Μετά την απροσδόκητη ψήφο υπέρ του Brexit στη Βρετανία και τον επίσης θρίαμβο του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές, θα περίμενε κανείς ότι οι ευρωπαϊκές ηγεσίες θα είχαν καταστρώσει τα σχέδιά τους για μια ενδεχόμενη νίκη της ηγέτιδας του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου Μαρίν Λεπέν στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας. Αλλά θα έκανε λάθος. Φαίνεται ότι η ιδέα να γίνει πρόεδρος η Λεπέν τρομάζει τόσο πολύ, ώστε πολλοί δεν θέλουν καν να το σκέφτονται –πολύ περισσότερο να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Αλλά ακριβώς αυτή η απειλή είναι ο λόγος για τον οποίο η Ευρώπη πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της το ενδεχόμενο της νίκης της, όσο απίθανο κι αν φαίνεται κάτι τέτοιο.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ως πρόεδρος της Γαλλίας η Λεπέν θα έβλαπτε σοβαρά το ευρωπαϊκό σχέδιο. Εχει τοποθετήσει τον εαυτό της στον αντίποδα της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, έχοντας ταχθεί υπέρ της αποχώρησης της Γαλλίας από τη ζώνη Σένγκεν καθώς και από τη ζώνη του ευρώ. Οσο για την ίδια την ΕΕ, υπόσχεται ότι θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Βρετανίας: θα επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της παραμονής τής χώρας της στην Ενωση, ενώ στη συνέχεια θα προκηρύξει δημοψήφισμα για τη συμφωνία. Εάν η ΕΕ απορρίψει τις αλλαγές που θα ζητήσει η Λεπέν, θα ταχθεί υπέρ της εξόδου.

Υπάρχουν όμως σημαντικές διαφορές ανάμεσα στο Brexit και το Frexit. Γιατί ενώ οι βρετανοί ευρωσκεπτικιστές στοχεύουν στο παγκόσμιο βρετανικό εμπόριο, η Λεπέν θέλει να υιοθετήσει πολιτικές προστατευτισμού. Ο δικός της στόχος δεν είναι η εξωστρέφεια, αλλά η εμβάθυνση των σχέσεων της χώρας της ως «μεγάλης δύναμης» με τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ συγχρόνως υπερασπίζεται τις «παραδοσιακές» χριστιανικές αξίες και κηρύσσει πόλεμο στην τρομοκρατία στο πλαίσιο ενός πολυπολικού κόσμου. Στο όνομα αυτών των στόχων, η Λεπέν υπόσχεται να αυξήσεις τις αμυντικές δαπάνες στο 3% του γαλλικού ΑΕΠ (ο στόχος του ΝΑΤΟ είναι 2%), καθιστώντας σαφές στους ψηφοφόρους ότι καμία αμυντική δαπάνη δεν θα διατεθεί για την υποστήριξη ειρηνευτικών αποστολών στην Αφρική. Κάτω από αυτό το πρίσμα, μια νίκη της Λεπέν δεν θα συνιστούσε ρήξη μόνο με την Ευρώπη, αλλά και με τον στρατηγικό προσανατολισμό της ίδιας της Γαλλίας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι δημοσκοπήσεις ευνοούν ακόμη τον κεντρώο Εμανουέλ Μακρόν. Πολλοί αναλυτές, όμως, φοβούνται ότι οι δυνάμει ψηφοφόροι του δεν θα προσέλθουν με το ίδιο πάθος στις κάλπες με αυτό που θα ψηφίσουν εκείνοι της Λεπέν. Πράγματι, τους τελευταίους μήνες η υποστήριξη στη Λεπέν εμφανίζεται σταθερή, παρά τα σκάνδαλα και τη γενικότερη δυσπιστία απέναντι στους πολιτικούς. Αυτή η τέλεια πολιτική καταιγίδα μετέτρεψε το δικομματικό σύστημα σε τετρακομματικό, με αποτέλεσμα να πληγούν διάφορα φαβορί, όχι όμως και η επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου.

Το γεγονός αυτό οφείλεται τόσο στην ικανότητα της Λεπέν να επανεφεύρει το κόμμα της όσο και στη διεθνή συγκυρία. Κατάφερε να ξεφύγει από το γκέτο της Ακρας Δεξιάς με μια ευφυή στρατηγική, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της εκλογικής της πελατείας σε κατηγορίες πολιτών που έως τότε την απέφευγαν, όπως είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι γυναίκες και οι καθολικοί. Απέναντι σε αυτή τη στρατηγική, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δείχνουν τραγικά απροετοίμαστες. Αλλά προετοιμασία και σχέδιο δεν θα συνιστούσαν οι δηλώσεις εναντίον της –αντίθετα κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αποδειχθεί αντιπαραγωγικό. Ούτε μπορεί βέβαια να κλείσει κανείς τα μάτια ελπίζοντας ότι αυτή τη φορά οι δημοσκόποι θα δικαιωθούν.

Ο Μαρκ Λέναρντ είναι επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις