Η ανάμνηση χάνεται στο βάθος των παιδικών μου παραστάσεων, η σημειολογία της όμως τη διατηρεί, αν και κάπως συγκεχυμένη, αρκετά έντονη. Πιτσιρίκια η αδελφή μου κι εγώ –εκείνη γύρω στα 10, εγώ ακόμη μικρότερη –περνούσαμε, σύμφωνα με το απαρέγκλιτο πρόγραμμα των καλοκαιρινών διακοπών, λίγες μέρες στο ορεινό χωριό του πατέρα μας στην Πάρο. Κοινωνία κλειστή και συντηρητική σε μια εποχή που τα ήθη της περιφέρειας απείχαν, ούτως ή άλλως, δεκαετίες εξέλιξης από την Αθήνα. Εκεί λοιπόν, κάποιος συγχωριανός φαίνεται ότι πέταξε μια κουβέντα στους γονείς μας για το αν ήταν «πρέπον» να μας φοράνε κοντά σορτς –ήταν η καθιερωμένη θερινή μας στολή. Δεν ξέρω τι έγινε, πάντως κάτι έγινε γιατί έχω την εντύπωση ότι εκείνη τη χρονιά φύγαμε από το χωριό νωρίτερα. Σήμερα μπορώ να κατανοήσω το γιατί. Ο πατέρας και η μητέρα μας χαλάστηκαν από την έστω και υπαινικτική παραίνεση συμμόρφωσης με έναν κώδικα ηθικής όπου δύο παιδάκια με τα καλοκαιρινά τους ρούχα υπόκεινται στους όρους της «απρέπειας» και της «ευπρέπειας». Ο υπό συγκρότηση τότε κοσμοπολιτισμός της ελληνικής αστικής κοινωνίας διαμόρφωνε και αφομοίωνε, πιθανότατα ασυνείδητα, αυτό που αντιλαλούσε το σύνθημα «Το σώμα μας μάς ανήκει». Εξάλλου, ακόμη και στις οικογενειακές παραλίες, τα χαχόλικα και υπερμεγέθη μπανιερά από χοντρό συνθετικό ύφασμα είχαν αντικατασταθεί από τα μπικίνι.

Συνειρμοί που συνδέουν το τριγύρω μου καλοκαιρινό τοπίο (το φόντο όπου ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός αποθεώνει το γυμνό σώμα) με την τρέχουσα ειδησεογραφία. Αναφέρομαι στην απόφαση του δημάρχου της Νίκαιας να απαγορεύσει το μπουρκίνι στις παραλίες της περιφέρειάς του. Δεν θα κρίνω εδώ αυτή καθαυτή την απόφαση. Ούτε το ποια σχέση μπορεί να έχει η ελεύθερη επιλογή της ενδυμασίας στα πλαίσια του life style με την υποταγή σε αυστηρούς θρησκευτικούς κανόνες. Οποιος δεν μπορεί να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στη χαριτωμένη εκκεντρικότητα της καλλιτέχνιδας φίλης μου που μπαίνει στη θάλασσα με φουστάνια και δαντελένια γάντια και στη δαιμονοποίηση του ανθρώπινου σώματος που καθιστά αμαρτία την αποκάλυψή του σε κοινή θέα δεν θα αλλάξει γνώμη από αυτό το κείμενο.

Αυτό που μου προκαλεί εντύπωση είναι η ζέση με την οποία υπερασπίζεται η αντιφατική ελληνική νεοαριστερά το δικαίωμα στο μπουργκίνι. Που το ανάγει ακόμη και σε αντίσταση ενάντια στην αστική ιδεολογία, στον δυτικό πολιτισμό, στον καπιταλισμό ή στο κοσμικό κράτος αναγνωρίζοντας έτσι στο Ισλάμ χαρακτηριστικά ενός είδους νέου προλεταριάτου. Τι αυτοεγκλωβισμός να προσπαθείς να φτιάξεις Ιστορία μέσα από αδιέξοδα. Η αποδαιμονοποίηση του σώματος (μην ξεχνάμε ότι μέχρι και τη βικτωριανή εποχή πολλές γυναίκες έμπαιναν στην μπανιέρα του σπιτιού τους με τα ρούχα) είναι κατάκτηση του πολιτισμού και αυτό που εκείνοι εκτιμούν ως τσιτσίδωμα του καπιταλισμού είναι, στην ουσία, απέκδυση του θεοκρατικού δογματισμού.