Ξυπνάς κάθε πρωί, τους τελευταίους πολλούς μήνες, και σχεδόν δεν είναι ανάγκη να ανοίξεις τις ειδήσεις.

Γιατί ξέρεις περίπου τι θα δεις και τι θα ακούσεις.

Η αέναη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, τα μέτρα, προληπτικά ή όχι, που συζητούνται, τα αντίμετρα, η ταξική πάλη, οι δαίμονες του ΔΝΤ, η κόντρα των αρχηγών στη Βουλή, οι διχαστικοί αφορισμοί, οι έξυπνες ατάκες, ένα κάθε φορά νέο ορόσημο για το κλείσιμο της αξιολόγησης, που πάντα μετακινείται ένα ή δύο μήνες αργότερα, η δίκαιη ανάπτυξη που δεν λέει να φανεί στην άκρη του τούνελ. Ολα αυτά μαζί με ένα πλήθος χιλιοπαιγμένων κλισέ που έχουν καταντήσει να μη σημαίνουν τίποτα, για τη διαφθορά, τη διαπλοκή, το σύστημα, την Ευρώπη που θέλουμε, τους μετανάστες, την κοινωνική ευαισθησία.

Ζούμε καθημερινά την «ημέρα της μαρμότας», το σενάριο εκείνης της παλιάς ταινίας του Χόλιγουντ όπου οι πρωταγωνιστές ζούσαν έναν εφιάλτη μιας καθημερινής επανάληψης των ίδιων και των ίδιων εμπειριών μιας μόνης ημέρας, κατά την οποία είχαν έλθει αντιμέτωποι με τα προσωπικά τους αδιέξοδα.

Δεν υπάρχει ίσως μεγαλύτερο μαρτύριο από την ακινησία. Στις μεθόδους βασανιστηρίων τυραννικών καθεστώτων βρίσκουμε σε περίοπτη θέση εκείνο που ο καταδικασμένος υποχρεώνεται να στέκεται ακίνητος, όρθιος, μέχρι να καταρρεύσει.

Κάπως έτσι χάνουμε το ένα χρονικό ορόσημο μετά το άλλο στην αέναη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς. Και καταδικάζουμε την κοινωνία και την οικονομία μας σε διαρκή ανασφάλεια και αβεβαιότητα, η οποία είναι δηλητήριο για την επενδυτική ψυχολογία, για τη ρευστότητα, για την εν γένει διάθεση όλων των παραγωγικών πολιτών.

Η κυβέρνηση φαίνεται ότι αδυνατεί κάθε φορά να διαβάσει σωστά τη διεθνή πραγματικότητα και τους συσχετισμούς ισχύος που διαμορφώνονται στους πιστωτές και τους συμμάχους της χώρας, με αποτέλεσμα να χτίζει κάθε τόσο νέες αυταπάτες ότι κάτι μαγικό θα την ευνοήσει.

Αυτή η κυβέρνηση, που αδιαφορεί για όσους πολίτες δεν θεωρεί «δικούς της», είναι θύμα μιας συνεχόμενης ροής από αυταπάτες, από τον εκβιασμό του 2015 με το «Κούγκι», τη θεωρία ότι μια νίκη της Κλίντον θα πίεζε τη Γερμανία, μέχρι την πίστη ότι μια νίκη της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη θα ήταν εξυπηρετική στους σχεδιασμούς της.

Η τελευταία αυταπάτη έχει το όνομα και τη μορφή του Σουλτς που, σύμφωνα με τις κυβερνητικές ελπίδες, θα νικήσει τη Μέρκελ στις γερμανικές εκλογές και θα μας κάνει αμέσως μετά τα χατίρια μας.

Δεν χρειάζεται να προκαταλάβουμε την κρίση της γερμανικής κοινής γνώμης. Αυτό που μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε είναι ότι η συνολική κυβερνητική ανάλυση και προσδοκία χαρακτηρίζονται από μεγάλη αφέλεια, σε κάθε πιθανό εκλογικό γερμανικό ενδεχόμενο.

Από ό,τι φαίνεται η αξιολόγηση θα αργήσει να κλείσει, καθώς ο Τσίπρας επιδιώκει διαρκώς ένα θαύμα, που θα έλθει από το εξωτερικό. Ετσι αφήνει το εσωτερικό να σαπίζει, να σέρνεται, τον λογαριασμό των μέτρων που θα χρειαστούν διαρκώς να μεγαλώνει.

Πόσο θα αντέξουμε στην ακινησία;

Ο Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης είναι επιχειρηματίας