Πολυαναμενόμενη και πολυσυζητημένη. Η έκθεση GR80s για τη δεκαετία του 1980 που θα αρχίσει με τη νέα χρονιά στην Τεχνόπολη. Κομμάτια κι αποσπάσματα μιας περιόδου σε χρονική απόσταση ασφαλείας. Αρκετά μακριά μας ώστε να επιτρέπεται η νοσταλγία και τόσο κοντά μας ώστε να δίνει δικαίωμα στην αποδόμηση, έστω και διά του χιούμορ. Το διαδικτυακό κάλεσμα μάλιστα για την αποστολή παντός είδους αντικειμένων από εκείνα τα χρόνια, συσπείρωσε ήδη ένα κοινό πριν καν στηθεί η έκθεση. Παρατηρώντας ωστόσο τα αντικείμενα, φοβάμαι μήπως η εκλαμπρότατη γραφικότητά τους υπερτερήσει κάποιων άλλων, λιγότερο εμφανών παραμέτρων αυτής της δεκαετίας, τις οποίες φαντάζομαι ότι η διοργανωτική ομάδα θα φροντίσει να αναδείξει. Διότι η δεκαετία του 1980 δεν είναι μόνο οι βάτες στα μπλε ελεκτρίκ σακάκια της Αλέξις Κάρινγκτον της «Δυναστείας», οι βιντεοταινίες με τον Στάθη Ψάλτη, τα άφρο μαλλιά της Ντόνα Σάμερ («Τhere is no summer like Donna Summer» γράφαμε εκεί που τώρα γράφουν «Θάνατος στ’ αφεντικά»), η Ρίτα Σακελλαρίου, οι μπαντάνες, οι αφίσες του ΠΑΣΟΚ και οι ταφτάδες της Δήμητρας Λιάνη, τα ρεμπετάδικα και τα τσιφτετέλια στην «Ομορφη Νύχτα» και το «Περιβόλι τ’ ουρανού», το overdose χρωμάτων σε μία ήδη υπερχειλισμένη αισθητική.

Ηταν συγχρόνως η πιο λυτρωτική (στην προκειμένη περίπτωση νομίζω ότι ταιριάζει καλύτερα από το «δημοκρατική») δεκαετία στη μεταπολεμική Ελλάδα, η εποχή που κάναμε τη μεγάλη έξοδο από την ομφαλοσκόπηση και τις φοβίες που είχε καλλιεργήσει η εθνική μας απομόνωση. Αφήνοντας πίσω προκαταλήψεις αλλά και βολέματα, βγήκαμε με σφιγμένες, από πείσμα, τις γροθιές μέσα στην τσέπη του φτωχικού βαλκανικού ρούχου μας και αναμετρηθήκαμε με το δέος τού «έξω κόσμου» κοιτώντας τον στα μάτια. Χωρίς τον πλαστό πλούτο που άρχισε να συσσωρεύεται μετά τη δεκαετία του 1990, χωρίς Ιντερνετ, με τη νεοαποκτηθείσα πιστωτική κάρτα που περνούσε – δεν περνούσε ακόμη στο εξωτερικό, αλλά κυρίως με το θράσος και το θάρρος της άγνοιας και της δίψας για γνώση, διεκδικήσαμε ττην εξωστρέφεια και τον πνευματικό, καλλιτεχνικό και ψυχικό κοσμοπολιτισμό που δικαιούμασταν. Και τα κατακτήσαμε. Χωρίς να μας χαρίσει κανείς τίποτα.

Πριν κατακαθήσει η σκόνη της πολιτικής ορθότητας πάνω στον λόγο και την επικοινωνία μας, ήταν η εποχή που κορυφαίοι της διανόησης και της τέχνης, ακόμη και σύμβολα της Αριστεράς, κυκλοφορούσαν με τακούνια, γούνες ή ελαφρύ μακιγιάζ χωρίς να γίνεται θέμα. Και πριν ο νεοπουριτανισμός παραδώσει τον ερωτισμό στα χέρια ανέραστων νοικοκυρών για να τον μετατρέψουν σε συγγραφικό βιντεοκλίπ, ανακαλύπταμε το σοκαριστικό για τα ήθη μας «Σαρκοβόρο Αρνί» του Αγκουστίν που θα έκανε σήμερα να κοκκινίζουν και οι πενήντα αποχρώσεις του γκρι.

Ως «παιδί των 80s» κι εγώ, μπορώ να το πω, κι ας ακούγεται εγωκεντρικό. Ολοι εμείς που, ανεξαρτήτως ηλικίας, μεγαλώσαμε, ονειρευτήκαμε, δημιουργήσαμε, αμφισβητήσαμε, συνειδητοποιήσαμε τους εαυτούς μας, την «ψάξαμε», ζήσαμε στο έπακρο τις υπερβολές και τα πάθη μας και πληρώσαμε πανάκριβα τα λάθη μας στη δεκαετία του 1980 «είμαστε από καλή γενιά*».

*Στίχος από τον «Ηλιο τον πρώτο» του Οδυσσέα Ελύτη