασίζουν οι δικαστές και όχι οι υπουργοί Δικαιοσύνης ή οι αναρχικοί (που θυμίζουν περισσότερο τους ναζιστές με τις καταστροφές που προκαλούν)!

Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ