Εχει μιλήσει επανειλημμένα σε συντροφιές φίλων ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος κι έχει αναφερθεί στο άγγιγμα του κεφαλιού του ενώ ήτανε παιδί δεκαπέντε χρόνων από τον Νίκο Ζαχαριάδη όταν είχε επισκεφτεί το σπίτι τους, καλεσμένος από τους γονείς του, τους πολύ γνωστούς ηθοποιούς Λέλα και Σπύρο Πατρίκιο, διαπρεπείς επίσης κομμουνιστές. Για δύο μάλιστα μήνες δεν έλουζε τα μαλλιά του για να μη φύγει _ όπως αισθανόταν πως θα γίνει _ η ευλογία που είχε δεχτεί από τον ηγέτη κομμουνιστή, μαζί ενδεχομένως κι ένα χάρισμα που του είχε εμφυσήσει. Για να υπογραμμίσει τη σημασία του αγγίγματος στη ζωή μας ο ποιητής Μάνος Ελευθερίου, όταν μνημονεύει, σχεδόν σαν να πρόκειται για παραμύθι που το έχει ζήσει ένας άλλος _ σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με τον Πατρίκιο _ το πώς ακούμπησε το χέρι της Μαρίας Κάλλας μόλις η τελευταία άνοιξε το παράθυρο του αυτοκινήτου που την είχε πάρει από το Ωδείο Ηρώδου Αττικού το καλοκαίρι του ’58 και ο δημιουργός της «Μαρκίζας» και του «Καιρού των χρυσανθέμων» έτρεχε στο κατόπι της φωνάζοντας «Μπράβο Μαράκι, μπράβο Μαράκι μας».

Είναι να τρελαίνεται κανείς όταν τόσες τρυφερές ή βίαιες ερωτικές επαφές στη ζωή ενός ανθρώπου μοιάζει να ξεχνιούνται, ή ακόμη η εξέλιξη μιας σχέσης να τον κάνει να μη θέλει να τις θυμάται, να μένει όμως ανεξίτηλα γραμμένη η σημασία ενός αγγίγματος, χωρίς μάλιστα ο άνθρωπος που το πραγματοποίησε να είχε το εκτόπισμα της Κάλλας ή του Ζαχαριάδη. Αντίθετα μπορεί να υπήρξε ένας τελείως άγνωστος που αν κάποιος μάλιστα ύστερα από χρόνια τού μιλούσε, λέγοντάς του το τι είχε σημάνει το χέρι του όπως κινήθηκε κάποτε προκειμένου ν’ αγγίξει έναν συνάνθρωπό του, μπορεί να μην καταλάβαινε καλά καλά τι του λένε.

Ολοι μας έχουμε σφιχταγκαλιάσει ή μας έχουν σφιχταγκαλιάσει φίλοι και γνωστοί. Κι ενώ έχουμε ξεχάσει και το σφιχταγκάλιασμα και με ποιους το ζήσαμε, πόσο αλησμόνητο παραμένει ένα άγγιγμα στον ώμο ή στην πλάτη από έναν άγνωστο αν και θα δικαιολογούνταν μια σπρωξιά καθώς είχαμε γίνει με τη συμπεριφορά μας απέραντα ενοχλητικοί.