Το ΔΝΤ έκανε την αυτοκριτική του για την αποτυχία της πολιτικής του να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν την έχει κάνει ακόμη. Και η Ευρώπη επιμένει να αλλάζει κουβέντα όταν η συζήτηση φθάνει στο κόκαλο.

«Η απόφαση να μην αναζητηθεί εκ των προτέρων αναδιάρθρωση του χρέους άφησε αναπάντητες τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητά του. Αυτό επίσης διεύρυνε την απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή και έτσι, έστω και μονομερώς, συνέβαλε στη μεγαλύτερη ύφεση και στη συνεπακόλουθη απώλεια της δημόσιας υποστήριξης του προγράμματος» αναφέρουν σε ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά σημεία της έκθεσής τους για το ελληνικό πρόγραμμα οι συντάκτες της Ανεξάρτητης Επιτροπής Αξιολόγησης του ΔΝΤ. Πρόκειται βεβαίως για μια ομολογία που γίνεται εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων αφού, όπως αναγνωρίζεται στην έκθεση, οι Ευρωπαίοι την εποχή εκείνη, λίγο μετά την κατάρρευση της Lehman Βrothers, ήταν απολύτως αντίθετοι σε οποιαδήποτε συζήτηση αναδιάρθρωσης φοβούμενοι την έκθεση των δικών τους οικονομικών στο ελληνικό δημόσιο χρέος.

Ωστόσο, το ένα λάθος θα έφερνε το άλλο. Οι υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις σχετικά με τους στόχους του προγράμματος, ο λάθος πολλαπλασιαστής που υποεκτίμησε τις επιπτώσεις της λιτότητας στην ύφεση και η καθυστερημένη διάγνωση της πλήρους αδυναμίας του ελληνικού κρατικού μηχανισμού να εφαρμόσει το πρόγραμμα συνθέτουν το παζλ των ευθυνών του ΔΝΤ, όπως αυτές αποτυπώνονται στην έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής. Οσο για τις ευθύνες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, μία από τις (πολλές) αναφορές των συντακτών της έκθεσης σ’ αυτό είναι ενδεικτική: «διαδοχικές κυβερνήσεις (σ.σ. στην Ελλάδα) κατηγορούσαν τον υπόλοιπο κόσμο για τα μέτρα λιτότητας του προγράμματος προσαρμογής».

Εξι χρόνια μετά βρισκόμαστε σε ένα παρόμοιο σημείο, με το ίδιο σχεδόν ερώτημα. Η έκθεση που δόθηκε προχθές στη δημοσιότητα αποτελεί μια ξεκάθαρη προειδοποίηση του ΔΝΤ προς την Ευρώπη: δεν προτίθεται να συμμετάσχει στο τρίτο Μνημόνιο αν δεν διασφαλισθεί εκ των προτέρων η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Θα καταφέρει το ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις του φθινοπώρου ό,τι δεν κατάφερε το 2010; Θα ξεφύγει όμως και ο Τσίπρας από τη μοίρα του Γιώργου Παπανδρέου; Το 2010, όπως επισημαίνει η έκθεση, οι ελληνικές Αρχές αποδέχθηκαν ως τετελεσμένο γεγονός την άρνηση των Ευρωπαίων για αναδιάρθρωση προκειμένου να λάβουν την ευρωπαϊκή βοήθεια. Σήμερα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, παραδόξως, ζητά την αποχώρηση του Ταμείου από το ελληνικό Μνημόνιο και ας είναι ο μοναδικός ισχυρός παράγοντας πίεσης προς την Ευρώπη για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.

Το ερώτημα που εκ των πραγμάτων τίθεται για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι: θα αποδεχθεί μια ενδεχόμενη αποχώρηση (ή και υποχώρηση έπειτα από τις γερμανικές πιέσεις) του ΔΝΤ με κάποιες αόριστες υποσχέσεις των Ευρωπαίων για το χρέος, αλλά και πολιτικές λιτότητας με υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια προκειμένου να κλείσει η β’ αξιολόγηση και να εισπραχθεί η επόμενη δόση; Ολα δείχνουν ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να το κάνει για την πολιτική της επιβίωση (αν δεν επικρατήσουν άλλες αποφάσεις). Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι ανάλογο δεν έκανε τότε και η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου;