Τελειώνει η λιτότητα, όπως έσπευσε να διακηρύξει ο Πρωθυπουργός –αλλά όχι και ο Τσακαλώτος –μετά το προσύμφωνο στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου; Σίγουρα όχι στο ορατό μέλλον. Και πάντως σε καμία περίπτωση με τα μέτρα που θα εφαρμοστούν τα επόμενα χρόνια εφόσον κλείσει η β’ αξιολόγηση.

Αφενός γιατί το ισοζύγιο «αρνητικών» και «θετικών» μέτρων που θα προβλέπει η όποια συμφωνία είναι ένα επικοινωνιακό τέχνασμα για να περάσει από τη Βουλή το σκληρό πακέτο φόρων και περικοπών στις συντάξεις. Ισοζύγιο το οποίο όχι μόνο δεν πρόκειται να είναι μηδενικό, όπως διατείνεται η κυβερνητική επιχειρηματολογία, αλλά βαριά αρνητικό. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι η τρόικα επιδιώκει με αυτό ένα καθαρό αποτέλεσμα εσόδων και περικοπών ύψους 3,6 δισ. ευρώ για να βγουν οι στόχοι των πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και τα επόμενα χρόνια.

Αφετέρου διότι τα «θετικά» αντίμετρα κάθε άλλο παρά είναι αυτά που νόμιζε (ή ήθελε να νομίζει) η κυβέρνηση όταν συμφωνούσε στο Eurogroup στη μείωση του αφορολογήτου και στην περικοπή των καταβαλλόμενων συντάξεων, προκειμένου να επιστρέψει η τρόικα στην Αθήνα. «Θετικά» μέτρα για την τρόικα δεν είναι, άλλωστε, η μείωση του ΕΝΦΙΑ ή άλλες παροχές που έχει στο μυαλό του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για να δώσει μια αντισταθμιστική εντύπωση στις βαριές επιπτώσεις του νέου πακέτου μειώσεων στα εισοδήματα που έρχεται με τη β’ αξιολόγηση –και να περιορίσει έτσι το μεγάλο πολιτικό κόστος που συνεπάγεται για την ίδια. Θετικά για την τρόικα, όπως αποκαλύφθηκε από τις πρώτες μέρες των συζητήσεων με τους επικεφαλής της αυτή την εβδομάδα, είναι η μείωση των φορολογικών συντελεστών στα υψηλά εισοδηματικά κλιμάκια και η μείωση των εισφορών. Δύο κατηγορίες φόρων που αυξήθηκαν δραματικά επί των ημερών της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στο όνομα της μεταφοράς του φορολογικού βάρους από τα χαμηλά εισοδήματα στους πλουσίους, αλλά με τόσο μεγάλες εισπρακτικές προσδοκίες λόγω απουσίας εσόδων από τη φοροδιαφυγή, που κατέληξαν να είναι συνώνυμα της υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης. Θετικό μέτρο για τους δανειστές είναι και η μείωση του φόρου των επιχειρήσεων που, εφόσον υιοθετηθεί, θα αποδομεί με τη σειρά της τη λογική της φορολογικής πολιτικής τής κυβέρνησης. Σε τέτοιο βαθμό που δύσκολα θα μπορεί να δικαιολογηθεί στον κομματικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αλήθεια είναι ότι η συμφωνία παραμένει εφικτή όσο και δύσκολη. Οχι μόνο γιατί θα είναι πικρή για τους πολίτες και ιδεολογικά επώδυνη για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και γιατί γύρω από αυτήν παίζεται το παιχνίδι της επόμενης μέρας στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσακαλώτος έσπευσε να αποστασιοποιηθεί από τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού την επομένη του Eurogroup, ότι τελειώνει ο φαύλος κύκλος της λιτότητας. Ο υπουργός Οικονομικών γνωρίζει καλά ότι δεν είναι έτσι και προειδοποίησε δημόσια γι’ αυτό. Δεν θέλει να τον κατηγορήσουν αύριο, όταν θα έρθει η ώρα του λογαριασμού, ότι δέσμευσε μόνος του τη χώρα σε μια συμφωνία η οποία, αντίθετα απ’ ό,τι όλοι νόμιζαν (ή έκαναν πως νόμιζαν), δεν έφερε εντέλει το τέλος της λιτότητας. Γιατί πάντα ένας «αποδιοπομπαίος τράγος» αναζητείται στα δύσκολα.