Οταν, στο σχολείο ακόμη, μας μίλησαν πρώτη φορά για τη Γαλλική Επανάσταση, την έβαλα στο τοπ των αγαπημένων μου εξεγέρσεων με κριτήρια ονειροπαρμένης προεφηβείας. Μου φαινόταν πιο κοσμοπολίτικη από την Ελληνική που μου μύριζε στάνη και θυμάρι και την Οκτωβριανή που μου έβγαζε μπρουταλιτέ. Το νεγκλιζέ της Μαριάν μού έκανε πιο σοφιστικέ από τη μαντιλοδεμένη Μπουμπουλίνα και, όσο να ‘ναι, άλλο Παρίσι και άλλο Δερβενάκια. Εκείνο δε το «Liberte, Egalite, Fraternite» το είχα ζωγραφίσει με γράμματα τύπου ψυχεδέλεια και το είχα κάνει αφίσα στο δωμάτιό μου, δίπλα στον Ντέιβιντ Κάσιντι.

Τα χρόνια όμως πέρασαν και μέστωσε η σκέψη ώστε να μην ακούει τις λέξεις ως ήχους. Αναλογιζόμενη εκείνη τη νεανική αφίσα, διαπίστωνα το ανισοβαρές των τριών εννοιών –αν και στο σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης εννοείται ο συντονισμός και η συνλειτουργία τους ως βασική προϋπόθεση της δημοκρατίας. Τι να την κάνεις την ισότητα και την αδελφοσύνη όταν δεν υπάρχει ελευθερία; Ισοι και, ως προς το κοινό συμφέρον, «αδέλφια» είναι και στις φυλακές. Αντίστοιχα χάσκει κι εκείνο το δικό μας σύνθημα που ζητούσε «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Στοιχειώδες ψωμί και πολύ καλή παιδεία είχαν και στην πρώην ΕΣΣΔ, αλλά η ελευθερία ήταν εξόριστη στο αρχιπέλαγος Γκουλάγκ. Η ισότητα, η αδελφοσύνη, το ψωμί και η παιδεία μπορεί είναι απότοκα της ελευθερίας. Προϋπόθεσή της όμως είναι η ασφάλεια. Δεν μπορεί να είναι ελεύθερος κάποιος όταν μαινόμενες ομάδες που αυτοσυστήνονται ως «συλλογικότητες αλληλεγγύης» μπουκάρουν και τα σπάνε στη γειτονιά του ή σε θεσμικούς χώρους. Με αυτή την έννοια, το ντου στη Βουλή από τα στεατοπυγικά παιδιά του Ρουβίκωνα δεν ειναι απειλή για το Κοινοβούλιο. Είναι απειλή για το κουκούτσι της ελευθερίας.