Το 1977, όταν επέστρεψα στη Στουτγάρδη μετά το στρατιωτικό μου, είδα κατάπληκτος εστιατόρια, καφετέριες, μπαρ να λειτουργούν υπαίθρια, κάτι αδιανόητο λίγα χρόνια πριν σε αυτή την πολύ προτεσταντική, σκυθρωπή πόλη. Σήμερα τα «τραπεζάκια έξω» είναι τόσο συνηθισμένα στη Γερμανία όσο οι παμπ και τα μπιστρό σ’ εμάς, που επίσης ήταν κάτι ξένο για την κουλτούρα μας.

Οι τρεις δικτατορίες της Νότιας Ευρώπης είχαν μόλις καταρρεύσει. Δώδεκα χρόνια αργότερα θα ακολουθούσαν και εκείνες της Ανατολικής Ευρώπης και σήμερα ο ευρωπαϊκός χώρος δυτικά από τον Δνείστερο και τη λίμνη Λαντόγκα περιλαμβάνει μόνο δημοκρατικά καθεστώτα. Η θανατική ποινή ήταν ακόμη σε ισχύ σε αρκετές χώρες, ακόμη και στη Γαλλία. Σήμερα έχει καταργηθεί παντού στην Ευρώπη, με εξαίρεση τη Λευκορωσία. Στην Ελλάδα η γυναίκα ήταν σχεδόν αποκλεισμένη από τη δημόσια ζωή και από τα επαγγέλματα περιωπής, ενώ για να παντρευτεί της ζητούσαν προίκα και παρθενιά. Σήμερα η Ελληνίδα δεν έχει λιγότερες ελευθερίες από τη Σουηδέζα.

Για να ταξιδέψει ένας Ευρωπαίος σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα χρειαζόταν διαβατήριο, του οποίου η επίδειξη και ο έλεγχος σε έκαναν να αισθάνεσαι δύο φορές ξένος, ακόμη και ύποπτος ή ανεπιθύμητος, προπαντός αν ήσουν από χώρα «δεύτερης διαλογής», όπως εμείς οι Ελληνες. Σήμερα ταξιδεύουμε στις χώρες της ζώνης Σένγκεν χωρίς διαβατήριο. Τότε οι μεγάλες διαφορές στον τρόπο ζωής έκαναν για τους περισσότερους Ευρωπαίους δύσκολο τον εγκλιματισμό σε μια άλλη, σχετικά μακρινή ευρωπαϊκή χώρα. Σήμερα οι νεότερες γενιές Ευρωπαίων δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα.

Στην πράξη, λοιπόν, οι ευρωπαϊκοί λαοί συγκλίνουν και συμφύονται. Ωστόσο βλέπουν όλο και πιο αρνητικά το κοινό σπίτι που θέλει να είναι γι’ αυτούς η Ευρωπαϊκή Ενωση και νοσταλγούν την παλιά αυτονομία των εθνικών εστιών τους. Εχουν ή τείνουν να αποκτήσουν κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα, όχι όμως και κοινή ευρωπαϊκή συνείδηση.

Γιατί αυτό το παράδοξο; Τι πήγε στραβά; Η κλασική «αριστερή» εξήγηση είναι ότι η ΕΕ δεν είναι Ευρώπη των λαών αλλά του κεφαλαίου, ότι σχεδιάστηκε από την πρώτη στιγμή ως κοινοπραξία επιχειρηματικών ελίτ για την επιβίωσή τους στον μεταπολεμικό κόσμο. Η εξήγηση δεν είναι σοβαρή και στην πραγματικότητα ούτε αριστερή. Ο Μαρξ θα την απέρριπτε αμέσως. Για τη μαρξική φιλοσοφία της Ιστορίας τα οικονομικά κίνητρα είναι η γενεσιουργή αιτία των ιστορικών μεταβολών και ένα ιδανικό που δεν στηρίζεται από ένα ισχυρό οικονομικό συμφέρον είναι καταδικασμένο να μένει απραγματοποίητο. Τα ίδια τα εθνικά κράτη οφείλουν τη δημιουργία τους στα οικονομικά συμφέροντα ανερχόμενων τάξεων, που η ελεύθερη ανάπτυξή τους εμποδιζόταν από τις φεουδαλικές δομές. Τι υποσχέθηκαν στους λαούς ως ανταμοιβή για τη συστράτευσή τους στον αγώνα εναντίον του παλιού καθεστώτος; Ατομικά δικαιώματα, χωροταξική και κοινωνική κινητικότητα, ευρύτερο ορίζοντα ευκαιριών για προκοπή, εγγυημένη ασφάλεια από εξωτερικές απειλές και, πριν από όλα, ένα «αφήγημα» που σε έκανε μέλος μιας μεγάλης, παλιάς, σπουδαίας οικογένειας, η οποία θα ξανάβρισκε την ενότητα και την περηφάνια της. Σε γενικές γραμμές κράτησαν τις υποσχέσεις τους.

Τι από όλα αυτά προσφέρει η ΕΕ στους πολίτες της; Σίγουρα τα τρία πρώτα, που ωφέλησαν και ωφελούν εκατομμύρια Ευρωπαίους και κανείς δεν μπορεί να υποβαθμίσει τη σημασία τους. Στο θέμα της ασφάλειας (που ας μην ξεχνάμε ότι έχει και μια υποκειμενική διάσταση) απέτυχε, γιατί την εναπόθεσε στην υπερατλαντική ομπρέλα του Ψυχρού Πολέμου, χωρίς πρόνοια για μελλοντικές απειλές διαφορετικού τύπου. Αλλά προπαντός απέτυχε στο θέμα του «αφηγήματος». Θέλησε να εκτοπίσει τις εθνικές ιδεολογίες με κάτι που κατέληξε να είναι το σαβουάρ βιβρ της πολιτικής ορθότητας. Χωρίς καταγωγικό μύθο, χωρίς μαχητική πίστη στον πολιτισμό της και οριοθέτησή του απέναντι σε άλλους πολιτισμούς, χωρίς ευρωπαϊκή περηφάνια, χωρίς εμπνευσμένη και οξυδερκή πολιτική ηγεσία επέτρεψε τελικά στις οικονομικές ελίτ της να απεμπολήσουν τις δεσμεύσεις τους και να γίνουν ασύδοτες. Αντί για υπερεθνική πολιτισμική κοινότητα θεώρησε ευκολότερο να γίνει πολυεθνική εταιρεία. Θα το πληρώσει αργά ή γρήγορα –και μάλλον γρήγορα.