Τις τελευταίες εβδομάδες, ο αμερικανός πρόεδρος συνέπλευσε με τη Σαουδική Αραβία κατηγορώντας το Ιράν ότι είναι το κέντρο της τρομοκρατίας στη Μέση Ανατολή.

Ωστόσο η καρικατούρα του Ιράν ως «η αιχμή του δόρατος» της παγκόσμιας τρομοκρατίας, όπως είπε ο σαουδάραβας βασιλιάς Σαλμάν, δεν είναι μόνο λάθος αλλά και εξαιρετικά επικίνδυνη, γιατί θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα έναν ακόμα πόλεμο στη Μέση Ανατολή.

Η αμερικανική αντιπαλότητα με το Ιράν ξεκινάει από την ισλαμική επανάσταση του 1979. Λίγοι Αμερικανοί συνειδητοποιούν ότι η Ιρανική Επανάσταση ήρθε ένα τέταρτο του αιώνα μετά τη συνωμοσία του 1953 της CIA και της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών, για την ανατροπή της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας και την εγκατάσταση ενός αστυνομικού κράτος υπό τον Σάχη, έτσι ώστε να διατηρηθεί ο αγγλοαμερικανικός έλεγχος του πετρελαίου του Ιράν.

Από το 1953, οι ΗΠΑ έχουν αντιταχθεί στην αυτονομία και την οικονομική ανάπτυξη του Ιράν μέσω συγκαλυμμένων ενεργειών: στήριξη της απολυταρχικής διακυβέρνησης κατά την περίοδο 1953-1979 και στρατιωτική στήριξη των εχθρών της. Ενας άλλος λόγος για την αμερικανική αντιιρανική στάση είναι η στήριξη του Ιράν στη Χεζμπολάχ και στη Χαμάς, δύο οργανώσεις που αντιμάχονται το Ισραήλ. Το 1982, το Ισραήλ εισέβαλε στον Λίβανο σε μια προσπάθεια να συντρίψει τους εκεί μαχητές Παλαιστινίους. Μετά τον πόλεμο αυτό, το Ιράν υποστήριξε τον σχηματισμό της Χεζμπολάχ για να αντισταθεί στην κατοχή του Ισραήλ στον Νότιο Λίβανο. Μέχρι το 2000 που το Ισραήλ αποχώρησε από τον Λίβανο, η Χεζμπολάχ είχε γίνει μια τρομερή στρατιωτική, πολιτική και κοινωνική δύναμη στον Λίβανο και ένα αγκάθι στο πλευρό του Ισραήλ.

Το Ιράν υποστηρίζει επίσης τη Χαμάς, μια σκληρή ομάδα σουνιτών που απορρίπτει το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει. Η Χαμάς κατάφερε να νικήσει τη Φατάχ στις εκλογές του 2006. Oι ΗΠΑ και το Ισραήλ αποφάσισαν να τη συντρίψουν, ακόμη και με έναν βάναυσο πόλεμο ανείπωτων δεινών στη Λωρίδα της Γάζας το 2014, χωρίς όμως καμία πολιτική πρόοδο. Οι σκληροπυρηνικοί Ισραηλινοί προσπάθησαν, επίσης, επανειλημμένως να πείσουν τις ΗΠΑ να επιτεθούν στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Ευτυχώς, ο πρόεδρος Ομπάμα αντιστάθηκε και διαπραγματεύτηκε μια συνθήκη μεταξύ του Ιράν και των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (συν τη Γερμανία) που αντιτίθεται στο πρόγραμμα του Ιράν για πυρηνικά όπλα για πάνω από μια δεκαετία, δημιουργώντας έδαφος για οικοδόμηση περαιτέρω μέτρων εμπιστοσύνης. Ωστόσο, ο Τραμπ και οι Σαουδάραβες φαίνεται ότι σκοπεύουν να καταστρέψουν τη δυνατότητα εξομάλυνσης των σχέσεων που δημιουργούνται από αυτή τη σημαντική και πολλά υποσχόμενη συμφωνία.

Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, η Βρετανία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ και η Ρωσία είχαν παρερμηνεύσει το παιχνίδι εξουσίας της Μέσης Ανατολής. Ολοι έχουν σπαταλήσει ζωές, χρήματα και κύρος. Περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε μια εποχή διπλωματίας που να δίνει έμφαση στον συμβιβασμό και όχι σε έναν άλλο γύρο δαιμονοποίησης και σε μια κούρσα εξοπλισμών που θα μπορούσε πολύ εύκολα να σπείρει την καταστροφή.

O Τζέφρι Σακς είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Στα ελληνικά έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο του «Με τα μάτια στο μέλλον» (Κάτοπτρο)