Μια σειρά από παράγοντες που αφορούν την τρέχουσα αξιολόγηση και την τύχη της συμφωνίας (Μνημονίου) μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των ευρωπαϊκών και διεθνών εξελίξεων συνηγορούν αβίαστα στη διαμόρφωση ενός κλίματος αισιοδοξίας για ένα ορατό μέλλον στο οποίο θα κλείσει ο πολυετής επώδυνος κύκλος για τη χώρα και την κοινωνία.

Μικρή σημασία, στα όρια μιας τρέχουσας πολιτικής γκρίνιας, έχει η μόλις κεκαλυμμένη ενόχληση και κριτική προς τους δανειστές για ευνοϊκή στάση προς την κυβέρνηση από πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης και δημοσιολογούντες. Είναι προφανής εν προκειμένω η αμηχανία ενώπιον της αναγκαίας αναπροσαρμογής στην πολιτική, στους στόχους και τη ρητορική των δυνάμεων και των συμφερόντων που επένδυσαν επί διετία στη στρατηγική διαδοχικών παρενθέσεων μέσα από το πρίσμα της αντιμετώπισης της διακυβέρνησης με κορμό την Αριστερά ως ενός «οδυνηρού συμπτώματος» που πρέπει τάχιστα να θεραπευτεί… Η ένταση μάλιστα αυτής της δομικής αντιπαράθεσης συναρτάται όλο και περισσότερο με την πρόθεση διαμόρφωσης ενός «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου» στο οποίο θα αθροίζονται με προσδοκώμενο ρόλο πολιτικού σωτήρα οι δυνάμεις και οι παράγοντες, πολιτικοί και οικονομικοί, που έχουν κατά κοινή ομολογία την κύρια ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας.

Η σχετική συζήτηση στους διεθνείς οργανισμούς και οι αποφάσεις που θα ληφθούν ώστε στο αμέσως προσεχές διάστημα να συνομολογηθούν συγκεκριμένα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την αναδιάρθρωση –απομείωση του χρέους και για το ύψος των πλεονασμάτων, οριοθετεί πάνω στις ράγες τον οδικό χάρτη που φτάνει μέχρι τη βιώσιμη έξοδο στις αγορές. Ταυτόχρονα ευελπιστούμε στην επίτευξη αναγκαίου κλίματος για επενδύσεις και ικανοποιητικών ρυθμών για την ανάπτυξη, για τα συμφωνημένα πλεονάσματα χωρίς νέα μέτρα και για την προώθηση συγκεκριμένων τομών και μεταρρυθμίσεων του συνολικότερου κυβερνητικού προγράμματος με επίκεντρο τόσο την καθημερινότητα όσο και την αποκατάσταση των προϋποθέσεων για κοινωνική δικαιοσύνη και αναδιανομή. Σ’ αυτή την προοπτική είναι ρεαλιστική και η λογική της θετικής επαναδιαπραγμάτευσης όπως γίνεται σε κάθε συμφωνία.

Ολο και περισσότεροι, από δυνάμεις μάλιστα και της σοσιαλιστικής παράδοσης στην Ευρώπη, αναγνωρίζουν ότι ο κύκλος των ευρωπαϊκών εκλογών εντός του 2017 προλειαίνει το έδαφος για προοδευτική αναδιάταξη του συσχετισμού δυνάμεων και ιδιαίτερα αναδεικνύει σε κάθε περίπτωση μια ατζέντα κοινωνικών και δημοκρατικών αιτημάτων και προτεραιοτήτων, διαδικασία στην οποία και η χώρα μας επί διετία και πρόσφατα με την πρωτοβουλία της «συνεργασίας του Νότου», έχει συμβάλει ενεργά. Επίσης είναι κοινή πεποίθηση ευρύτατων δυνάμεων και εκφράζεται τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο όσο και σε όλα τα διεθνή fora ότι η χώρα μας έχει καταστεί πόλος σταθερότητας σε μια γενικά αποσταθεροποιημένη ευρύτατη περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και βέβαια λόγω της επικίνδυνης δημοκρατικής αναδίπλωσης στη γείτονα Τουρκία.

Οι παραπάνω εκτιμήσεις δεν γίνονται εν κενώ αλλά ενυπάρχουν και στην έντονη συζήτηση που έχει ξεκινήσει και θα εξελιχθεί τους προσεχείς μήνες για το ίδιο το «μέλλον της Ευρώπης». Στη συζήτηση αυτή που διαμορφώνει το μεγάλο κάδρο μέσα στο οποίο θα κριθεί εντέλει και το μέλλον της χώρας μας διαμορφώνονται οι όροι ώστε να ηττηθούν οι ακραίες νεοφιλελεύθερες απόψεις που επιβάλλουν τη λιτότητα και την προώθηση της στρατηγικής του Grexit ως «τιμωρητικού υποδείγματος» για παραδειγματισμό μεγαλύτερων οικονομιών που κατά τα άλλα βιώνουν επίσης δραματικά τις συνέπειες και τα αδιέξοδα της κρίσης και της επιβολής αυτών των πολιτικών.

Μόνο όμως μία ορατή και ενισχυόμενη προοδευτική εναλλακτική προοπτική σε ευρωπαϊκή κλίμακα έναντι των εθνικιστικών αναδιπλώσεων και της λογικής των δομημένων διαφορετικών ταχυτήτων που ανομολόγητα αποτρέπουν τις κοινωνικές συγκλίσεις και θέλουν να οριοθετήσουν «ειδικές οικονομικές ζώνες» αποτελεί τη διέξοδο. Γιατί θα προσδώσει μια νέα δυναμική προσδοκία δημοκρατικής νομιμοποίησης και ενίσχυσης μιας ενωσιακής αρχιτεκτονικής που θα εμπνέει και αλληλέγγυα θα είναι επωφελής για τους ευρωπαϊκούς λαούς, ενώ θα ενισχύει και τον διεθνή αυτόνομο ρόλο της ΕΕ ως πόλου ειρήνης, ανάπτυξης και διευρυμένων κοινωνικών κατακτήσεων.

Ο Νίκος Βούτσης είναι Πρόεδρος της Βουλής