Χωρίς τα πραξικοπήματα της Λατινικής Αμερικής, τους στρατηγούς με τα πηλήκια και τα μαύρα γυαλιά ηλίου, τις διώξεις, το αίμα και τους εξαφανισμένους, τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και τα κινήματα αντίστασης, ενδεχομένως ο όρος «χούντα» δεν θα είχε μετεγγραφεί ποτέ στην Ελλάδα για να περιγράψει τη δικτατορία των ελλήνων συνταγματαρχών.

Η «χούντα» ήρθε για να υπογραμμίσει τη λατινοαμερικανική διάσταση στην ιστορία μιας χώρας η οποία, από τον περονικού τύπου λαϊκισμό και τη σύγκρουση της Δεξιάς με την Αριστερά για την ηγεμονία έως τον αμερικανικό δάκτυλο, έμοιαζε πολλές φορές να βρίσκεται στην Ευρώπη από γεωγραφικό ατύχημα.

Αλλά αν στην Ελλάδα επέστρεψε ως σύνθημα στα χείλη των «Αγανακτισμένων» της Πλατείας Συντάγματος μαζί με τις ανοιχτές παλάμες προς τη Βουλή, η χούντα στη Βενεζουέλα επιστρέφει ως γεγονός –στην πιο καθαρή μορφή της, όπως σημείωνε χθες στο κύριο άρθρο της η «Μοντ». Η ίδια εφημερίδα διαπίστωνε, όχι χωρίς κάποια πικρία, ότι αν η κυβέρνηση της χώρας ήταν δεξιά θα είχε κινητοποιηθεί όλη η ευρωπαϊκή και η αμερικανική Αριστερά. Αλλά ο Νικολάς Μαδούρο είναι ο κληρονόμος της Μπολιβαριανής Επανάστασης. Και το αίμα που χύνεται, χύνεται αυτή τη φορά στο όνομά της.

Αυτή η λεπτομέρεια και μόνο αρκεί για να εξηγηθεί το είδος τής λιγότερο ή περισσότερο κρυφής γοητείας που ασκεί το καθεστώς του Μαδούρο στην ευρωπαϊκή Αριστερά. Είναι αρκετή για να εξηγηθούν η ανοχή απέναντι στη μαδουροποίηση μιας χώρας, στον βίαιο εκφυλισμό ενός ούτως ή άλλως αμφιλεγόμενου τσαβισμού, όπως και οι χλωμές αποστάσεις απέναντι στην καταστολή, στη συνταγματική εκτροπή, στη φτώχεια που αποκτά ενδημικές διαστάσεις, στον στόχο της μόνιμης παραμονής στην εξουσία.

Αν όμως στην Ευρώπη αξίζει να αναζητηθούν οι λόγοι της γοητείας που ασκείται, στη λατινοαμερικανική απόφυσή της έχει νόημα να διερευνηθούν οι δεσμοί που χτίστηκαν. Λίγο πριν εκτεθεί η Βενεζουέλα από την έλλειψη ακόμη και χαρτιού τουαλέτας, η ριζοσπαστική εκδοχή της ελληνικής Αριστεράς είχε φροντίσει να προστατεύσει από την έκθεση στις καταγγελίες για σεξουαλικές επιθέσεις τον τότε πρεσβευτή της χώρας. Προτού στεγνώσει η δική του οικονομία, ο ΣΥΡΙΖΑ πίστεψε ότι το καθεστώς θα μπορούσε να λαδώσει τη μηχανή της ελληνικής οικονομίας με πετρέλαιο και ότι ο Μαδούρο ήταν το εισιτήριο για τα χρήματα της Κίνας και της Ρωσίας –ένα πραγματικό άσετ, όπως θα έλεγε και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, που θεώρησε ότι άξιζε να τον περιμένει επί δύο ημέρες σε ένα ξενοδοχείο της Μόσχας χωρίς εκείνος να εμφανιστεί ποτέ. Και τώρα, ενώ το αίμα πνίγει τη χώρα, ο νέος πρεσβευτής καλείται ως επιφανής ομιλητής στην καλοκαιρινή κατασκήνωση των νεολαίων του κόμματος στην Ηλεία.

Ακόμη και τώρα που ο τσαβισμός εκφυλίζεται από τη μαδουροποίηση (αν δεν είναι το ανώτατο στάδιό του), οι δεσμοί παραμένουν. Κι ας παραμένουν με μια χούντα.