Χορεύουν τα χρόνια. Καίγονται οι μνήμες. Το 2017 δεν θα είναι 2015. Αρα, και το 2016 δεν είναι 2014. Ή μάλλον, αν είναι, τότε είναι με την οπτική του ανεστραμμένου καθρέφτη. Τέτοιες κρύες ημέρες προ διετίας, ένας επαναστατημένος Τσίπρας ετοιμαζόταν να αλώσει την εξουσία σε εκλογές, στις οποίες παγιδεύτηκε η τότε κυβέρνηση. Αυτές τις κρύες ημέρες, ο Πρωθυπουργός Τσίπρας απειλείται με παγίδευση σε μια εκλογική σεκάνς που θα έχει προκαλέσει ο ίδιος. Τότε το πρόβλημα ήταν η έλλειψη 180 ψήφων για να βγει Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τώρα το πράγμα κολλάει στην αδυναμία του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να αποδεχθεί ότι ηγείται μιας ακόμη μνημονιακής κυβέρνησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε δημοσιονομικούς καταναγκασμούς για το μέλλον. Καταναγκασμούς που δεν θα μπορούσε το ΔΝΤ να προωθεί και οι Γερμανοί να επιβάλλουν, αν οι κυβερνώντες είχαν επιχειρήσει πραγματικές μεταρρυθμίσεις και στρατηγικές ιδιωτικοποιήσεις αμέσως μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015.

Τι ζητούν οι δανειστές –ή μάλλον το ΔΝΤ και από κοντά το Βερολίνο; Ζητούν μέτρα ενόψει μιας δημοσιονομικής απόκλισης 2,5% του ΑΕΠ το 2018. Αυτά είναι το πακέτο 4,2 δισ. που θέλει το ΔΝΤ, σύμφωνα με τις διαρροές Τσακαλώτου εδώ και ένα δεκαήμερο. Αν και οι απαιτήσεις έχουν σταντάρει σε μείωση του αφορολογήτου στα 5.000 ευρώ και κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις. Δεν κάνουν 4, κάνουν 2 δισ., αλλά έχουν βαριά συμβολική σημασία αν ψηφιστούν από κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και Πρωθυπουργό τον Τσίπρα. Αυτός έχει, θεωρητικά, να διαλέξει ανάμεσα στο να τα ψηφίσει, περιγράφοντάς τα ως κάτι άλλο –όπως ο Κατρούγκαλος έλεγε περίπου ότι οι συντάξεις αυξάνονταν ενώ μειώνονταν. Ή να μην τα ψηφίσει. Στη δεύτερη εκδοχή μπορεί να πάει σε παρατεταμένη διαπραγμάτευση –άρα, αντίο QE και όποια ελπίδα για ανάκαμψη. Ή να πάει σε κάλπες. Κάλπες σκέτες ή κάλπες με προοίμιο ακόμη ένα δημοψήφισμα –μπας και ανασυγκροτηθεί το μέτωπο του Οχι και μπας και τσιμπήσει, ως φυσικός και χαρισματικός ηγέτης του, καμιά παραπάνω ψήφο ο Τσίπρας. Διότι έτσι όπως έχουν τα πράγματα τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι για να πάει σε εκλογές.

Φυσικά, οι Τσιπραίοι δεν τα ήθελαν όλα αυτά. Ηθελαν κάτι σε κόφτη ή κάτι σε μεσοπρόθεσμο, που τα μέτρα για το ’18 –τα οποία παραπλανητικά αναφέρονται ως μέτρα για το 2019-20 –να τα προδιαγράφει χωρίς όμως να τα ποσοτικοποιεί ή ονομαστικοποιεί. Στο κάτω κάτω, έχει ο Θεός, ίσως η ανάκαμψη για την οποία μίλησε ο Πρωθυπουργός στον προϋπολογισμό να τα έκανε αχρείαστα μέχρι τότε. Ωστόσο, το διευθυντήριο Βερολίνου – ΔΝΤ δεν ήθελε να τα ακούσει αυτά. Και εκεί, το κρίσιμο δεκαήμερο, ο Τσίπρας αποφάσισε να παίξει το κοινωνικό χαρτί –με τη «13η σύνταξη» –έστω και συμβολικά. Γιατί; Είναι το ερώτημα που κάνει 800 μονάδες βάσης στο spread των δεκαετών ομολόγων. Εκδοχή πρώτη: ως άλλοθι για να πάρει τα μέτρα που μετά θα βαφτίσει αλλιώς. Εκδοχή δεύτερη: ως προβοκάτσια κατά των δανειστών που να προκαλέσει κρίση και να οδηγήσει σε κάλπες. Σε αμφότερες τις εκδοχές, ο Τσίπρας επιχειρεί να ανακτήσει ένα κοινωνικό προφίλ και να παγιδεύσει τους μεν δανειστές σε ανάλγητες αντιδράσεις, τη δε αντιπολίτευση σε στρατηγικό δίλημμα. Αμφότερα λειτούργησαν. Ο Σόιμπλε όρμησε να κουρέψει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Και η ΝΔ έκανε μπρος – πίσω όταν ο Τσίπρας ζήτησε ονομαστική στη Βουλή για τη «13η σύνταξη».

Τι ισχύει λοιπόν; Από τον Ιανουάριο του 2015 το στόρι είναι το ίδιο. Ο Τσίπρας αιφνιδιάζει, οδηγεί τα πράγματα στα άκρα και μετά συμβιβάζεται. Το ξέρουν και οι ψηφοφόροι –εκεί είναι το πρόβλημα. Οι δεξαμενές τού Οχι στέρεψαν. Η αντισυστημική ψήφος, με την οποία δυνητικά θα μπορούσε να ξανασυναντηθεί ο Τσίπρας σε ένα νέο δημοψήφισμα, φωλιάζει πια στη Χρυσή Αυγή, στους Λεβέντηδες, στο σκοτεινό πολιτικό περιθώριο της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ακόμη και αν θέλει τέτοιους ψηφοφόρους ο Τσίπρας, είναι αμφίβολο αν τον θέλουν ή τον πιστεύουν αυτοί. Η κρίση του Δεκεμβρίου μπορεί να είναι δραματικό ιντερμέδιο πριν από μια νέα εξομάλυνση των σχέσεων με τους δανειστές. Για να μετέλθουμε έναν ανώδυνο όρο… Οπως και η επανάσταση στην Ευρώπη, έτσι και η καταστροφική σύγκρουση μάλλον μπορεί να περιμένει.