ΜΑΘΗΜΑ –ή μάλλον επανάληψη μαθήματος –για αρχαρίους. Γιατί δεν δίνονταν άδειες επί 27 χρόνια στα κανάλια; Διότι για διάφορους λόγους πολιτικής σκοπιμότητας διαδοχικές κυβερνήσεις προτίμησαν να μην προχωρήσουν στην αδειοδότηση –που συνήθως την θυμούνταν προεκλογικά. Η ίδια αίσθηση πολιτικής σκοπιμότητας διαπνέει και τους χειρισμούς της κυβέρνησης Τσίπρα. Εξ αυτού του λόγου προσέκρουσαν στο ΣτΕ. Και η συνέχεια από Δευτέρα. Η κυβέρνηση κρύβεται πίσω από το επιχείρημα ότι η ΝΔ αρνείται να συναινέσει στη σύνθεση του συνταγματικώς αρμοδίου ΕΣΡ. Αλλά η ΝΔ δεν θα έφερνε αντίρρηση αν το ΕΣΡ διατηρούσε και τις αρμοδιότητές του. Είναι κάτι που η κυβέρνηση προτιμά να το αφήσει να χαθεί στην ομίχλη του πολιτικού πολέμου που έχει εξαπολύσει κατά της αντιπολίτευσης.

Το συμπέρασμα είναι ότι έχουμε μια από τα ίδια. Δηλαδή διαγράφεται το ενδεχόμενο η τηλεοπτική αγορά να παραμείνει αρρύθμιστη. Αν το ΣτΕ κρίνει τον νόμο αντισυνταγματικό, η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα επανέλθει το status quo ante –δηλαδή η προηγούμενη κατάσταση. Οι άδειες θα είναι ως μη ληφθείσες. Οι μη έχοντες άδειες θα μπορούν να εκπέμπουν χωρίς τις δρακόντειες συνέπειες που προέβλεπε η τροπολογία της περασμένης Παρασκευής. Ολα έγιναν –με την άδεια του Σέρτζιο Λεόνε –για μια φούχτα εκατομμύρια που άντε πάρ’ τα πίσω. Το μια από τα ίδια ισχύει όμως και για τον κλάδο των ΜΜΕ που ουδέποτε συγκρότησε μέτωπο. Είτε για να αρνηθεί να συμμετάσχει σε μια νομικώς διάτρητη διαδικασία αδειοδότησης με όρους ριάλιτι εκατομμυρίων. Είτε για να προστατευθούν οι μη αδειοδοτηθέντες. Σε κάθε γύρο το μέτωπο έσπαγε από διαφορετικούς παίκτες. Κάτι που με όρους θεωρίας παιγνίων –πού ‘σαι Βαρουφάκη να τα εξηγήσεις! –σημαίνει ότι το κατάλοιπο των τελευταίων έξι ή επτά εβδομάδων είναι η εμπεδωμένη καχυποψία μεταξύ παλαιών και παρ’ ολίγων καναλαρχών.

Ωστόσο, το ηθικό δίδαγμα παραμένει ακέραιο. Την κυβέρνηση θα τη φάει η διάθεσή της να κάνει πολιτικό παιχνίδι με τα μίντια. Γιατί αν τις άδειες έδινε το ΕΣΡ και ήταν περισσότερες –δέκα ή δεκαέξι έτσι όπως έχει εξελιχθεί το φάσμα –τότε πώς θα έκαναν παρέλαση οι καναλάρχες στο Μαξίμου και πώς θα ανταπέδιδαν τις επισκέψεις οι κυβερνώντες; Οπως συμβαίνει συχνά στην πολιτική, η κυβέρνηση πιάστηκε στην παγίδα που η ίδια έστησε. Το Σύνταγμα δεν είναι φτιαγμένο ώστε να αντέχει απευθείας κυβερνητική διαχείριση της τηλεοπτικής αγοράς. Παρ’ όλα αυτά, η συμπολίτευση και κάποιοι συνοδοιπόροι της άντλησαν κάθε δυνατή πολιτική υπεραξία. Η αδειοδότηση έτρεξε παράλληλα με την Εξεταστική για τα δάνεια κομμάτων και ΜΜΕ που εξελίχθηκε σε βήμα ευτελισμού και διαπόμπευσης κατά τα «ευγενή» πρότυπα της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο και άλλων αντίστοιχων πρωτοβουλιών. Αυτή έγινε προσπάθεια να διασταυρωθεί, μέσω μηνυτήριων αναφορών, με ανοιχτές υποθέσεις, σε φάση προανάκρισης, στην Εισαγγελία. Ή να αναζωπυρώσει υποθέσεις σε ύπνωση, όπως τα δάνεια του κομμάτων. Το εκρηκτικό πολιτικό κλίμα «τονώθηκε» επίσης από μια συζήτηση περί διαπλοκής που προκάλεσε η πλειοψηφία αλλά από την οποία δεν βγήκε κερδισμένος ο Πρωθυπουργός. Ολα αυτά, ενώ η διάθεση να ενοχοποιηθεί ο τραπεζικός δανεισμός ήταν διάχυτη και τούτο παρά το γεγονός ότι τα δάνεια των ΜΜΕ είναι σταγόνα στον ωκεανό, όπως εξηγήθηκε κατ’ επανάληψη από τραπεζίτες και τον ίδιο τον Γιάννη Στουρνάρα.

Η τελική δικαστική κρίση για τον νόμο περί αδειοδότησης καναλιών αναμένεται και δεν μπορεί να προεξοφληθεί. Οπως δεν μπορεί να αποκλεισθεί να έχουμε κώλυμα ή ασθένεια κάποιου συμβούλου της Επικρατείας και ελλείψει πλέον αναπληρωματικού να πρέπει να συσταθεί εξαρχής Ολομέλεια. Δηλαδή να πάει το θέμα στις ελληνικές καλένδες. Παρ’ όλα αυτά, έχει γίνει φανερό ότι το πέρασμα του νόμου από το ΣτΕ είναι κάτι σαν διέλευση ελέφαντα από το μάτι βελόνας.