Η αναθεώρηση του Συντάγματος αποκτά νόημα και περιεχόμενο όταν προχωράει σε τομές μακράς πνοής που απαντούν στις μεταβολές της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας. Δεν μπορεί να είναι ένα σύμφυρμα ευκαιριακών και επιπόλαιων μεταβολών. Η κυβέρνηση χειρίζεται τη συνταγματική αναθεώρηση με τρόπο πρόχειρο, αποσπασματικό και λαϊκίστικο. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αλλάξει την πολιτική ατζέντα.

Τα πυροτεχνήματα του περιορισμού της θητείας και του αριθμού των βουλευτών δεν λύνουν από μόνα τους κανένα πρόβλημα. Τα ουσιαστικά προβλήματα που πρέπει να επιλύσουμε αφορούν την εγγύτητα των αιρετών με το εκλογικό σώμα, το μέγεθος των περιφερειών και τη μείωση των εκλογικών δαπανών. Αφορούν τον τρόπο ανακήρυξης των υποψήφιων βουλευτών μέσα από την εδραίωση της εσωκομματικής δημοκρατίας. Αφορούν την αντιμετώπιση του ρουσφετιού και των πελατειακών σχέσεων που φέρνει η εκλογή με σταυρό. Αντί να βάζουμε κόφτες σε αριθμό και θητείες ας διορθώσουμε τις στρεβλώσεις που υποσκάπτουν την ανεξαρτησία των βουλευτών και τη διαφάνεια της λειτουργίας τους.

Η κυβέρνηση πρότεινε επίσης την άμεση εκλογή του ΠτΔ. Η άμεση εκλογή του ΠτΔ θα αλλοιώσει τον χαρακτήρα του πολιτεύματος. Μετατρέποντάς το από προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία σε προεδρική. Μετά την αντίδραση του κόμματός του ο Πρωθυπουργός υπαναχώρησε. Προτείνοντας μια μεσοβέζικη διαδικασία που προβλέπει απευθείας εκλογή από τον λαό στην τρίτη ψηφοφορία. Αν οι προηγούμενες δύο έχουν αποβεί άγονες. Από μια συναινετική κοινοβουλευτική διαδικασία που απαιτεί αυξημένη διαδικασία δύο τρίτων περνάμε σε μια πολωτική άμεση εκλογή. Η άμεση εκλογή ΠτΔ ενέχει το σπέρμα μιας συγκρουσιακής διαρχίας. Σε μια χώρα σε περίοδο βαθιάς κρίσης και με μια προϊστορία εθνικών διχασμών. Ενώ, τα μόνα ζητήματα που υπάρχουν με τον θεσμό του ΠτΔ είναι η λελογισμένη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του και η αποσύνδεση της διαδικασίας εκλογής του από τη διάλυση του Κοινοβουλίου. Η ανάγκη διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων του ΠτΔ προκύπτει από την ιστορική εμπειρία, τη φύση του πολιτεύματός μας και την ανάγκη θεσμικών ισορροπιών. Το ζητούμενο είναι η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων με τρόπο που να καθίσταται ο ΠτΔ θεσμικό ανάχωμα και όχι συγκυβερνήτης. Η εκλογή του πρέπει να αποσυνδεθεί από τη διάλυση της Βουλής. Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει εκλογή με απλή πλειοψηφία στην τρίτη ψηφοφορία.

Τέλος, τα δημοψηφίσματα. Η κυβέρνηση διακατέχεται από μια λογική «δημοψηφισματικής δημοκρατίας». Τέτοιου είδους δημοψηφίσματα προϋποθέτουν δήμο, δηλαδή ενιαίο πολιτικό χώρο, με διαδικασίες διαβούλευσης, πληροφόρησης και γνώσης. Πράγμα εξαιρετικά δύσκολο στις σημερινές συνθήκες. Η δημοψηφισματική λογική της κυβέρνησης οδηγεί σε χειραγώγηση της κοινής γνώμης, παράκαμψη των αντιπροσωπευτικών θεσμών και διχαστικά αποτελέσματα. Με τις προτάσεις της η κυβέρνηση μετατρέπει τα πολιτικά της αδιέξοδα σε θεσμικά αδιέξοδα.

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και πρώην υπουργός