Είναι σαν ένα ταξίδι στον χωροχρόνο: από τα τραγικά χρόνια της μετεμφυλιακής Ελλάδας στα ταραγμένα της μεταμνημονιακής και από το μουσείο της Αμαλιάδας στο κτίριο της Βουλής, ο Νίκος Μπελογιάννης έγινε ο πρωταγωνιστής μιας πολύπλευρης διαμάχης. Ο θρύλος ανήκει στο ΚΚΕ ή στον ΣΥΡΙΖΑ του οποίου ο αρχηγός διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει πιο αριστερός από αυτόν; Πρέπει να τιμάται ως ήρωας της δημοκρατίας, όπως υποστηρίζουν όλα τα αριστερά κόμματα, ή ως γλυπτό του κόμματός του, όπως υποστήριξε ο Τζαβάρας της Δεξιάς; Και αν ζούσε σήμερα, τι θα έκανε; Θα ξιφουλκούσε κατά των Μνημονίων ή θα έβλεπε μπροστά του μόνο τη μεγάλη Ιστορία σαν τον Μάκη Μπαλαούρα που ξέπλυνε την κωλοτούμπα με ένα «συμβαίνουν αυτά»;

Αν ο Μπελογιάννης, εκτός από αδάμαστος αγωνιστής, αιώνια ιδιοκτησία του ΚΚΕ ή προσωρινή μεταγραφή του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την επόμενη οικογενειακή φωτογραφία του «πιο αριστερού» αρχηγού με τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες, είναι και εμβληματική φυσιογνωμία μιας εμφύλιας τραγωδίας, ακόμη ενός διχασμού, ενός ανυπόφορου μανιχαϊσμού, τότε η συζήτηση που γίνεται γι’ αυτόν χωρίς αυτόν είναι η απόδειξη ενός γεγονότος: ότι η ίδια μεγάλη Ιστορία που κοιτάζει ο Μπαλαούρας παραμένει ένας κήπος όπου κατά κύριο λόγο ευδοκιμεί εκείνος ο παλιός διχασμός. Η χώρα αυτή, με άλλα λόγια, εξακολουθεί να μην μπορεί να αποτιμήσει ψύχραιμα το ιστορικό της παρελθόν. Κερδίζει ασφαλώς σε καβγάδες. Αλλά χάνει σε αυτογνωσία.

Σύμφωνα με όσα είχε πει η ίδια σε συνέντευξή της στη Ρούλα Γεωργακοπούλου, ο Νίκος Μπελογιάννης αποχαιρέτησε τη σύντροφό του Ελλη Παππά με τη φράση «πεθαίνω για ένα ψέμα». Δηλαδή, με έναν σπαραγμό στη ζωή που έχασε.