Στην πολιτική δεν είναι κακό να συνεργάζεσαι καμιά φορά με τον διάβολο. Είναι όμως πολύ κακό να συνεργάζεσαι με τους νεοναζί. Και η κυβέρνηση είναι έτοιμη να το κάνει για να βρει τις 200 ψήφους που θα της επιτρέψουν να αλλάξει τον εκλογικό νόμο. «Στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι» είπε χθες ο Νίκος Βούτσης στον Σκάι. «Δεν έχουμε μιλήσει με τη Χρυσή Αυγή. Η Βουλή λειτουργεί με 300. Ποτέ δεν αφαιρέθηκε καμία ψήφος από καμία μεριά. Επειδή ο εκλογικός νόμος είναι ένα κορυφαίο ζήτημα και κάθε κόμμα έχει τη δική του άποψη, περιμένουμε να δούμε τι θα πει και η Χρυσή Αυγή».

Αν κι ο Πρόεδρος της Βουλής υποστήριξε ότι η θέση που διατύπωσε δεν αποτελεί πρόσκληση προς το νεοναζιστικό κόμμα, στην πραγματικότητα πρόκειται γι’ αυτό. Η πρώτη φορά Αριστερά ανοίγει την πόρτα μιας ειδικής σχέσης με ένα νεοναζιστικό κόμμα και το κάνει ακριβώς με κάτι που δεν έπρεπε: με ένα κορυφαίο ζήτημα. Το κάνει ενώ η Δικαιοσύνη αποφασίζει εάν το κόμμα αυτό είναι εγκληματική οργάνωση. Το κάνει γνωρίζοντας ότι μπορεί να της ζητηθούν ανταλλάγματα. Και το κάνει για να υπηρετήσει μια μικροπολιτική ανάγκη, μια σκοπιμότητα χαμηλής απόδοσης και πολύ υψηλού τιμήματος.

Μόνο που το τίμημα δεν αφορά μόνο την Αριστερά, που πάντως έχει πάρει μικρές και μεγαλύτερες δόσεις δηλητηρίου από την κυβερνητική της συνεργασία με τη λάιτ Ακρα Δεξιά. Ενδεχομένως μια Αριστερά τόσο εθισμένη στην εξουσία να μπορεί να αντέξει την εξάρτησή της από τις ψήφους των νεοναζί. Αλλά οι αντοχές της δημοκρατίας; Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το βάρος της προστασίας της πέφτει στα μικρότερα κόμματα. Σε αυτά που ακόμη και αν έμπαιναν στον πειρασμό να συνεργαστούν με τον διάβολο, δεν θα συνεργάζονταν ποτέ με τους νεοναζί.