Δεν είναι η πρώτη φορά που η παρούσα κυβέρνηση ενεπλάκη σε μια φανερή ή λιγότερο φανερή σύγκρουση με τη Δικαιοσύνη. Η παραίτηση της Εισαγγελέως Διαφθοράς και όσα τη συνοδεύουν δεν αποτελούν πια έκπληξη. Η πλέον κραυγαλέα αντιπαράθεση με τη Δικαιοσύνη –μέχρι την τελευταία –ασφαλώς ήταν η απρεπής από κάθε άποψη και συνάμα επικίνδυνη απόπειρα χειραγώγησης του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον διαβόητο νόμο περί τηλεοπτικών αδειών, ο οποίος κατέληξε στο καλάθι των αχρήστων. Ο νόμος εκείνος ακυρώθηκε και αποδείχθηκε στην πράξη ότι υπάρχουν δικαστές που τιμούν τον όρκο τους και την παράδοση. Αυτό βεβαίως δεν φαίνεται να συνέβαλε ώστε να αλλάξει η νοοτροπία που διακατέχει ορισμένους κυβερνητικούς, οι οποίοι μοιάζει να θέλουν τον έλεγχο όλων των εξουσιών πέρα και έξω από τη λογική και τη συνταγματική τάξη. Η ιδεοληπτική προσέγγιση των κυβερνώντων ότι όλες οι εξουσίες οφείλουν να υπακούουν στα σχέδιά τους για τη σωτηρία του… λαού όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονται είναι επιεικώς επικίνδυνη για τη Δημοκρατία.

Πέραν αυτού όμως, το ζητούμενο στην τόσο δύσκολη περίοδο που διανύουμε είναι αν η Δικαιοσύνη κάνει τη δουλειά της όπως επιβάλλουν οι νόμοι και το Σύνταγμα ή ενίοτε χρησιμοποιείται για πολιτικά σχέδια. Αν οι θεσμοί καταρρακώνονται για να υπηρετήσουν οιαδήποτε πολιτική σκοπιμότητα, τότε ο τόπος βαδίζει σε πολύ ολισθηρό μονοπάτι και ενδέχεται η βλάβη να αποδειχθεί μοιραία. Αυτόν τον κατήφορο οφείλουμε όλοι να τον σταματήσουμε τώρα. Τα θεσμικά αντίβαρα κρατούν τις κοινωνίες όρθιες.