Δεν είναι ανάγκη να επιστρέψει η «Αρετή και τόλμη» στη δημόσια τηλεόραση για να γυρίσουμε μερικά χρόνια πίσω. Εχει ήδη επιστρέψει η συζήτηση για τη δραχμή. Ως χόμπι συλλογής κερμάτων; Οχι. Ως διέξοδος στα βάρη του ευρώ; Ούτε ακριβώς.

Οπως η εκπομπή του υπουργείου Αμυνας για το αξιόμαχο και την ετοιμότητα του στρατού, έτσι και το εθνικό νόμισμα υπηρετεί το ίδιο φαντασιακό αφήγημα της επιστροφής σε μια εποχή όπου όλα ήταν αγνά και ελπιδοφόρα. Σε ένα εξωραϊσμένο παρελθόν το οποίο θα μας απαλλάξει από τη σημερινή δυστυχία της ζωής σε έναν αβέβαιο και ασταθή κόσμο. Η τάση υπάρχει σε ένα τμήμα της κοινής γνώμης. Αυτό που αναζητείται δεν είναι οι παρωπίδες, αλλά τα υλικά. Και δεν είναι καθόλου δύσκολο να βρεθούν σε μια κοινωνία εκπαιδευμένη στην παρελθοντολαγνεία και στην αντίληψη ότι η κατάκτηση του μέλλοντος περνάει μέσα από την τυφλή υπεράσπιση της παράδοσης.

Κι όταν δεν μπορούμε να αναμετρηθούμε με τις προκλήσεις του μέλλοντος; Δεν πειράζει. Θα υπάρχει πάντα μια αυλή, μια οικογένεια με το τσουκάλι της, όπως έλεγε κι ένας έξαλλος τραγουδοποιός για να μας προσγειώσει στην εποχή της αγνότητας. Στο ασπρόμαυρο σκηνικό της φτώχειας με την καλή καρδιά, τον έντιμο μόχθο και την υποταγή στη μοίρα. Γιατί το εξωραϊσμένο παρελθόν σταματάει κάπου εκεί, στις δεκαετίες του ’50, του ’60, του ’70. Στην «Αρετή και τόλμη». Κι όμως. Εχει και πιο πίσω. Με λίγη προσπάθεια μπορούμε να γυρίσουμε στην εποχή της χλαμύδας και να ποζάρουμε ως τουριστική ατραξιόν στην Ακρόπολη. Φυσικά χωρίς τα αξεσουάρ που φοράει στα αγάλματά μας η βλάσφημη Gucci.