Η τελευταία φορά που ακούστηκε η λέξη «λαοθάλασσα» στην Ελλάδα ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 για τις συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη –ήταν η εποχή που οι συγκεντρωσιάρχες ανακοίνωναν από τα μεγάφωνα ότι η συγκέντρωση έφτανε ώς την Πλατεία Αμερικής, στην Πατησίων, και οι οπαδοί ριγούσαν ανεμίζοντας τις κομματικές σημαίες. Χθες η ίδια λέξη ακούστηκε για τον Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη. Ο τούρκος πρόεδρος είναι ένας από τους λίγους ηγέτες στον πλανήτη που μπορούν να μαζέψουν τόσο κόσμο. Ενας άλλος είναι πιθανότατα ο Πούτιν και οπωσδήποτε ο Κιμ Γιονγκ Ουν, όχι πάντως η Μέρκελ και ο Ομπάμα, στις συγκεντρώσεις των οποίων οι θεατές δεν ξεπερνούν τις μερικές εκατοντάδες.

Ο όγκος του πλήθους είναι από αυτήν την άποψη ένας δείκτης ποιότητας της δημοκρατίας. Αλλά από την ανάποδη: όσο μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση τόσο πιο ασταθής και ανελεύθερη είναι μια δημοκρατία. Την εποχή, για παράδειγμα, που το λαλιώτειο σύνθημα «η ζωή είναι μαγκιά» δέσποζε στις γιγαντοαφίσες, η ελληνική δημοκρατία ήταν κάτι παραπάνω από δέκα ετών –πολύ μικρή για να νιώθει εντελώς ασφαλής. Στις ώριμες δημοκρατίες, αντίθετα, δεν περισσεύει το πάθος των οπαδών αλλά ο σκεπτικισμός των πολιτών. Και καμιά φορά, η πλήρης αδιαφορία.

Η ελληνική δημοκρατία βρίσκεται σήμερα στην πιο ώριμη φάση της μεταπολιτευτικής ιστορίας της –και αυτό δεν αποδεικνύεται μόνο από τις συγκεντρώσεις που πλέον δεν γεμίζουν ούτε την Πλατεία Ομονοίας. Αυτό δεν σημαίνει πάντως ότι δεν δοκιμάζεται από τις καθεστωτικές πρακτικές των μικρών Ερντογάν. Μόνο που κανένας μικρός Ερντογάν δεν μπορεί να μαζέψει ένα εκατομμύριο κόσμο που θα κουνάει σημαίες, θα φωνάζει συνθήματα και θα βγάζει σέλφι με φόντο το πλήθος που παραληρεί. Κι αυτό σε τέτοιες εποχές δεν είναι μόνο δείκτης ποιότητας. Είναι και δικλίδα ασφαλείας.