Με τον μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ διαφωνώ με ό,τι κι αν λέει. Μερικές φορές αυτά που λέει είναι εξοργιστικά. Η αποδοκιμασία εκ μέρους του της ομοφυλοφιλίας στην τηλεόραση, στο όνομα μάλιστα της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι μια από αυτές τις εξοργιστικές απόψεις. Λυπάμαι που η τηλεόραση είναι αυτού του επιπέδου, με αποτέλεσμα στην ουσία να μην υπάρχει δυνατότητα ανασκευής ανορθολογικών κατά βάση δοξασιών, που όμως έχουν απήχηση σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, το γαλουχημένο με προκαταλήψεις και αναχρονισμούς. Αλλά η ρητή διαφωνία μου με μια άποψη, όσο ακραία κι αν είναι, δεν σημαίνει ότι επιδιώκω αυτός που την εκφράζει να πάει φυλακή.

Υποτίθεται ότι η επιδιωχθείσα σύλληψη του ιερωμένου και η παραπομπή του στο Αυτόφωρο επειδή διακινεί λόγο του μίσους εξυπηρετεί την ελευθερία του λόγου. Στην πραγματικότητα, όπως παρατηρούν εξειδικευμένοι στα δικαιώματα νομικοί, με τους οποίους μίλησα εξαντλητικά, το θέμα συζητείται σε αυτή τη βάση εξαιτίας του ασαφούς πλαισίου του νόμου 927/1979, όπως τροποποιήθηκε το 2014. Ο νόμος αυτός κάνει λόγο για πράξεις ή ενέργειες «που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία» τιμωρούνται.

Πρόκειται, λένε οι νομικοί, για ποινικό νόμο ο οποίος δεν περιγράφει με ακρίβεια την πράξη που ποινικοποιεί (παραβίαση της αρχής «Nullum crimen sine lege»). Τέτοια πράξη θα νοούνταν μόνο η προτροπή σε βιαιοπραγία. Χωρίς να υπάρχει τέτοια προτροπή, είναι διασταλτική η έννοια των διακρίσεων ή του μίσους –και στην ουσία ποινικοποιείται, εν γένει, ο λόγος. Αν αύριο ενοχλήσει ο δικός μου λόγος, μπορεί να βρεθώ εγώ στη θέση του επισκόπου Σεραφείμ, και μάλιστα με εγκαλούντα εκείνον.

Η ελευθερία είναι δύσκολο άθλημα. Να το προσέχουμε –επειδή οι μέρες είναι πονηρές και πολλοί το επιβουλεύονται.