Κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει το ιστορικό, πληθυσμιακό και οικονομικό μέγεθος της Ιταλίας για το ευρωπαϊκό εγχείρημα του οποίου υπήρξε άλλωστε ιδρυτικό μέλος από το 1952. Προφανώς λοιπόν το ιταλικό δημοψήφισμα της Κυριακής αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός για την ευρωζώνη και για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην περίπτωση ιδίως που από τις κάλπες θα βγει ένα βροντερό Οχι, το οποίο θα εκληφθεί σαν προπομπός της ανόδου του Μπέπε Γκρίλο με τα Πέντε Αστέρια του στην εξουσία.

Οι περισσότερες καθησυχαστικές αναλύσεις εστιάζονται στα αναχώματα που θα αντιμετωπίσει ο Μπέπε Γκρίλο εάν πράγματι επιχειρήσει να οδηγήσει την Ιταλία εκτός ευρώ. Από τη μία, με τυχόν νίκη του Οχι, η Ιταλία θα επιστρέψει σε ένα αναλογικό εκλογικό σύστημα, το οποίο θα στερήσει από τον Γκρίλο τη μελλοντική του αυτοδυναμία. Από την άλλη, για να προκηρυχθεί δημοψήφισμα σχετικά με το ευρώ, πρέπει να έχει προηγηθεί μια σχεδόν ανέφικτη και σίγουρα χρονοβόρα συνταγματική αναθεώρηση.

Κατά την άποψή μας, ωστόσο, ένα μπορεί να αποδειχθεί το ισχυρότερο ανάχωμα κατά της ευρωσκεπτικιστικής επέλασης του Μπέπε Γκρίλο. Ονομάζεται Φρανσουά Φιγιόν. Φρανσουά Φιγιόν, Πρόεδρος της Γαλλίας.

Εάν επικρατήσει ο Φιγιόν στις εκλογές την άνοιξη του 2017 για την Προεδρία της Γαλλίας –και σε καμία άλλη περίπτωση –ανοίγει η προοπτική να αναβιώσει ο γαλλογερμανικός άξονας και να επανέλθει ως εκ τούτου η ισορροπία στη διαχείριση της ευρωζώνης.

Ο Φρανσουά Φιγιόν πήρε το ρίσκο να διεκδικήσει το χρίσμα της Δεξιάς με ένα φιλόδοξο όσο και σαφές πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής προσαρμογής. Το ρίσκο του βγήκε. Εφόσον πρωτεύσει και στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, θα διαθέτει τη λαϊκή νομιμοποίηση ώστε να το υλοποιήσει. Υλοποιώντας το, θα κερδίσει κάτι που ούτε ο Νικολά Σαρκοζί ούτε ο Φρανσουά Ολάντ είχαν ποτέ: το βάρος και την αξιοπιστία για να επιβάλει στη Γερμανία τον δρόμο μιας πιο φιλόδοξης δημοσιονομικά ευρωζώνης, με ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη στο σύνολο της επικράτειάς της.

Η αναβίωση του γαλλογερμανικού άξονα χάρη στον Φρανσουά Φιγιόν θα ανακόψει την πολιτική δυναμική του Μπέπε Γκρίλο, του ιταλικού λαϊκισμού γενικότερα. Θα προστεθεί εξάλλου στην ήδη επιτυχή ανάκαμψη της Ισπανίας, η οποία πραγματοποιεί επώδυνες δημοσιονομικές περικοπές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποσκοπώντας και στην εξυγίανση του τραπεζικού της συστήματος. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η Ιταλία –χώρα που συγκεντρώνει χαρακτηριστικά τόσο του ευρωπαϊκού πυρήνα όσο και της ευρωπαϊκής περιφέρειας –αποκλείεται να ενδώσει στην ετεροδοξία. Θα υιοθετήσει ασφαλώς το νέο, υπό διαμόρφωσιν, ευρωζωνικό δόγμα.

Αντίθετα, τυχόν επικράτηση της Μαρίν Λεπέν ή αποτυχία του Φρανσουά Φιγιόν να πραγματοποιήσει τις εξαγγελίες του, και συνεπώς να μεταβάλει τους συσχετισμούς με τη Γερμανία, κινδυνεύει να οδηγήσει την Ιταλία εκτός ευρωζώνης. Η Γερμανία έχει μάλλον τη δύναμη να καθυποτάξει τη μικρή και διαρκώς κωλυσιεργούσα Ελλάδα. Δεν μπορεί όμως να κάνει το ίδιο πλέον με την Ιταλία. Η Ιταλία θα αντιστέκεται επίμονα και επώδυνα στη Γερμανία για όσον καιρό η Γαλλία –με ξεροκέφαλο και αρκετά παρωχημένο εγωισμό –θα αρνείται να μεταρρυθμιστεί.

Ακούγεται ίσως παράδοξο αλλά το δημοψήφισμα της Κυριακής μπορεί να φέρει καθοριστικές επιπτώσεις στο μέλλον της Ιταλίας μόνο εφόσον το αποτέλεσμά του επηρεάσει τις ανοιξιάτικες γαλλικές κάλπες.

Ο Βασίλης Θ. Καρατζάς είναι διευθύνων σύμβουλος της Levant Partners ΑΕΔΟΕΕ