«Τα όνειρά σου μην τα λες γιατί μια μέρα κρύα

μπορεί και οι φροϊδιστές να ‘ρθουν στην εξουσία»

Διονύσης Σαββόπουλος

Ηταν καλοκαίρι λίγο μετά την κρίση, όταν το αυτοκίνητό μου έπαθε βλάβη κατά το συνήθειό του. Ο καλός φίλος από το αεροδρόμιο που είναι η πιάτσα του, μου έστειλε ένα ενοικιαζόμενο στο χωριό. Το οδηγούσε νεαρός Αλβανός που έπρεπε να τον επιστρέψω σώο στη βάση του. Στη διαδρομή πιάσαμε την κουβέντα. Είχε έρθει πριν από χρόνια στο νησί, είχε οικογένεια, μιλούσε άψογα τα ελληνικά και ήταν ευχαριστημένος από τη δουλειά του και από τα παιδιά που πήγαιναν μια χαρά στο σχολείο. Οχι, δεν έβλεπε να του δημιουργεί πρόβλημα η κρίση ούτε να επιστρέψει στην Αλβανία σκόπευε.

Δεν κρατήθηκα βέβαια και τον ρώτησα, πώς ήταν η ζωή τότε. Μου απάντησε ότι ήταν μικρός όταν έγινε η ανατροπή, αλλά άκουσε ότι είχε και τα κακά της και τα καλά της.

Τα κακά ήταν ότι δεν υπήρχαν αρκετά χρήματα, οι μισθοί ήταν χαμηλοί. Και βέβαια δεν υπήρχαν διαβατήρια. Αλλά απ’ την άλλη δεν υπήρχε ανεργία, τα νοίκια ήταν προσιτά για όλους και η νοσοκομειακή περίθαλψη καθώς και η εκπαίδευση δωρεάν.

Σκέφτηκε λίγο και απάντησε, στην ερώτησή μου σε τι καθεστώς θα προτιμούσε να ζει ο ίδιος, «θα προτιμούσα να ζω, χωρίς σκοτούρες και άγχη, στο προηγούμενο καθεστώς».

Θυμήθηκα την ιστορία αυτές τις ημέρες όπου για μία ακόμη φορά μάς ζώνουν τα φίδια της τρόικας και οι υπερήφανες μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις. Στο μεταξύ έχει καταστραφεί ο βασικός ιστός παραγωγής θέσεων εργασίας, δηλαδή οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, και οι μεγάλες έχουν τα λεφτά τους έξω για να μπορέσουν να λειτουργήσουν με τους κανόνες της αγοράς, χωρίς τους ελέγχους κεφαλαίων. Τα υποσυστήματα καταρρέουν –νοσοκομεία, ΔΕΗ, τράπεζες, πανεπιστήμια –και τα κόκκινα δάνεια γίνονται κάθε χρόνο και πιο σκούρα πνίγοντας τη λειτουργία της οικονομικής δραστηριότητας. Ασε που χάρη στις άοκνες προσπάθειες των κυβερνώντων οι μεγάλες επενδύσεις έχουν νεκρώσει.

Με μια τέτοια κατάσταση, ακόμη κι αν κλείσει η αξιολόγηση, έξοδος στις αγορές δεν μοιάζει εφικτή για το τέλος του τρίτου προγράμματος και τέταρτο δεν πρόκειται να υπάρξει. Δηλαδή, αδιέξοδο.

Γιατί λοιπόν να βουρλιζόμαστε; Ας εγκαθιδρύσουμε ένα καθεστώς με κομμουνιστικά χαρακτηριστικά. Στο κάτω κάτω το δικαιούμαστε από την Ιστορία. Οταν ο Στάλιν μάς πέταξε ως ξεροκόμματο στον Τσόρτσιλ, χάσαμε την ευκαιρία να ζήσουμε όπως τα υπόλοιπα αδέρφια της Βαλκανικής τον κομμουνισμό. Με αποτέλεσμα να ζούμε σε μια νοσταλγία καθηλωτική.

Οσοι είναι εύποροι θα πάνε να ζήσουν εκεί όπου έχουν τα λεφτά τους. Οι πιο ανταγωνιστικοί νέοι και παραδόπιστοι θα μεταναστεύσουν και με τους 400.000 νέους που ήδη έφυγαν θα αποτελέσουν μια σημαντική πηγή εσόδων. Η εγκληματικότητα θα εξαφανιστεί και θα ζούμε πιο ασφαλείς, πιο φτωχοί, αλλά ήρεμοι και χωρίς άγχη. Και βέβαια διαβατήρια θα υπάρχουν. Για να φεύγουν όσοι το επιθυμούν, χωρίς να κινδυνεύουν να πνιγούν.

Ας το δοκιμάσουμε λοιπόν. Οταν έρθει η ώρα της επανόρθωσης του καπιταλισμού, θα έχουμε ζήσει αυτά που έζησαν οι άλλοι Βαλκάνιοι και οι διάφοροι εθνολαϊκιστές όλου του πολιτικού φάσματος θα πάψουν να μας τα πρήζουν με τις ανοησίες τους, τα ψέματα και τη λευκή απεργία στην καπιταλιστική ανάπτυξη.

Το μόνο πρόβλημα θα είναι η Τουρκία. Χωρίς ισχυρούς συμμάχους –ΕΣΣΔ –και γείτονες –Μαδούρους και Ορτέγκα –θα μας κάνουν μια χαψιά. Αλλά δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Οπως θα έλεγε και υπουργός μας. Ιστορικά και κάποια νησιά να χάσουμε, θα τα ξαναπάρουμε. Την επιτυχία, όπως και την περηφάνια και το φιλότιμο τα έχουμε καταγραμμένα στο CNN μας, όπως είπε και ένας κύριος στην τηλεόραση.