Αν το σκάνδαλο Βατοπεδίου μας δίδαξε ότι το νόμιμο δεν είναι απαραίτητα ηθικό, η αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία ως απάντηση στα αποδιδόμενα στο καθεστώς Ασαντ εγκλήματα πολέμου καλεί να προβληματιστούμε για το αντίστροφο. Μπορεί η παρανομία να είναι ηθική επιταγή; Η «ανυπακοή στον νόμο» (civil disobedience) έχει άλλοτε στέρεα ηθικά ερείσματα, άλλοτε σαθρά. Η αψηφούσα τον νόμο τού άνακτα Αντιγόνη, η Rosa Parks του αμερικανικού κινήματος ατομικών δικαιωμάτων, αλλά και οι Δεν Πληρώνω παραβιάζουν νόμους που θεωρούν άδικους, προκειμένου να πραγματώσουν ανώτερα αξιακά ιδανικά τους. Αν και παράνομες, δεν στερούνται όλες οι πράξεις αυτές ηθικής νομιμοποίησης.

Το ότι η επέμβαση στη Συρία παραβιάζει το διεθνές δίκαιο δεν αμφισβητείται. Ωστόσο, παρόλο που επιδιώκει ευγενείς στόχους (ειρήνη, ασφάλεια, προστασία ανθρώπων και κρατών), το νομικό πλαίσιο που διέπει τη χρήση βίας είναι προβληματικό. Με τη θέσπιση του ΟΗΕ απαγορεύθηκε η χρήση βίας. Τα κράτη εμπιστεύθηκαν την ασφάλειά τους στο Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ), στο οποίο έδωσαν εξουσία να χρησιμοποιεί βία για την προστασία της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, διατηρώντας, παράλληλα, το φυσικό δικαίωμά τους στην αυτοπροστασία με χρήση βίας («νόμιμη άμυνα»), μέχρις ότου, όμως, να αποφασίσει το ΣΑ αν και πώς θα δράσει. Ωστόσο, το ΣΑ δεν απέκτησε τα μέσα που θα του επέτρεπαν να δράσει στο όνομα των κρατών και η ανάληψη δράσης από αυτό αντικαταστάθηκε, άτυπα, από μια πρακτική εξουσιοδότησης χρήσης βίας που το ΣΑ παρέχει στα κράτη. Το ΣΑ είναι πολιτικό «ον» με ευρεία διακριτική ευχέρεια. Οι αποφάσεις του δεν υπόκεινται σε άμεσο νομικό έλεγχο. Η σύνθεσή του δεν είναι αντιπροσωπευτική του σύγχρονου κόσμου και, από τα δεκαπέντε μέλη του, τα πέντε είναι μόνιμα και «οπλισμένα» με αρνησικυρία επί όσων αποφάσεων δεν τους αρέσουν.

Κοντολογίς, το σύστημα «συλλογικής ασφάλειας», όπως αποκαλείται, παρέλυσε κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και παραμένει, έκτοτε, δυσλειτουργικό. Η χρεοκοπία του οδηγεί τα κράτη στο να αποζητούν τρόπους νόμιμης χρήσης βίας για να προστατευθούν τα ίδια, αλλά και για να προστατέψουν πληθυσμούς σε τρίτα κράτη που βιώνουν ειδεχθή διεθνή εγκλήματα, όπως γενοκτονίες και εγκλήματα πολέμου. Η ανάγκη αυτοπροστασίας οδηγεί στη διόγκωση της «νόμιμης άμυνας», της μόνης νομικής βάση επιτρέπουσας χρήση βίας χωρίς εξουσιοδότηση του ΣΑ. Η ανάγκη τερματισμού των διεθνών εγκλημάτων θεμελιώνει νομικές θεωρίες όπως αυτές της «ανθρωπιστικής επέμβασης», αρχικά, και της «ευθύνης προστασίας» (responsibility to protect), μετέπειτα. Ετσι, η ηθική και το «δίκαιο της ανάγκης» επιχειρούν να υπερκεράσουν τον νόμο.

Αν γνωρίζατε ότι ένας πατέρας κατακρεουργεί την οικογένειά του και η αστυνομία δεν προσέφερε βοήθεια, θα παρεμβαίνατε να σταματήσετε το έγκλημα; Υπό ποιες προϋποθέσεις; Ποια τα πρόσφορα μέσα; Εχει ηθική υποχρέωση ή, έστω, νομιμοποιείται ηθικά η μεγαλύτερη δύναμη του πλανήτη να καταστείλει διεθνή εγκλήματα, όταν το ΣΑ αδρανεί; Μήπως, επειδή στο παρελθόν ο παρεμβατισμός της συγκεκριμένης δύναμης δεν υπήρξε «έντιμος», δεν νομιμοποιείται να δρα; Αν υποτεθεί ότι τα κίνητρα δεν είναι αλτρουιστικά, είναι προτιμότερη η αδράνεια της ιδιοτελούς δράσης; Μήπως, δεδομένης της περιπεπλεγμένης κατάστασης στη Συρία, η στρατιωτική δράση προκαλέσει μεγαλύτερη δυστυχία και περισσότερες απώλειες ζωών; Τέτοιας φύσης, θαρρώ, είναι τα ερωτήματα που πρέπει να εγερθούν και όχι αν, φορμαλιστικά, οι ΗΠΑ παραβίασαν ένα σημαντικό μεν, κακοφτιαγμένο δε νομικό πλαίσιο.

Ο Βασίλης Τζεβελέκος είναι αναπληρωτής καθηγητής στη Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Λίβερπουλ